Fitch: Δύο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική η ελληνική οικονομία – Σταθερή στο BB η αξιολόγηση
Ο οίκος Fitch διατήρησε την ελληνική πιστοληπτική αξιολόγηση στο ΒΒ, δυο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική, διατηρώντας και το θετικό outlook.
Υπενθυμίζεται ότι στις 16 Σεπτεμβρίου τόσο η DBRS, όσο και η Moody’s κράτησαν στάσιμη την Ελλάδα. Η πρώτη μας τοποθετεί σε ΒΒ (high) με σταθερές προοπτικές και την αξιολόγηση να παραμένει μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Από την πλευρά της η Moody’s είχε προχωρήσει τελευταία φορά σε αλλαγή της αξιολόγησης της Ελλάδας τον Νοέμβριο του 2020. Την είχε αναβαθμίσει σε Ba3 με σταθερό outlook δηλαδή τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική. Εκτοτε δεν προχώρησε.
Η Fitch στις 8 Ιουλίου 2022 επιβεβαίωσε την βαθμολογία BB με θετικό outlook που είχε δώσει στις αρχές της χρονιάς, δυο βαθμίδες πριν την επενδυτική. Η S&P είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BB+ με σταθερό outlook στις 22 Απριλίου. Την τοποθετεί δηλαδή μια βαθμίδα πριν την επενδυτική.
- Οπως εξηγεί η Ελλάδα έχει υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα που ξεπερνά κατά πολύ τη διάμεση τιμή «BB» και «BBB».
Οι βαθμολογίες σε ότι αφορά τη διακυβέρνηση και τους δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης είναι από τους υψηλότερους σε αυτή την κλίμακα. Αυτά τα πλεονεκτήματα, όμως, έρχονται αντιμέτωπα με τα πολύ υψηλά, αν και μειούμενα, επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) και με πολύ μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους.
Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την αναμενόμενη συνέχιση της μείωσης του χρέους του δημόσιου τομέα, στο πλαίσιο χαμηλού κόστους δανεισμού, και ενός επιπέδου ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, παρά την επιδείνωση των προοπτικών στην ευρωζώνη τους τελευταίους μήνες.
- Οι προβλέψεις της Fitch κάνουν λόγο για σταθερή μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ έως το 2024. Εκτιμά ότι ο δείκτης θα υποχωρήσει στο 175,4% έως τα τέλη του 2022, κάτω από τα επίπεδα προ πανδημίας και από το 193,3% στα τέλη του 2021.
Το δείκτης θα υποχωρήσει στο 174,4% προτού μειωθεί περαιτέρω στο 170,4% στα τέλη του 2024, καθώς η χώρα θα περνά σε πρωτογενές πλεόνασμα. Ο δείκτης χρέους θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων μεταξύ των χωρών που καλύπτει η Fitch, υπερτριπλάσιος των χωρών με αξιολόγηση ΒΒ.
Την ίδια στιγμή υπάρχουν παράγοντες που στηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό κεφαλαιακό μαξιλάρι (στο 17% του ΑΕΠ στα τέλη του έτους). Τα κόστη εξυπηρέτησης παραμένουν χαμηλά και ο σχεδιασμός των δόσεων είναι διαχειρίσιμος. Οι προτεινόμενες αλλαγές από τη Eurostat θα οδηγήσουν τις εγγυήσεις προς τις τράπεζες μέσω του Ηρακλή να συμπεριληφθούν στο χρέος γενικής κυβέρνησης. Αυτό θα αυξήσει το ύψος του χρέους κατά 13,8 δισ. ευρώ (8,8% του προβλεπόμενου ΑΕΠ για το 2022).
Οι ομολογιακές αποδόσεις έχουν ενισχυθεί το τελευταίο τρίμηνο, με το 10ετές μόλις κάτω από το 5% στα τέλη Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, ο δείκτης τόκων προς έσοδα θα αυξηθεί μόνο σταδιακά προς το 6% περίπου το 2024. Η μέση ωρίμανση του ελληνικού χρέους είναι μεταξύ των μεγαλύτερων, στα 19 χρόνια περίπου. Επιπλέον, τα επιτόκια είναι σταθερά, περιορίζοντας την επίπτωση των αυξήσεων επιτοκίων.
- Το καθαρό κόστος των μέτρων κρατικής στήριξης για την άμβλυνση των επιπτώσεων των τιμών ενέργειας είναι περίπου 4,5 δισ. ευρώ (περίπου 2,2% του ΑΕΠ).
Το ακαθάριστο ποσό της στήριξης είναι περίπου τέσσερις φορές υψηλότερο, αλλά αντισταθμίζεται από έναν μηχανισμό clawback στα υπερβάλλοντα έσοδα των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας. Η αύξηση εσόδων και η μείωση των μέτρων στήριξης από την πανδημία οδηγούν το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης φέτος χαμηλότερα, στο 4,5% του ΑΕΠ από 7,4% το 2021.
Το σχέδιο προϋπολογισμού του 2023 προβλέπει μέτρα με κόστος που εκτιμάται στα 3,2 δισ. ευρώ (περίπου 1,5% του ΑΕΠ). Το ασθενέστερο μακροοικονομικό περιβάλλον και τα νέα μέτρα που αυξάνουν το έλλειμμα οδηγούν υψηλότερα τις προβλέψεις του οίκου για το έλλειμμα, στο 3,5% του ΑΕΠ, από 2,4% τον Ιούλιο. Με την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2024, το έλλειμμα θα μειωθεί στο 2,3%.