Σημίτης-Τσίπρας- Μητσοτάκης: Επιδόματα μηδενικής εκλογικής απόδοσης;
Ημέρες ΔΕΘ του 2003, ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης εξαγγέλει ένα τεράστιο (για τα δεδομένα εκείνης της περιόδου) “κοινωνικό πακέτο” ύψους περίπου 1,3 δισ. ευρώ. Η χώρα είχε εισέλθει σε προεκλογική περίοδο και ο κ. Σημίτης θεώρησε πως έπρεπε να συσκεφθεί για τις σχετικές τελικές αποφάσεις των παροχών με τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών N. Χριστοδουλάκη, αλλά και …τον γραμματέα του ΠΑΣΟΚ Μιχ. Χρυσοχοΐδη.
Η “Καθημερινή” έγραφε σχετικά: “H κυβέρνηση προσδοκά πολλά από τα μέτρα για τις ασθενείς κοινωνικές ομάδες που θα ανακοινώσει την άλλη εβδομάδα ο κ. Σημίτης. Πιστεύει ότι θα αποτελέσουν ένα ισχυρό εφαλτήριο, που θα της δώσει ελπίδες νίκης στην εκλογική αρένα. Στις παροχές αντιδρά σθεναρά ο επιχειρηματικός κόσμος, που φοβάται ότι θα χρηματοδοτηθούν μέσα από νέες φορολογιές, που θα επιβληθούν.”
Τα κυβερνητικά σχέδια του λεγόμενου κοινωνικού πακέτου ή πακέτου Σημίτη περιλαμβάνουν:
1) Αυξήσεις στις συντάξεις των 800.000 αγροτών. Θα δοθούν σε δύο δόσεις και θα έχουν συνολικό κόστος 200 εκ. ευρώ. H πρώτη αύξηση θα δοθεί εντός του 2003 και θα είναι 35 ευρώ και θα ανεβάσει τη σύνταξη από τα 170 ευρώ (58 χιλ. δραχμές) στα 205 ευρώ ή 70 χιλιάδες δραχμές. H δεύτερη αύξηση θα δοθεί το 2004 και θα ανεβάσει τη σύνταξη στα 235 ευρώ ή 80 χιλιάδες δραχμές.
2) Θα αυξηθούν αναλογικά 5% -10% όλες οι κατηγορίες του ΕΚΑΣ (χορηγείται σε πάνω από 350.000 άτομα), ενώ μέσω αυτού θα επιχειρηθεί να υλοποιηθεί και μια παλιά, προ τετραετίας, υπόσχεση του κ. Σημίτη, σύμφωνα με την οποία καμιά σύνταξη δεν θα είναι κάτω από 446 ευρώ ή 152.000 δραχμές. Το κόστος των αυξήσεων αυτής της κατηγορίας υπολογίζεται να αγγίξει τα 220 εκ. ευρώ.
3) Θα υπάρξουν μέτρα για απασχόληση των μακροχρόνια ανέργων, αλλά και χορήγηση άτοκων δανείων σε σπουδαστές. Το κόστος των δυο αυτών κινήσεων εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 250 εκ. ευρώ.
4) O νέος χρόνος θα φέρει τις αυξήσεις του νέου μισθολογίου για του δημόσιους υπαλλήλους, συνολικής πρόσθετης αξίας (επί του ήδη υπάρχοντος μισθολογικού κόστους) 630 εκ. ευρώ. Το νέο μισθολόγιο προβλέπει αυξήσεις μέχρι 6,5%.
5) Ξεκινούν οι συζητήσεις για τα ειδικά μισθολόγια του Δημοσίου, με προβλέψεις για αυξήσεις από 5 – 5,5%.
6) Πρόσληψη μέσω του ΟΑΕΔ περίπου 8.000 ανέργων στα μεγάλα τεχνικά έργα. Το κόστος αυτού του μέτρου υπολογίζεται ότι θα αγγίξει τα 41 εκ. ευρώ.
7)Διαδικασίες για τη μονιμοποίηση των 3.500 εργαζομένων στα Κέντρα Εξυπηρέσης Πολιτών, τα γνωστά ΚΕΠ.
8) Στο ίδιο μοτίβο των προσλήψεων – μονιμοποιήσεων εντάσεται και η πρόσληψη στη ΔΕΗ περίπου 3.000 (μόνιμο και έκτακτο προσωπικό) όπως ανακοίνωσε παλαιότερα από τη Φλώρινα ο κ. Ακης Τσοχατζόπουλος.
Στις εκλογές που ακολούθησαν, τον Μάρτιο του 2004, κι ενώ ο Κώστας Σημίτης -διαισθανόμενος την επερχόμενη ήττα- είχε παραδώσει το “δακτυλίδι” στον Γιώργο Παπανδρέου, κι εκείνος είχε αναδειχθεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από 1.000.000 εκλογείς στην απευθείας διαδικασία, η Ν.Δ νίκησε με 45, 36% έναντι 40,55% του ΠΑΣΟΚ. Η πρώτη αύξησε το ποσοστό της κατά 2,5 μονάδες, ενώ το δεύτερο έχασε 3,2%.
Οι πολίτες έκαναν “χρήση” των προεκλογικών παροχών Σημίτη, αλλά στις κάλπες στήριξαν το αφήγημα του Κώστα Καραμανλή.
Η επανάληψη του 2019
Πριν τις τελευταίες εκλογές (2019), ο Αλέξης Τσίπρας όχι μόνο εξήγγειλε αλλά και νομοθέτησε την λεγόμενη 13η σύνταξη, δεσμεύοντας, μάλιστα, έμμεσα και τη Ν.Δ ώστε να συνεχιστεί η εφαρμογή του κοινωνικού μέτρου. Η εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων, όμως, δεν άλλαξε και στις εκλογές του Ιουλίου επιβεβαιώθηκε η τάση της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με διαφορά που προσέγγισε τις 9 μονάδες υπέρ της Ν.Δ.
Στην δε κοινωνική/ηλικιακή κατηγορία των συνταξιούχων που ήταν οι αποδοχείς/ωφελούμενοι του μέτρου της 13ης σύνταξης, η Ν.Δ συγκέντρωσε ιλιγγιώδες ποσοστό με διαφορά πολύ μεγαλύτερη του μέσου πανελλαδικού ποσοστού.
Εκ των υστέρων, στον ΣΥΡΙΖΑ αντιλήφθηκαν πως η χρήση του όρου “13η σύνταξη” εκλήφθηκε ως εξαπάτηση από πολλούς συνταξιούχους, καθώς διαπίστωσαν πως έλαβαν ποσά πολύ μικρότερα από την μέση σύνταξή τους. Μόλις προ ημερών, με αφορμή την σύγκρουση σχετικά με το market pass, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έλεγαν πως θα ήταν ίσως ορθότερο εάν, την άνοιξη του 2019, είχε χρησιμοποιηθεί ο όρος επίδομα αντί αυτού της 13ης σύνταξης. Εκ των υστέρων…
Επιδοματικές πολιτικές σε προεκλογικό χρόνο
Τα δύο παραπάνω παραδείγματα επισημαίνονται ενδεικτικά για να ειπωθεί πως οι πολιτικές παροχών και επιδομάτων σε προεκλογικό χρόνο σπάνια επηρεάζουν την εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων. Τουλάχιστον όχι πρωτογενώς, δηλαδή την επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό μόνο εάν συντρέχουν και άλλες σημαντικές προϋποθέσεις. Όπως, το να μην πείθει η εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση ως εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.
Στην περίπτωση του “κοινωνικού πακέτου” Σημίτη, βεβαίως, είναι αρκετοί που επισημαίνουν πως η εκλογική ηττα που ακολούθησε έκλεισε κύκλο 8αετούς διακυβέρνησης, ενώ, υπό μία έννοια, περίπου του ίδιο συνέβη και στην περίπτωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το 2019, που ήταν η δεύτερη κατά σειρά- μετά, δηλαδή, από δύο νικηφόρες αναμετρήσεις (2015).
Όσον αφορά τις πυκνές επιδοματικές πολιτικές της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, υπάρχουν επίσης διαφορές. Πρώτη, ότι η κυβέρνηση κλείνει τώρα τον πρώτο κύκλο της, δεύτερη, πως είναι έως ένα βαθμό αποτέλεσμα της έκτακτης συγκυρίας λόγω οικονομικής κρίσης. Η τελευταία, λένε κάποιοι, δικαιολογεί τα (έκτακτα) επιδόματα, ωστόσο είναι πολλές οι αντιρρήσεις εκείνων που επισημαίνουν πως χρειάζονται πολιτικές αύξησης των εισοδημάτων, με δομικό χαρακτήρα, κάτι, άλλωστε, που το υπαινίχθηκε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός (συζήτηση για τον προϋπολογισμό στη Βουλή), λέγοντας πως το αφήγημα της νέας διακυβέρνησής του θα είναι η αύξηση των μισθών.
Δεν αλλάζει, όμως, αυτό το γεγονός ότι από τις επιστρεπτέες της πανδημίας έως σήμερα, η κυβέρνηση δεν έχει προβεί σε κάποιες ριζικές παρεμβάσεις αύξησης των εισοδημάτων, αλλά προτιμά να δρα με επιδοματικές παρεμβάσεις που είναι στοχευμένες σε εκλογικά ακροατήρια (ένστολοι, συνταξιούχοι, ευάλωτοι και μεσαία τάξη), τα οποία είτε θέλει να “δέσει”, είτε να επηρεάσει η Ν.Δ.
Έχει, ωστόσο, παρατηρηθεί πως οι πολίτες εισπράττουν τα επιδόματα χωρίς να παραδίδονται συναισθηματικά και εκλογικά στα κυβερνητικά κόμματα που τα παρέχουν. Το ίδιο συνέβη με το επίδομα για νέους το πρώτο καλοκαίρι της πανδημίας, το fuell pass, το power pass κ.ά. Τα ποσοστά της Ν.Δ βαίνουν μειούμενα στις δημοσκοπήσεις, τον τελευταίο χρόνο, παρά τα επιδόματα και τις σχετικές εξαγγελίες.
Μένει να φανεί τι θα συμβεί στις επόμενες εκλογές. Είναι, ωστόσο, μάλλον βέβαιο πως από μόνα τους αυτά τα επιδόματα δεν θα της χαρίσουν την αυτοδυναμία. Μπορεί να μειώσουν τις απώλειες, όμως εκείνο που θα μετρήσει περισσότερο είναι εάν διαφανεί σαφής εναλλακτική πολιτική διακυβέρνησης. Είναι, για παράδειγμα, χαρακτηριστικό πως σε αρκετές από τις τελευταίες μετρήσεις, ενώ ο πρωθυπουργός δίνει επιδόματα, είναι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης που προπορεύεται -έστω και λίγο- στα στενά εκλογικά και κοινωνικά ακροατήρια που βιώνουν περισσότερο τις συνέπειες της κρίσης.
Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει δύο αδυναμίες απέναντι στην επιδοματική επέλαση της κυβέρνησης: πρώτη, οι εν γένει σωστές προτάσεις δομικών παρεμβάσεων για το εισόδημα των νοικοκυριών (κατώτατος μισθός στα 880 ευρώ, ώστε να ενσωματώνει και τον πληθωρισμό, μείωση του ΦΠΑ και του ΕΦΚ σε βασικά είδη, κ.ά) δεν βρίσκουν επαρκή μιντιακό χώρο προβολής, άρα πρέπει να επικοινωνηθούν γρήγορα και πόρτα-πόρτα, και, δεύτερη, δεν συνοδεύονται ακόμα από μία ολοκληρωμένη πρόταση εξόδου από την κρίση και διασφάλισης ενός καλύτερου μέλλοντος.
Το σύνθημα “Δικαιοσύνη παντού” φαίνεται να βρίσκει αντιστοίχηση σε σημαντικά στρώματα της κοινωνίας, όμως η ικανότητα διακυβέρνησης και το προσωπικό που θα την αναλάβει δεν έχουν πάρει ακόμα σάρκα και οστά. Η αυτοδυναμία ακούγεται ακόμα ως πιο καθαρό σύνθημα από την προοδευτική διακυβέρνηση. Το γεγονός πως η θετική στάση για τις συνεργασίες κερδίζει έδαφος στις μετρήσεις δημιουργεί αισιοδοξία, ωστόσο παραμένει ένα αίτημα που πρέπει να ενσαρκωθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και από πολιτικές δυνάμεις (ΠΑΣΟΚ) που θα λάβουν αποφάσεις σε μετεκλογικό χρόνο και μόνο υπό προϋποθέσεις…