Σύλλογος ασθενών με συγγενείς καρδιοπάθειες: “Το ν/σ για το ΕΣΥ θα μας οδηγήσει έμμεσα στις ιδιωτικές δομές”
Την διαφωνία του με το ν/σ για την Υγεία που ψηφίζεται στη Βουλή εκφράζει ο Πανελλήνιος Σύλλογος Ασθενών με Συγγενείς Καρδιοπάθειες.
Συγκεκριμένα, αναφέρει πως “αίρει με άλλα λόγια το πλήρες και αποκλειστικό της απασχόλησης των στελεχών του ΕΣΥ. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που εκτιμούμε είναι ότι οι ασθενείς θα οδηγούνται έμμεσα στις ιδιωτικές δομές για να εξυπηρετηθούν.
Πέραν τούτου, η εισαγωγή της δυνατότητας αντιμετώπισης χειρουργικών περιστατικών στα λεγόμενα «απογευματινά χειρουργεία» αποτελεί δυσάρεστη εξέλιξη…”
Ολόκληρη η ανακοίνωση
Ως γνωστόν, το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας με τίτλο, «Δευτεροβάθμια περίθαλψη, ιατρική εκπαίδευση, μισθολογικές ρυθμίσεις για τους ιατρούς και οδοντιάτρους του Εθνικού Συστήματος Υγείας», εισήχθη χθες στην Ολομέλεια της Βουλής, μετά την κατά πλειοψηφία, ψήφισή του από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.
Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Πασχόντων από Συγγενείς Καρδιοπάθειες, ως θεσμικά εκπροσωπών την πολυπληθέστερη κατηγορία χρονίως πασχόντων, τους πάσχοντες από καρδιαγγειακά νοσήματα, δικαιούται αλλά και οφείλει ηθικά να διατυπώσει τεκμηριωμένα και χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, με σαφήνεια όμως και χωρίς περιστροφές ή ωραιοποιήσεις, τις απόψεις του αναφορικά με το άρθρο 10 του προαναφερθέντος σ/ν. Σημειωτέον ότι ως καθημερινοί χρήστες των υπηρεσιών του ΕΣΥ, αποτελούμε τους άμεσα ενδιαφερόμενους.
Πέραν των όποιων θετικών διατάξεων, οι οποίες σαφώς υφίστανται, είμαστε υποχρεωμένοι να εστιάσουμε στο Άρθρο 10 του σχεδίου νόμου με τίτλο «Απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα των ιατρών Εθνικού Συστήματος Υγείας και των ιατρών μελών Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού και Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων – Τροποποίηση περ. α’ παρ. 1 και αντικατάσταση παρ. 4 άρθρου 11 ν. 2889/2001».
Κατά την άποψή μας αποτελεί την πεμπτουσία του υπό διαβούλευση σ/ν. Η ρύθμιση του υπουργείου Υγείας που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο για τις αλλαγές στα δημόσια νοσοκομεία, θα επιτρέπει στους ιατρούς του δημοσίου να διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο αλλά και να χειρουργούν σε ιδιωτικές κλινικές.
Αίρει με άλλα λόγια το πλήρες και αποκλειστικό της απασχόλησης των στελεχών του ΕΣΥ. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που εκτιμούμε είναι ότι οι ασθενείς θα οδηγούνται έμμεσα στις ιδιωτικές δομές για να εξυπηρετηθούν.
Πέραν τούτου, η εισαγωγή της δυνατότητας αντιμετώπισης χειρουργικών περιστατικών στα λεγόμενα «απογευματινά χειρουργεία» αποτελεί δυσάρεστη εξέλιξη για δύο λόγους:
Α. Θα υπάρχει «λελογισμένη» ή «μικρή» (SIC) κατά το Υπουργείο αμοιβή χειρουργών και αναισθησιολόγων από τον ίδιο τον ασθενή.
Β. Αναπόδραστα δεν θα οδηγήσει σε αποσυμφόρηση των πρωινών δωρεάν, τυπικά τουλάχιστον, χειρουργείων, όπου όντως η αναμονή μπορεί να φθάσει και στα δύο έτη, για τον απλούστατο και αυταπόδεικτο λόγο ότι θα οδηγήσει μετά βεβαιότητας στην πλήρη απαξίωση των πρωινών χειρουργείων και στην περαιτέρω μείωσή τους καθώς οι πάντες θα στρέφονται προς τα επ΄ αμοιβή απογευματινά ή συχνά θα ακολουθούν τον θεράποντα ιατρό τους στην ιδιωτική δομή στην οποία συνεργάζεται, με το αντίστοιχο – υψηλότατο- κόστος.
Υπάρχει άλλωστε το παράδειγμα των απογευματινών ιατρείων, τα οποία επιβαρύνουν οικονομικά τον ασθενή, τη στιγμή κατά την οποία τα πρωινά έχουν υποβαθμιστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε η αναμονή να ανέρχεται σε εβδομάδες και συνηθέστατα σε μήνες.
Ο ασθενής αναγκάζεται να καταβάλλει ποσό συνήθως μεταξύ 60 και 100 ευρώ για μία επίσκεψη. Τα ιδιωτικά χειρουργεία στο ΕΣΥ διαχωρίζουν με απαράδεκτο τρόπο τους πολίτες επί τη βάσει των οικονομικών δυνατοτήτων τους, δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και διαπλοκής μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και κατηγοριοποιούν τους ιατρούς με απαράδεκτο τρόπο εντός και εκτός συστήματος. Αν το Υπουργείο επιθυμεί να δημιουργήσει ιδιωτικές πτέρυγες στο ΕΣΥ, θα πρέπει ο ΕΟΠΥΥ να καλύπτει το σύνολο των εξόδων, και να δοθεί το δικαίωμα σε όλους τους ιατρούς, είτε είναι στο ΕΣΥ είτε είναι εκτός ΕΣΥ, πρόσβασης στις υπηρεσίες αυτές προκειμένου να χειρουργούν τους ασθενείς τους.
Η είσοδος του ιδιωτικού τομέα συντελείται με τις συμβάσεις μερικής απασχόλησης οι οποίες κατατείνουν στον ίδιο αποτέλεσμα, ενώ είναι βέβαιο ότι μεγάλος αριθμός ιδιωτών ιατρών θα αντιδράσουν έντονα στον δημιουργούμενο αθέμιτο ανταγωνισμό, καθώς η άμεση πρόσβαση σε δομές του ΕΣΥ εξασφαλίζει πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό ασθενών. Εν κατακλείδι, θεωρούμε επιβεβλημένη την απόσυρση του άρθρου 10 και τη διατήρηση σε ισχύ των επίμαχων διατάξεων του ν. 2889/2001. Το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου έχει καταδικαστεί απερίφραστα από τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων οργανώσεων και ομοσπονδιών χρονίως πασχόντων και ατόμων με αναπηρία, αλλά και από πλήθος φορέων εκπροσωπούντων και την ίδια την ιατρική κοινότητα.
Καλούμε, έστω και την υστάτη στιγμή, την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, να αναλογιστεί το μέγεθος των ευθυνών της, την επιδείνωση την οποία νομοτελειακά θα επιφέρει με τις επίμαχες διατάξεις στην καθημερινότητα όχι αποκλειστικά των ασθενών αλλά και του κάθε Έλληνα πολίτη – χρήστη των υπηρεσιών υγείας και μάλιστα του χειρουργικού τομέα, ο οποίος είναι και ο συνεπαγόμενος τη μεγαλύτερη δαπάνη.
Ζητούμε και αναμένουμε μία τολμηρή και υψηλού πολιτικού ήθους και κριτηρίου απόφαση : την απόσυρση των επίμαχων διατάξεων άμεσα, οι οποίες ουσιαστικά ιδιωτικοποιούν τη μέγιστη λαϊκή κατάκτηση των τελευταίων δεκαετιών, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, στερώντας το ύψιστο δικαίωμα του πολίτη στη δωρεάν και ελεύθερη πρόσβαση σε υπηρεσίες απαραίτητες όχι μόνο για την υγεία αλλά και την ίδια του τη ζωή.
Προτεραιότητα όλων πρέπει να αποτελεί ένα δωρεάν, δημόσιο και αξιόπιστο ΕΣΥ, επαρκώς στελεχωμένο και με αξιοπρεπείς μισθούς για τους υπηρετούντες σε αυτό, για το οποίο αγωνίστηκαν οι προηγούμενες γενιές και όχι η λεκτικά αποκρυπτόμενη ή ωραιοποιούμενη εμπορευματοποίηση της Υγείας και κυρίως των συμπασχόντων μας, οι οποίοι δεν διαθέτουν την οικονομική άνεση και άρα την πρόσβαση σε ιδιωτικές δομές.