Reuters: Η ΕΕ δοκιμάζεται λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία- Ο αντίκτυπος στην οικονομία
«Η ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κυρώσεις στη Ρωσία έχει αρχίσει να δοκιμάζεται καθώς η ανησυχία για τον αντίκτυπό τους στην ευρωπαϊκή οικονομία εντείνεται, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η αποφασιστικότητα για τιμωρία της Μόσχας για τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως επισημαίνει το Reuters.
Οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν την Πέμπτη σε ένα ένατο πακέτο κυρώσεων, αλλά οι συνομιλίες ήταν «δύσκολες», με την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής, που γειτνιάζουν με τη Ρωσία, να τάσσονται υπέρ σκληρότερων μέτρων, ενώ χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, ήταν διστακτικές.
«Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να επιβληθούν κυρώσεις που θα πλήξουν αρκετά σκληρά τη Ρωσία, χωρίς υπερβολική παράπλευρη ζημιά στην ΕΕ», δήλωσε εκπρόσωπος της βελγικής κυβέρνησης πριν από τη συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, που σηματοδότησε τη μεγαλύτερη σύγκρουση στην Ευρώπη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ΕΕ επέδειξε ενιαίο μέτωπο και απάντησε με γρήγορα βήματα κατά της Ρωσίας, γεγονός ασυνήθιστο για τα δεδομένα της Ένωσης, όπου οι αντίθετες φωνές συχνά μετατρέπουν τις συζητήσεις σε μαραθώνιες συναντήσεις.
Κυρώσεις έχουν ήδη επιβληθεί σε μια σειρά από εταιρείες και Ρώσους ολιγάρχες και αξιωματούχους, ενώ οι συναλλαγές με αρκετές ρωσικές τράπεζες έχουν αποκλειστεί. Αλλά η εύρεση κοινού εδάφους τώρα έχει γίνει πιο δύσκολη.
Μετά τις συνομιλίες αυτής της εβδομάδας, ο υπουργός Εξωτερικών της Λιθουανίας Γκαμπριέλιους Λαντσμπέργκις, περιέγραψε την τελευταία συμφωνία κυρώσεων ως «χαμένη ευκαιρία», λέγοντας ότι ήταν απογοητευμένος που οι χώρες της ΕΕ αφιέρωσαν περισσότερο χρόνο συζητώντας εξαιρέσεις παρά σκληρότερα βήματα.
Τα τελευταία μέτρα είχαν ως στόχο οντότητες συνδεδεμένες με τον ρωσικό στρατό, την εξουδετέρωση των drones και το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων δύο ρωσικών τραπεζών.
Όμως κατά τη διάρκεια των συνομιλιών έγιναν αισθητές πιέσεις. Η Λιθουανία και άλλοι αντιτάχθηκαν σε κινήσεις για την εξασφάλιση «δικλείδων» για την εξαίρεση ορισμένων Ρώσων ολιγαρχών που ασχολούνται με τη γεωργία και τα λιπάσματα, αν και αυτή η διαμάχη εκτονώθηκε στο τέλος, σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Reuters.
Η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, πιο κοντά στην πρώτη γραμμή, κυκλοφόρησαν τις τελευταίες εβδομάδες μια πρόταση για πιο εκτεταμένες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένου του ρωσικού φυσικού αερίου και της πυρηνικής βιομηχανίας της και επιχειρηματολογώντας ενάντια σε εξαιρέσεις, όπως για τις πωλήσεις ρωσικού χάλυβα και διαμαντιών.
«Δεν είναι δίκαιο»
Κάποιοι επιθυμούν να στοχοποιηθεί η Gazprombank, κεντρική για τις πληρωμές ενέργειας στη Ρωσία, ανέφερε άτομο με γνώση του θέματος. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, πολλές χώρες ήταν διστακτικές, επισημαίνοντας ότι αυτά τα θέματα θα συζητηθούν το 2023.
Για ορισμένους Ευρωπαίους πολιτικούς, όπως εκείνους από την Πολωνία, η διστακτικότητα άλλων χωρών της ΕΕ να υποστηρίξουν αυστηρότερα βήματα έχει αποδειχθεί απογοητευτική.
«Θα απαιτήσουμε από τη Γερμανία να αλλάξει την πολιτική της. Δεν είναι δίκαιο για τη Γερμανία να βασίζεται στην Πολωνία για να την υπερασπιστεί από την απειλή του πολέμου», δήλωσε ο Ράντοσλαβ Σικόρσκι, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας και νυν μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Το να είσαι πιο πλούσιος και μεγαλύτερος δεν σημαίνει ότι έχεις πάντα δίκιο», σχολίασε.
Η Ρωσία ισχυρίζεται ότι οι κυρώσεις έχουν γίνει μπούμερανγκ κατά της Δύσης, αυξάνοντας τον πληθωρισμό, καθώς οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί υψηλότερα. Η Μόσχα υποστηρίζει ότι η οικονομία της είναι ανθεκτική.
Στο μεταξύ, τα υφιστάμενα μέτρα της ΕΕ δεν είναι πάντα «στεγανά». Η ΕΕ επέβαλε πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται δια θαλάσσης, αλλά το αργό της πωλείται κάτω από αυτό το επίπεδο, επομένως τα έσοδα εξακολουθούν να ρέουν στη Μόσχα.
Το πλαφόν στο πετρέλαιο παρουσιάσθηκε ως περαιτέρω τιμωρία για τη Ρωσία, αλλά ορισμένοι αξιωματούχοι τονίζουν ότι ο κύριος αντίκτυπος είναι να μετριαστούν οι περιορισμοί της ΕΕ στο εμπόριο πετρελαίου.
«Τώρα είμαστε προσεκτικοί με τις κυρώσεις, ώστε να μην πάμε τόσο μακριά ώστε να βλάψουμε ολοκληρωτικά την ευρωπαϊκή οικονομία», δήλωσε η πρέσβης της Τσεχίας στην ΕΕ, Εντίτα Χρντα.