East Med & Southeast Europe/Ο. Βάρελι: Γεωπολιτική προτεραιότητα της ΕΕ τα Δ. Βαλκάνια – Αντιπαράθεση Καλπαδάκη – Καϊμακτσί
«Τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν γεωπολιτική προτεραιότητα για την ΕΕ», τόνισε ο επίτροπος της ΕΕ για τη Γειτονία και τη Διεύρυνση Ολιβερ Βάρελι, σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμά του που μεταδόθηκε στο πλαίσιο συζήτησης για τη στασιμότητα στην ενταξιακή διαδικασία, που διεξήχθη στο συνέδριο East Med & Southeast Europe, το οποίο διοργανώνει το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, στις Βρυξέλλες.
Η ένταξη στην ΕΕ είναι το πιο σημαντικό και αξιόπιστο εργαλείο για την ειρήνη και τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα, ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βάρελι, υπογραμμίζοντας τη σημασία που αποδίδει η ΕΕ στην ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην Ένωση.
- Υπογράμμισε ότι η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα σε όλη την περιοχή και πέρα απ’ αυτή, επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι δεν υπάρχουν συντομεύσεις στον δρόμο προς την ΕΕ και τα θεμελιώδη προαπαιτούμενα θα πρέπει να υλοποιηθούν στο πλαίσιο της ενταξιακής διαδικασίας.
Ο αρμόδιος για τη Γειτονία και Διεύρυνση επίτροπος τόνισε ακόμη πως θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η περιοχή δεν αισθάνεται εγκαταλελειμμένη και υπογράμμισε ότι σε αυτή την εποχή των γεωπολιτικών ανταγωνισμών χρειάζεται συνεργασία και περισσότερη ενσωμάτωση, όχι λιγότερη.
Αναφέρθηκε ακόμη στη στήριξη που παρέχεται στα Δυτικά Βαλκάνια μέσω του οικονομικού και επενδυτικού προγράμματος για την περιοχή που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια.
Μ. Φίνο: Η Αλβανία είναι μια χώρα πολύ φιλοευρωπαϊκή
«Η Αλβανία είναι μια χώρα πολύ φιλοευρωπαϊκή, ίσως η πιο φιλοευρωπαϊκή στην περιοχή μας», τόνισε η Μέγκι Φίνο (Megi Fino), υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδια για ευρωπαϊκές υποθέσεις, της Αλβανίας, εξηγώντας πως αυτό δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση αλλά και την ίδια την κοινωνία των πολιτών καθώς, όπως τόνισε, «γνωρίζουμε πολύ καλά πως υπάρχει μια επιλογή μόνο για τη χώρα και αυτή είναι η ένταξη στην ΕΕ».
Η υφυπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να κάνει η χώρα της στον δρόμο προς την ΕΕ, επισημαίνοντας πως οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις δεν ήταν εύκολες και καμιά φορά έφερναν ενίοτε κοινωνική ένταση, «και πολλές φορές είχαμε δυσκολίες να εξηγήσουμε γιατί κρατά τόσο αυτή η διαδικασία».
Ο σκεπτικισμός φέρνει κόπωση και η κόπωση αρνητισμό, ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Φίνο, επισημαίνοντας πως η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων άνοιξε μια νέα σελίδα, που «έχει πολλή δουλειά αλλά δεν φοβόμαστε, είμαστε έτοιμοι να αντεπεξέλθουμε».
Μ. Κούνεβα: Χωρίς την Ελλάδα, Βουλγαρία και Ρουμανία δεν θα τα είχαν καταφέρει τόσο γρήγορα
Στις επιπτώσεις που είχε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρθηκε στην τοποθέτησή της η Μεγκλένα Κούνεβα (Meglena Kuneva), πρέσβης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Συμβούλιο της Ευρώπης την περίοδο 2018-2022.
Θυμήθηκε τη δική της εμπειρία από τη διαπραγμάτευση της Βουλγαρίας για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «χωρίς την Ελλάδα δεν θα τα είχαμε καταφέρει (μαζί με τη Ρουμανία), τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα».
Υπογράμμισε τη σημασία της Συνόδου (και της Ατζέντας) της Θεσσαλονίκης σε όλη αυτή τη διαδικασία, αλλά και στη μετέπειτα στήριξη που παρείχε στη συνέχεια η Ελλάδα στη Σόφια και το Βουκουρέστι. «Μας στήριξαν σε κάθε βήμα αυτής της διαδικασίας», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Κούνεβα.
Τόνισε ότι η ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων θα πρέπει να ιδωθεί ως προτεραιότητα, ενώ με αφορμή τη συζήτηση που γίνεται σχετικά με την κόπωση στις κοινωνίες ορισμένων υποψήφιων χωρών, σημείωσε ότι δεν είναι μόνο οι χώρες αυτές που θα πρέπει να δείχνουν ενδιαφέρον για την κοινή γνώμη αλλά και τα ίδια τα κράτη – μέλη σε ό,τι αφορά το εσωτερικό των δικών τους κοινωνιών.
Ευ. Καλπαδάκης: Η ΕΕ θα πρέπει να αναρωτηθεί πού θα ήμασταν χωρίς τη Συμφωνία των Πρεσπών
Τοποθετούμενος στη συζήτηση, ο Ευάγγελος Καλπαδάκης, διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, τόνισε πως το μήνυμα της Γερμανίας, ότι θα πρέπει να υπάρξει εμβάθυνση πριν από τη διεύρυνση, είναι ένα αρνητικό μήνυμα διότι η αντίδραση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν πρέπει να είναι απλώς η δημιουργία μιας χαλαρής συμμαχίας δυτικών χωρών κατά της ρωσικής επιθετικότητας, αλλά πρέπει να δώσει ένα ουσιαστικό έναυσμα στην ενταξιακή διαδικασία, με σκοπό να επηρεάσει θετικά τις εκεί πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις υπέρ της ΕΕ, της σταθερότητας και της ανάπτυξης.
- «Θα πρέπει να αναρωτηθεί η ΕΕ πού θα βρισκόμασταν αυτή τη στιγμή, αν δεν υπήρχε η Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία δημιούργησε μια πολύ σημαντική δυναμική η οποία χάθηκε στη συνέχεια λόγω και της στάσης κρατών – μελών της ΕΕ» σημείωσε ο κ. Καλπαδάκης και αναφέρθηκε ιδιαίτερα στη Γαλλία και τη Βουλγαρία.
Τόνισε, ωστόσο, ότι θα πρέπει να υπάρξει πολιτική αποφασιστικότητα προκειμένου να δοθεί μια νέα δυναμική στην ενταξιακή διαδικασία στην επικείμενη διάσκεψη ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων στα Τίρανα, «διότι αν δεν δοθεί, η ΕΕ δεν θα μπορεί να είναι αξιόπιστη διεθνώς και ειδικά στον Καύκασο αν δεν είναι αξιόπιστη στην ίδια της τη γειτονιά όπου έχει δώσει συγκεκριμένες υποσχέσεις. Δεύτερον, η αποσταθεροποίηση στα Δυτικά Βαλκάνια θα ανοίξει τον δρόμο όχι μόνο για επιρροή αρνητική τρίτων χωρών, αλλά θα επηρεάσει και την ΕΕ την ίδια».
Στη διάρκεια της συζήτησης υπήρξε αντέγκληση μεταξύ του κ. Καλπαδάκη και του Φαρούκ Καϊμακτσί (Faruk Kaymakci), υφυπουργού Εξωτερικών και διευθυντή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκίας, ο οποίος επέρριψε ευθύνες στην Ελλάδα και την Κύπρο ότι «δηλητηριάζουν την ευρωπαϊκή πολιτική».
- «Αυτό που έχει δηλητηριάσει τις ευρωτουρκικές σχέσεις είναι καταρχήν οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν από την Τουρκία μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία το 2016. Πολιτικές που οδηγούν στην παραβίαση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου και πολιτικές που συνιστούν παραβίαση και των κριτηρίων της Κοπεγχάγης και αφορούν όχι μόνο την καλή γειτονία, αλλά και το κράτος δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Καλπαδάκης, «ο μόνος δρόμος για να προωθηθούν οι ευρωτουρκικές σχέσεις που είναι εξαιρετικής σημασίας για την ίδια την περιοχή και την ειρήνη σ’ αυτήν, είναι η Τουρκία να αλλάξει πολιτική και να προσεγγίσει και να επανέλθει σε ένα νέο πλαίσιο που είδαμε την περίοδο 2015-2016, με αφορμή τη θετική ατζέντα που είχε χτιστεί με αφορμή το προσφυγικό». Υπήρξε μια τέτοια ευκαιρία, τόνισε, «με τις αποφάσεις του Μαρτίου και του Ιουνίου του 2021 που πολύ ξεκάθαρα ανοίγουν την προοπτική για ενίσχυση της ευρωτουρκικής συνεργασίας υπό συγκεκριμένους όρους».
Φ. Καϊμακτσί- Η ΕΕ δεν συμπεριφέρεται δίκαια στην Τουρκία
Ο κ. Καϊμακτσί υποστήριξε στην τοποθέτησή του ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συμπεριφέρεται δίκαια στην Τουρκία, χαρακτήρισε λανθασμένο τον τρόπο που παρουσιάζεται η χώρα του πολλές φορές και συμπλήρωσε ότι η Τουρκία είναι παράγοντας σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Αναφερόμενος στη στασιμότητα στη διαδικασία διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την απέδωσε τόσο σε έλλειψη σοβαρής δέσμευσης από την πλευρά της ΕΕ όσο και σε απουσία προόδου και έλλειψη μεταρρυθμίσεων από την πλευρά των υποψήφιων χωρών, αλλά και «στην εθνικοποίηση και εργαλειοποίηση», όπως ισχυρίστηκε, της όλης διαδικασίας.
Τ. Χαγκλάιτνερ- Η διεύρυνση επέστρεψε στην πολιτική ατζέντα
Θέλοντας να δώσει μια πιο αισιόδοξη νότα, όπως είπε, στη συζήτηση, ο Τόμας Χαγκλάιτνερ (Thomas Hagleitner), προϊστάμενος διοικητικής μονάδας D1- Πολιτική Δυτικών Βαλκανίων και Περιφερειακή Στρατηγική (D1: Western Balkans Policy & Regional Strategy) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σημείωσε ότι η διεύρυνση επέστρεψε στην πολιτική ατζέντα και η ΕΕ στηρίζει τις χώρες που βρίσκονται σε αυτή τη διαδικασία καθώς και τις κοινωνίες των χωρών αυτών.
- Μεταξύ άλλων, σε ό,τι αφορά τα κριτήρια για την πρόοδο στη διαδικασία ένταξης υπογράμμισε ότι ζητήματα όπως η έννομη τάξη παραμένουν ζωτικής σημασίας για την πορεία μιας χώρας προς την ένταξη στην ΕΕ, ενώ αναφέρθηκε ακόμη στις προσπάθειες που γίνονται ώστε να υπάρξει θετικός αντίκτυπος στις κοινωνίες των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται, όπως είπε, και όλα όσα αφορούν την ενεργειακή στήριξη των χωρών ενόψει του χειμώνα.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Ίαν Λέσερ (Ian Lesser), αντιπρόεδρος του GMF (The German Marshall Fund of US).
H διάσκεψη, που αποτελεί πλατφόρμα διαλόγου και επικοινωνίας των πρωταγωνιστών των πολιτικών, θεσμικών και διπλωματικών εξελίξεων της Ανατολικής Μεσογείου και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, πραγματοποιείται στο Egmont Palace και διοργανώνεται σε συνεργασία με την εφημερίδα «Η Καθημερινή».
Το συνέδριο των Βρυξελλών είναι η επόμενη κίνηση του Φόρουμ να βρεθεί στα κέντρα αποφάσεων, μετά την επιτυχημένη ετήσια παρουσία του στην Ουάσιγκτον.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ