Μυστική συνάντηση Μπούρα-Καλίν: Εκλογική ανακωχή ή επανεκκίνηση;
Εκ πρώτης όψεως, η συνάντηση της διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού με τον εξ απορρήτων του Τούρκου προέδρου, Ιμπραχίμ Καλίν, σε συνθήκες μυστικότητας και υπό γερμανική εποπτεία, στο Βερολίνο, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί θετική εξέλιξη. Η διατήρηση διαύλων επικοινωνίας αποτελεί κεντρικό στόχο της ελληνικής διπλωματίας διότι θεωρείται πως μπορεί να αποσοβεί εντάσεις που ενέχουν τον κίνδυνο κάποιου “ατυχήματος” στο πεδίο.
Σε προηγούμενες περιπτώσεις, οι διαρροές τέτοιων επαφών γίνονταν, συνήθως, από την τουρκική πλευρά. Αυτή την φορά η “ενημέρωση” διοχετεύθηκε -προφανώς από το Μέγαρο Μαξίμου- στο “Πρώτο Θέμα”.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα την Παρασκευή, στις Βρυξέλλες, υπό συνθήκες άκρας μυστικότητας η Αννα-Μαρία Μπούρα, διευθύντρια του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, συνομίλησε τετ-α-τετ με τον Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπο και στενό συνεργάτη του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, παρουσία του Γενς Πλέτνερ, διπλωματικού συμβούλου του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς.
Δεν είναι η πρώτη συνάντηση που γίνεται μυστικά με την διαμεσολάβηση των Γερμανών. Τον Ιούλιο του 2020 στη Γερμανία είχε πραγματοποιηθεί αντίστοιχη συνάντηση μεταξύ της Ελένης Σουρανή, της τότε Διευθύντριας του Διπλωματικού Γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο Προεδρικό Εκπρόσωπο Ιμπραχίμ Καλίν.
Μια συνάντηση που έγινε γνωστή από τον Τούρκο ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου, λίγους μήνες μετά τα επεισόδια που έλαβαν χώρα στον Έβρο, καθώς δεκάδες μετανάστες και πρόσφυγες με την συνδρομή των τουρκικών αρχών προσπάθησαν να περάσουν στην Ελλάδα.
Τότε ειπώθηκε ότι ήταν μια προσπάθεια για εκτόνωση της κρίσης, ανοίγοντας τους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο, που είχαν κλείσει ερμητικά.
Στη συνάντηση Μπούρα-Καλίν, σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι συνομιλίες έγιναν στα γραφεία της γερμανικής αντιπροσωπείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ανοιχτή ατζέντα, χωρίς προαπαιτούμενα, προκειμένου η κάθε πλευρά να διερευνήσει τις προθέσεις της άλλης για επανεκκίνηση των διμερών σχέσεων. Παρών στην συζήτηση ήταν ο Γενς Πλέτνερ, σύμβουλος του Όλαφ Σολτς για διπλωματικά θέματα και πρώην πρεσβευτής της Γερμανίας στην Αθήνα.
Εκείνη η συνάντηση Σουρανή-Καλίν δεν απέδωσε. Ακολούθησε το θερμό καλοκαίρι του 2020, με την Τουρκία να προκαλεί συνθήκες πολέμου με την έξοδο του Oruc Reis και την ευθεία αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, όταν έφθασε στα έξι μίλια από την Ρόδο και το Καστελόριζο.
Η τελευταία συνάντηση -πάλι υπό γερμανική διαμεσολάβηση (ο Όλαφ Σολτς έπιασε το νήμα από εκεί που το άφησε η προκάτοχός του Άγκελα Μέρκελ)- έγινε μετά από μία μακρά περίοδο που η Τουρκία απειλεί πως “θα έρθει μια νύχτα” και επιδιώκει να νομιμοποιήσει την απαίτησή της για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Και μετά από αρκετές μυστικές συναντήσεις του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέϊκ Σάλιβαν με τον Ιμπραχίμ Καλίν. Η Τουρκία επιδιώκει να άρει τα εμπόδια για την προμήθεια των F16 και παρά την έμμεση στήριξη της Ρωσίας και την απειλή για επέμβαση στη Συρία εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως πολύτιμη σύμμαχος από τις ΗΠΑ.
Είναι σαφές πως η Γερμανία δεν θα αναλάμβανε την προσπάθεια διαμεσολάβησης εάν δεν είχε το “πράσινο φως” της Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν κλιμάκωση της έντασης στο νοτιοανατολικό άκρο του ΝΑΤΟ, τουλάχιστον όχι όσο είναι ανοικτό το ουκρανικό, και επιδιώκουν την διατήρηση μιας ελεγχόμενης κατάστασης στα ελληνοτουρκικά.
Από την άλλη, το γεγονός ότι στα μέσα του 2023 θα διεξαχθούν (παράλληλα) εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία (νωρίτερα και στην Κύπρο) δημιουργεί εκ των πραγμάτων πολιτική και γεωπολιτική ρευστότητα.
Οι πληροφορίες του libre αναφέρουν πως κύριος στόχος των μυστικών συναντήσεων (φαίνεται πως έγιναν και θα γίνουν και άλλες) δεν είναι τόσο κάποια επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών -αν και δεν πρέπει να αποκλείεται κάτι τέτοιο-, όσο μία άτυπη “εκλογική ανακωχή”. Να ελεγχθεί, δηλαδή, η ένταση και να παραμείνει μόνο στο πεδίο της ρητορικής και όχι σε αυτό των επιχειρήσεων.
Αυτό δεν θα ανακόψει τις εξάρσεις και απειλές του Ταγίπ Ερντογάν, κάτι που αφενός το χρειάζεται για να συσπειρώνει το εθνικιστικό εκλογικό ακροατήριο (με την αντιπολίτευση να τον πιέζει), αφετέρου αυτό ενισχύει έμμεσα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς η ενίσχυση της άμυνας και οι “πατριωτικοί” τόνοι θεωρούνται πως τον ενισχύουν έναντι τις αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ναι στην ρητορική της έντασης, όχι, όμως, σε ακραίες κινήσεις στο πεδίο, θα μπορούσε να είναι το αντικείμενο αυτών των μυστικών συναντήσεων.
Και μία αχνή υπόσχεση για το μέλλον: εφόσον προκύψουν μετεκλογικές προϋποθέσεις και στις δύο χώρες, να ξεκινήσει διάλογος επί της ουσίας για μία συμφωνία αρχών…