Πιέσεις στο Μαξίμου να ανακοινώσει τον χρόνο των εκλογών- Οι τράπεζες στην εξίσωση της κάλπης και το “σήμα” από το Λονδίνο
Με τις δημοσκοπήσεις να φτάνουν η μία μετά την άλλη στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός προσπαθεί να λύσει τον εκλογικό γρίφο σχετικά με τις ημερομηνίες της διπλής κάλπης, έχοντας κατά νου να βρει τον κατάλληλο συνδυασμό που θα μπορούσε να του εξασφαλίσει τελικά έστω και οριακή αυτοδυναμία.
Όμως, η διαρροή προθέσεων σχετικά με τον χρόνο των εκλογών έχει αρχίσει να δημιουργεί παραλυτικά φαινόμενα, καθώς αρκετοί υπουργοί έχουν κατεβάσει τα μολύβια και επιδίδονται περισσότερο σε άγρα ψήφων στις εκλογικές τους περιφέρειες, κρατούν δε στραμένο το βλέμα και σε όλα τα πιθανά σενάρια για το μετεκλογικό και το εσωκομματικό τοπίο.
Εκτός από την ακρίβεια και τους ασφυκτικούς συνδυασμούς που προκαλεί για τα νοικυριά (ρεύμα, σούπερ μάρκετ), στην εκλογική εξίσωση ήρθε να προστεθεί και το μείζον θέμα των δανείων (μαζί με τους πλειστηριασμούς), το οποίο προκαλεί κοινωνική αναστάτωση. Κι αυτή η κατάσταση δεν αφορά μόνο τους περίπου 40.000 ευάλωτους δανειολήπτες, για τους οποίους έχει μέχρις ώρας επιστραφεί αναπάντητο από τις τράπεζες το “τελεσίγραφο” του Χρήστου Σταϊκούρα, αλλά ένα πλήθος ακόμα και συνεπών έως τώρα πολιτών που, όμως, διαπιστώνουν πως η εκρηκτική αύξηση των επιτοκίων φέρνει ένα επιπλέον βάρος δύο δόσεων σε ετήσια βάση. Με την αβεβαιότητα για την πορεία της οικονομίας διεθνώς, και τον φόβο που εκφράζει η ΤτΕ για νέο κύμα “κόκκινων” δανείων, η κατάσταση μπορεί να γίνει έκρυθμη και αφορά ακόμα και τον σκληρό πυρήνα της μεσαίας τάξης που θεωρητικά αποτελεί προνομιακό εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ.
Με κυβερνητική αναδίπλωση έληξε η πρώτη μάχη
Όπως επισημαίνει σε μία ενδιαφέρουσα ανάλυσή του το KREPORT, με κυβερνητική αναδίπλωση κλείνει η πρώτη φάση της (προεκλογικής) σύγκρουσης κυβέρνησης με τράπεζες: Πριν δέκα ημέρες, το υπουργείο Οικονομικών αισιοδοξούσε ότι θα πετύχει μείωση των επιτοκίων στεγαστικών δανείων ευάλωτων δανειοληπτών, επιμήκυνση της αποπληρωμής τους, θέσπιση περιόδου χάριτος, δυνατότητα μετατροπής του μεταβλητού σε σταθερό επιτόκιο και πρόωρη αποπληρωμή του δανείου χωρίς πέναλτι. Η κυβέρνηση έλεγε, επίσης, ότι θα προβλεφθεί κάποιο bonus για τους συνεπείς δανειολήπτες, ότι θα γίνουν ουσιαστικές αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων και μειώσεις στα επιτόκια χορηγήσεων. Ως κατάληξη επί του παρόντος, το υπουργείο Οικονομικών διεκδικεί να μειωθούν οι προμήθειες που εισπράττουν οι τράπεζες για υπηρεσίες που προσφέρουν στους πελάτες τους.
Επιδότηση επιτοκίου: Η μόνη σημαντική πρόταση που μένει στο τραπέζι (εν αναμονή της θέσης του επόπτη, SSM) είναι η πρόταση των τραπεζών να δημιουργηθεί ένα ταμείο που θα καλύπτει το 50% της επιβάρυνσης των ευάλωτων δανειοληπτών από τα αυξημένα επιτόκια. Η κυβέρνηση δεν θέλει να βάλει λεφτά σε αυτό το ταμείο (τα μέτρα πρέπει να πληρωθούν από τα κέρδη των τραπεζών, όχι από τον προϋπολογισμό -είπε χτες ο Κυρ. Μητσοτάκης κατά τη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας), κάτι που δεν ενοχλεί τις τράπεζες, αφού τα κεφάλαια που πρέπει να μπουν δεν είναι παρά μόνο 15 εκατ. ευρώ περίπου. Αυτό που απασχολεί τις τράπεζες (και, βεβαίως, την Τράπεζα της Ελλάδος) είναι η αντίδραση του SSM: Αν κρίνει ότι τα δάνεια που δικαιούνται επιδότηση θα συγκαταλέγονται αυτομάτως στην κατηγορία δάνεια σε καθυστέρηση, θα ζητήσει από τις τράπεζες να πάρουν πρόσθετες προβλέψεις μερικές εκατοντάδες εκατ. ευρώ (σύμφωνα με υπολογισμούς 200-500 εκατ. ευρώ) σε βάρος των κερδών τους.
Πόσοι είναι ευάλωτοι: Σύμφωνα με την κυβέρνηση, η επιδότηση του επιτοκίου θα αφορά 30-40 χιλιάδες ευάλωτους δανειολήπτες. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα αφορά λιγότερους, 20-25 χιλιάδες. Πόσοι, όμως, είναι οι ευάλωτοι; Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία από την πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού, μόνο 2.143 συμπολίτες μας έχουν κάνει αίτηση για να πάρουν πιστοποιητικό ευάλωτου και από αυτούς μόνο 829 έχουν πάρει τη σχετική βεβαίωση, που τους δίνει τη δυνατότητα να σταματήσει ο πλειστηριασμός της πρώτης κατοικίας τους, να την εντάξουν στον φορέα ακινήτων που (λέγεται ότι) θα δημιουργηθεί, και να την μισθώνουν από αυτόν, ώστε να μην χάνουν το δικαίωμα στην στέγαση.
Προβάλουν δύο ερωτήματα που υποδηλώνουν ακανθώδη προβλήματα, πρώτο από την καταστροφή της κουλτούρας της πίστεως και, δεύτερο από την κυβερνητική ραθυμία:
(α) Γιατί μόνο τόσο λίγοι έχουν κάνει χρήση της δυνατότητας να κριθούν ευάλωτοι; Τι, άραγε, προσδοκούν και αρνούνται να δηλώσουν αδυναμία πληρωμής του δανείου τους;
(β) Ο φορέας ακινήτων έχει εξαγγελθεί από την άνοιξη 2020, παραμένει στα χαρτιά. Θα γίνει κάποτε ή, μήπως, δεν γίνει ποτέ κι αυτό μας ανακοινωθεί μόνο μετά τις εκλογές;
Ισπανική υποχώρηση: Η δεύτερη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρα, με τους διευθύνοντες συμβούλους των συστημικών τραπεζών, προχτές, έγινε σε πολύ κακό κλίμα. Το υπουργείο θεωρεί ότι οι τράπεζες αρνούνται να διευκολύνουν την κυβέρνηση σε μια δύσκολη συγκυρία, οι τράπεζες έχουν ενοχληθεί από συμπεριφορές που θεωρούν «προσβλητικές» κι από μια προσπάθεια κυβερνητικής παρέμβασης που χαρακτηρίζουν «έωλη και άγαρμπη». Στην Ισπανία, τα μέτρα που είχαν εξαγγελθεί συνοδεύτηκαν από ένα μαζικό ξεφόρτωμα μετοχών των ισπανικών τραπεζών κι έτσι, τελικά, η υλοποίησή τους έγινε προαιρετική -έμεινε στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών. «Αυτό που απέμεινε είναι η ισπανική υποχώρηση», σχολιάζει κορυφαίος τραπεζικός παράγων και σημειώνει: «Κοινωνική πολιτική ασκούν και οφείλουν να ασκούν τα κράτη, δεν μπορούν να την ασκούν οι τράπεζες χωρίς να τις τιμωρήσουν οι αγορές. Οι οποίες, ως γνωστόν, δεν χορεύουν όπως τους παίζει το δικό μας νταούλι».
Κανείς εκ των πρωταγωνιστών δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Η διαπραγμάτευση συνεχίζεται. Η σθεναρή άμυνα των τραπεζών και της ευρωπαϊκής εποπτείας τους, και οι μεγάλες προσδοκίες που καλλιέργησε κι έτσι έχει εκτεθεί η κυβέρνηση, δείχνουν ότι δεν θα πλήξουμε.
Τι ακολουθεί
Ο υπουργός Οικονομικών άνοιξε το θέμα των δανείων, αρχικά, με παραινέσεις προς τις τράπεζες, μετά το πρώτο κύμα πλειστηριασμών και υπό την σκιά του σκανδάλου Πάτση, διότι ορθώς προέβλεψε πως ο …λόφος θα γίνει βουνό. Έβαλε, δε, στο τραπέζι την πρόταση σχετικά με το ισπανικό μοντέλο, γνωρίζοντας, ωστόσο, πως οι πιέσεις της κυβέρνησης Σάντσεθ στις τράπεζες απέδωσαν μόνο έως ένα βαθμό, κι αυτό διότι το “ξεφόρτωμα” μετοχών τους προκάλεσε την ανησυχία και την παρέμβαση της ΕΚΤ.
Η Ισπανία προχωρεί με την εφαρμογή του αμφιλεγόμενου σχεδίου της να επιβάλει εφάπαξ φόρο της τάξεως του 4,8% και 1,2% στα υπέρογκα κέρδη τραπεζών και ενεργειακών ομίλων αντιστοίχως, παρά τις αντιρρήσεις και τις ανησυχίες που διατύπωσαν διεθνείς οργανισμοί και ινστιτούτα. Την πρόταση υπέβαλε ο κυβερνητικός συνασπισμός υπό την ηγεσία των Σοσιαλιστών τον Ιούλιο, όπως αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά της η εφημερίδα των Financial Times, αποσκοπώντας να συγκεντρώσει 7 δισ. ευρώ, μιας και αναζητεί κεφάλαια να μετριάσει τον οδυνηρό αντίκτυπο του υψηλού ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού, ειδικά για τα νοικοκυριά χαμηλών εισοδημάτων. Μία άλλη χώρα η οποία επέβαλε αντίστοιχη φορολογία είναι και η Βρετανία.
Το εν λόγω φορολογικό νομοσχέδιο της Ισπανίας εγκρίθηκε από την Κάτω Βουλή του Κοινοβουλίου οπότε στη συνέχεια θα υποβληθεί στη Γερουσία για την τελική ψηφοφορία. Ο Πέδρο Σάντσεθ, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, είπε ότι οι φόροι είναι ένας τρόπος για τις μεγάλες επιχειρήσεις να «τείνουν χείρα βοηθείας», την ώρα που πολλές ισπανικές οικογένειες υποφέρουν από μια απότομη αύξηση του κόστους ζωής.
Αυτό είχε κατά νου και ο υπουργός Οικονομικών όταν απειλούσε έμμεσα τις τράπεζες ακόμα και για έκτακτο φόρο, κάτι που δημοσίως το ζήτησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξης Τσίπρας. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, είναι δύσκολο να συμβεί καθώς οι τράπεζες, με την βοήθεια του SSM, έχουν σκοπό να αντισταθούν. Από την άλλη, ο κ. ΣΤαϊκούρας επιδιώκει να μην έχει το παραμικρό δημοσιονομικό κόστος η όποια παρέμβαση σχετικής ελάφρυνσης ενός μικρού μόνο μέρους των δανειοληπτών.
Οι επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμες σε αυτό το “ντιμπέϊτ”, το οποίο για πραγματικούς αλλά και για εκλογικούς λόγους έχει αναγάγει σε μείζον θέμα. Παρά τις ευνοϊκές, ενίοτε και σκανδαλώδεις κοινωνικά, παραχωρήσεις στις τράπεζες, η κυβέρνηση θέλει τώρα να επιδείξει κοινωνικό πρόσωπο μέσω αυτής της σύγκρουσης. Άρα πρέπει να παρουσιάσει ένα αποτέλεσμα που να μοιάζει με νίκη.
Πιέσεις για τον χρόνο των εκλογών
Τα σενάρια που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας σχετικά με τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών προκαλούν την παρέμβαση πολιτικών, επιχειρηματικών και μιντιακών παραγόντων, καθώς η χώρα βυθίζεται σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο μεγάλης αστάθειας. Στελέχη της Morgan Stanley και άλλοι επενδυτές ήταν σαφείς προς τον πρωθυπουργό, στην συνάντησή τους στο Λονδίνο: τα επενδυτικά σχέδια και η αξιολογηση της ελληνικής οικονομίας δεν μπορούν να προχωρήσουν, όσο υπάρχει ανοικτό το θέμα του πολιτικού (εκλογικού) κινδύνου και μια αρκετά μακρά περίοδο προεκλογικής και μεττεκλογικής “ακυβερνησίας”.
Το Μαξίμου ως γνωστόν έχει κόψει επισήμως μαχαίρι τις συζητήσεις για πιθανές συνεργασίες, ειδικά με τον Κυριάκο Βελόπουλο, καθώς η σχετική σεναριολογία ενισχύει τη “χαλαρή ψήφο”, ενώ το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ ούτως ή άλλως έχει πάψει να αποτελεί πρόθυμο εταίρο λόγω υποκλοπών Αντίθετα, η κυβέρνηση τα έχει ποντάρει όλα στο στόχο της αυτοδυναμίας και στο γαλάζιο στρατόπεδο έχουν όντως πιστέψει ότι στο δεύτερο γύρο μπορούν να τον πετύχουν.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι η ΝΔ θα έχει μία καλή επίδοση και στις πρώτες εκλογές, που θα γίνουν με απλή αναλογική, ώστε το ποσοστό της να αποτελέσει το εφαλτήριο για τις δεύτερες κάλπες.
Γαλάζια στελέχη θεωρούν ότι η ΝΔ μπορεί, με τα σημερινά δεδομένα και εφόσον δεν αλλάξει κάτι δραματικά μέχρι τις κάλπες, να συγκεντρώσει 33% με 35% στην πρώτη κάλπη. Και άρα με τη συσπείρωση και τα διλήμματα κυβερνησιμότητας να αγγίξει το αναγκαίο 37% για αυτοδυναμία με το μπόνους της δεύτερης κάλπης.
Ο πρωθυπουργός καλείται να λάβει αποφάσεις, πιθανότατα, μέσα στις γιορτές, για το εάν θα στηθούν κάλπες τον Μάρτιο, ή αργότερα, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως η φιλοκυβερνητική “Καθημερινή” του ζητά από το κεντρικό άρθρο στο κυριακάτικο φύλο της να ανακοινώσει τώρα τον ακριβή χρόνο διεξαγωγής των εκλογών.