Ο Βενιζέλος, το απόρρητο και το παρασκήνιο στην (συνταγματική και πολιτική) Ιερουσαλήμ
Ως προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο, οι παροικούντες την μικρή αλλά δραστήρια Ιερουσαλήμ των συνταγματολόγων και νομικών γνωρίζουν πως κινείται ενεργά, σχεδόν συντονίζει όσα λέγονται και γράφονται εσχάτως σχετικά με το μείζον σκάνδαλο των υποκλοπών. Το γραφείο του στο Κολωνάκι και τα σπίτια πολιτικών και προσωπικών του φίλων έχουν μετατραπεί σε “γιάφκες” συνταγματικής ζύμωσης, ανταλλαγής απόψεων και οργάνωσης της σχετικής επιχειρηματολογίας περί του απορρήτου και όχι μόνο.
Το επιστημονικό βεληνεκές του ουδείς το αμφισβητεί. Πολλοί τον θεωρούν “σημείο αναφοράς”, η γνώμη του ενισχύει ή ανατρέπει θεωρίες και ερμηνείες, και η συχνά υπερφίαλη προσωπικότητά του μετατρέπεται σε πολύ ισχυρό όπλο εάν κάποιος αμφισβητήσει την αξιωματική σχέση του με τα νομικά και δη τα θεσμικά και συνταγματικά, ιδιαίτερα όσα έχουν εφαρμογή στην πολιτική καθημερινότητα.
Αυτό το λάθος έκανε ο υπουργός Επικρατείας και καθηγητής Γιώργος Γεραπετρίτης και εισέπραξε ειρωνεία και πληθώρα νομικών και συνταγματικών επιχειρημάτων που μάλλον διέλυσαν την ούτως ή άλλως “εκτός κοινής λογικής” άποψή του για την διαφύλαξη του απορρήτου. Διότι, αυτό που σκοπίμως συγχέουν ορισμένοι είναι πως είναι άλλο το απόρρητο στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, ή την Εξεταστική επιτροπή, όπου, όντως, μπορεί να ειπωθούν λεπτομέρειες που αφορούν την εθνική ασφάλεια, κι άλλο η υποχρέωση των επικεφαλής της ΕΥΠ, των πολιτικών προϊσταμένων, και των ανεξάρτητων αρχών, να ελέγχονται και να λογοδοτούν ενώπιον της Βουλής.
Για τον Ευάγγελο Βενιζέλο και πολλούς άλλους αυτό είναι το κομβικό σημείο, η λυδία λίθος της υπόθεσης: η λογοδοσία. Απλά και βασικά μαθήματα για πρωτοετείς της Νομικής, κάτι που ο τελευταίος έχει διδάξει εκατομμύρια φορές.
Η έννοια της λογοδοσίας, λοιπόν, αναιρείται από το πείσμα στο απόρρητο, όπως ευστόχως ανέδειξαν και μη συνταγματολόγοι, από τον Κώστα Καραμανλή και την ΌΛγα Κεφαλογιάννη, έως τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και φυσικά το “θύμα” του σκανδάλου, τον Νίκο Ανδρουλάκη. Ακριβώς τα ίδια επισημαίνει το Ευρωκοινοβούλιο και τα αρμόδια ευρωπαϊκά δικαστήρια, όπου σύντομα θα φτάσει η υπόθεση και, όπως λένε οι γνωρίζοντες, οι αποφάσεις τους θα εκθέσουν ανεπανόρθωτα την χώρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να έχει καλυφθεί πίσω από την ασθενή γνωμάτευση Γεραπετρίτη (σ.σ πρέπει να σημειωθεί πως ακόμα και ο πάντοτε φανατικά υποστηρικτικός στην κυβέρνηση Αντώνης Μανιτάκης δεν αμφισβήτησε την ουσία και τον πυρήνα της -κατά Βενιζέλο- συνταγματικής πλευράς της υπόθεσης), και έμμεσα να υποτίμησε τις απόψεις του Κ. Καραμανλή και του Πρ. Παυλόπουλου, προσπαθεί, όμως, να κρατήσει ανοικτούς διαύλους πολιτικής επικοινωνίας με τον κ. Βενιζέλο.
Κι αυτό διότι, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά, θεωρείται πως εκφράζει το μικρό, πλην, όμως, ενεργό, τμήμα των ακροκεντρώων και τις οπισθοφυλακές του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου που απέμειναν. Όσο, δε, αποφεύγει να τοποθετείται επί του μείζονος αυτού θεσμικού ζητήματος ο -ευρισκόμενος ακόμα σε διακοπές στο Κορακοχώρι- Κώστας Σημίτης, αυτό το “χαλαρό μέτωπο” δείχνει να μην επιθυμεί να συγκρουστεί με το Μέγαρο Μαξίμου. Αν και ως προς τον “απόντα Σημίτη”, οι πληροφορίες θέλουν τον συνταγματολόγο Νίκο Αλιβιζάτο (ο οποίος τοποθετήθηκε αυστηρά και σχετικά άμεσα) να επιδιώκει οσονούπω να τον συναντήσει και να τον ενημερώσει.
Στο Μαξίμου εκτιμούν -και μάλλον έχουν δίκιο- πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν πρόκειται να ξεφύγει από το θεσμικό πλαίσιο και δεν θα ρίξει πολιτικές γέφυρες προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Το τραύμα, άλλωστε, από την παραπομπή του σχετικά με την υπόθεση της Novartis δεν μπορεί να επουλωθεί εύκολα, οι θυμοί, ωστόσο, έχουν αμβλυνθεί και οι ιεραρχήσεις έχουν αλλάξει. Έχει περιορίσει την επιθετική ρητορική του, ο δε Αλέξης Τσίπρας μιλά, πλέον, ευγενικά και με σεβασμό για τις απόψεις του.
Στόχος του κ. Βενιζέλου, λέγεται, πως είναι τρία πράγματα: α. να γίνει επίκεντρο ενός θεσμικού πόλου που θα επισφραγίσει τις εξελίξεις στην υπόθεση των υποκλοπών, β. να αναβαθμίσει το πολιτικό του κεφάλαιο και να το προσφέρει σε αξιοποίηση, εάν χρειαστεί, για πολιτικές συναινέσεις στο μετεκλογικό τοπίο, γ. να διατηρήσει ανοικτές τις πιθανότητες για μια υποψηφιότητα στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Το τελευταίο, άλλωστε, τον φέρνει (παρασκηνιακά) απέναντι στην Κατερίνα Σακελαροπούλου, η οποία, παρότι άνευ …αρμοδιοτήτων, επιδεικνύει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις περί τις υποκλοπές. Είτε λόγω του νομικού-δικαστικού παρελθόντος της, είτε επειδή έχει προσδεθεί απολύτως στην κυβέρνηση και επιθυμεί μία δεύτερη θητεία, την οποία μπορεί να εξασφαλίσει μόνο με την επικράτηση του πρωθυπουργού στις επόμενες εκλογές.