Βαρουφάκης: “Επί υπουργίας μου, οι αμερικανικές αρχές παρακολουθούσαν το κινητό μου, το άκουγαν και οι Γερμανοί”
Στο θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων είναι επικεντρωμένη η συνέντευξη του γραμματέα του ΜέΡΑ25, Γιάνη Βαρουφάκη, στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο». Αναφέρεται δε, τόσο στην τρέχουσα περίοδο, όσο όμως και στην περίοδο κατά την οποία ήταν υπουργός.
Η συνέντευξη Βαρουφάκη ξεκινά από την υπόμνηση μιας παλαιότερης φράσης: «Δεν είναι δουλειά του πρωθυπουργού στο κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα να είναι θεσμικός προϊστάμενος της ΕΥΠ. Αυτό θα ταίριαζε σε άλλα καθεστώτα, όχι σε δημοκρατικό καθεστώς». Φράση που είχε χρησιμοποιήσει από το βήμα της Βουλής, όπως αναφέρει, τον Φεβρουάριο του 2008, ο τότε υπουργός Εσωτερικών Προκόπης Παυλόπουλος. «Και είχε δίκιο. Από τη στιγμή που ο κ. Μητσοτάκης πήρε την ΕΥΠ υπό την επίβλεψή του, όλη η ευθύνη για την παρακολούθηση δημοσιογράφων και πολιτικών του αντιπάλων πέφτει πάνω του», δηλώνει ο γραμματέας του ΜέΡΑ25.
Σε επόμενο σημείο, ο γραμματέας του ΜέΡΑ25, αναφέρει ότι «από καταβολής… τηλέγραφου οι μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν. Αυτό που είναι καινούργιο είναι να πιάνεται στα πράσα πρωθυπουργός να παρακολουθεί πολιτικούς αντιπάλους και, αντί να τρέξει να κρυφτεί από την ντροπή του, να επιμένει ότι όλα έγιναν νόμιμα και, το χειρότερο, να στερεί από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής το δικαίωμα να ανακρίνει τους διορισμένους από αυτόν υπαλλήλους της ΕΥΠ. Για να το πω απλά, ο κ. Μητσοτάκης αποτελεί από μόνος του μια συνταγματική εκτροπή, στην οποία συμπαρασύρει ολόκληρο το κυβερνών κόμμα», υποστηρίζει ο γραμματέας του ΜέΡΑ25.
Ερωτηθείς όμως, για το εάν υπήρξε ο ίδιος θύμα παρακολουθήσεων ενόσω ήταν υπουργός, απαντά ως εξής: «Όπως έχω καταγράψει στο βιβλίο μου ‘Ανίκητοι Ηττημένοι’ το 2017, όσο ήμουν υπουργός οι αμερικανικές αρχές δεν έκρυψαν ότι παρακολουθούσαν το τηλέφωνό μου – το είπαν μάλιστα στον καθηγητή και συνεργάτη μου Τζεφ Σακς όταν του τηλεφώνησαν μετά από μεταξύ μας συνομιλία να τον ρωτήσουν, ‘Πιστεύετε ότι αυτά που μόλις σας είπε ο Έλληνας υπουργός οικονομικών τα εννοεί;’. Μάλιστα, μετά την αποχώρησή μου από την κυβέρνηση, έχω πλέον αποδείξεις που μου διέθεσαν τα ισπανικά δικαστήρια, ότι οι ίδιες αμερικανικές υπηρεσίες, όχι μόνο παρακολουθούσαν το κινητό μου, αλλά τηρούσαν και αρχείο φωτογραφιών και βίντεο από συναντήσεις μου έως τουλάχιστον και το 2020. Ο λόγος; Η προσωπική μου σχέση με τον Τζούλιαν Ασάνζ. Παράλληλα, έχω έντονες ενδείξεις, ότι επί υπουργίας μου το τηλέφωνό μου το άκουγαν υπάλληλοι της γερμανικής πρεσβείας», ισχυρίζεται επίσης.
Στη μομφή Μητσοτάκη για την ενδεχόμενη «τερατογένεση» μιας κυβέρνησης συνεργασίας της μείζονος με την ελάσσονα αντιπολίτευση, αναφέρει: «Όποιος έχει μύγα μυγιάζεται. Μιλά για τερατογένεση ο κ. Μητσοτάκης που συμμετείχε σε κυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ με μόνο κοινό πρόγραμμα την λεηλασία και τον εξευτελισμό, υπό τας διαταγάς της τρόικας, του ελληνικού λαού. Σε αυτό τον τόπο, κάποιοι νομίζουν ότι μπορούν να βασιστούν στην κοντή μνήμη των πολιτών για να γαντζωθούν στις καρέκλες τους».
Στο ερώτημα αν θα συμβάλει συμμετέχοντας σε μια προοδευτική διακυβέρνηση, ξεκαθαρίζει πως «καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι προοδευτική, αν δεν έχει ένα συνεκτικό προοδευτικό πρόγραμμα προς εφαρμογή. Κανένα προοδευτικό πρόγραμμα δεν μπορεί να εκπονηθεί μετά την κάλπη και χωρίς να έχει τεθεί στην κρίση των ψηφοφόρων προ της κάλπης. Εμείς λέμε σε κάθε προοδευτική δύναμη το προφανές: Ο κ. Μητσοτάκης κατέθεσε στον λαό το πρόγραμμά του. Εμείς έχουμε ιερή υποχρέωση να βρεθούμε προεκλογικά, να σφυρηλατήσουμε ένα μίνιμουμ κοινό προοδευτικό πρόγραμμα, ώστε να το θέσουμε στην κρίση του λαού κόντρα στο πρόγραμμα της “Μητσοτάκης ΑΕ”. Μετά την κάλπη, εντός του τριήμερου που προβλέπει το Σύνταγμα, το πολύ-πολύ να μοιράσουμε… υπουργεία, κάτι που δεν αφορά το ΜέΡΑ25. Με πολύ απλά και σταράτα λόγια: Δεν θέλω να ξανακούσω για προοδευτική κυβέρνηση από εκείνους που αρνούνται να συζητήσουν πριν τις εκλογές τι σημαίνει στην πράξη, προγραμματικά, μια προοδευτική διακυβέρνηση».
Για την ενεργειακή ακρίβεια, τέλος, ο Γ. Βαρουφάκης επαναλαμβάνει την πρόταση του κόμματός του, να τεθεί «ένα πλαφόν στους παραγωγούς λίγο πάνω από το μέσο κόστος τους», με ταυτόχρονο παροπλισμό του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, ώστε «αυτή η χαμηλότερη τιμή να περνάει στους καταναλωτές και να μην χρειάζεται το μόνιμα χρεοκοπημένο κράτος να δανείζεται 2 δισ. το μήνα για επιδοτήσεις».