“Πλένω ρούχα με χλιαρό νερό, σβήνω το φως όταν βγαίνω από το δωμάτιο”- Οι συστάσεις της κυβέρνησης για την εξοικονόμηση ενέργειας- Ποιά μέτρα εξετάζονται
Οι τιμές ενέργειας έχουν ανέβει παντού. Δεν μπορεί μια κυβέρνηση να προστατεύσει πλήρως τους καταναλωτές. Ούτε θεμιτό είναι. Η εξοικονόμηση άλλωστε προϋποθέτει ο καταναλωτής να πληρώνει πραγματικές τιμές. Αλλά ούτε το άλλο στέκει: Να φτωχοποιήσουμε τον κόσμο και να διαλύσουμε την οικονομία για να υπερασπιστούμε ένα συγκεκριμένο μοντέλο αγοράς. Απαιτείται μια ισορροπία.
Αυτό, μεταξύ άλλων, επισημαίνει με ανάλυσή του στο K-Report, ο σύμβουλος του πρωθυπουργού για θέματα ενέργειας Νίκος Τσάφος, λίγο πριν τις αποφάσεις της ΕΕ (οι πρώτες ενδείξεις θα υπάρξουν στο συμβούλιο των υπουργών ενέργειας στις 9 Σεπτεμβρίου).
Επισημαίνει, δε, πως θα υπάρξουν μέτρα με στόχευση (ευάλωτους αλλά και επιχειρήσεις), ενώ περιγράφει τις συστάσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας που θα γίνουν στους πολίτες:
“Εξοικονόμηση σημαίνει σβήνω το φως όταν φεύγω από ένα δωμάτιο. Πλένω τα ρούχα με χλιαρό νερό. Βάζω το κλιματιστικό στους 25 βαθμούς και το κλείνω όταν πάω στο περίπτερο να πάρω τσιγάρα. Αλλάζω τις παλιές συσκευές με καινούργιες (που επιδοτούμε) και αναβαθμίζω ενεργειακά το σπίτι (επίσης με επιδότηση). Εξοικονόμηση δεν είναι να πεθάνουν άνθρωποι από θερμοπληξία γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν το ρεύμα, ούτε είναι εξοικονόμηση να κλείνουν μαγαζιά και εργοστάσια γιατί δεν βγαίνουν.“
To άρθρο του συμβούλου του πρωθυπουργού στο K-Report:
Η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης για την ενεργειακή κρίση βασίζεται σε τρεις άξονες: (α) Στοχευμένη παρέμβαση στις αγορές για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις, (β) θωράκιση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας χωρίς να υπονομεύονται οι στόχοι για την ενεργειακή μετάβαση, και (γ) ανακύκλωση των υπερκερδών για την στήριξη των καταναλωτών ώστε να περιορίζεται ο αντίκτυπος στον κρατικό προϋπολογισμό και να μην επηρεάζεται ο στόχος για το έλλειμα και την επενδυτική βαθμίδα. Είναι ένα μείγμα πολιτικής ανάλογο με την πολυπλοκότητα της κρίσης. Και εμπεριέχει ιδέες που σκέφτεται να υιοθετήσει η Ευρώπη.
Η ενεργειακή κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι πρωτοφανής και πολυσύνθετη. Πρωτοφανής γιατί σπάει μια σχέση με την Ρωσία που κράτησε 70 χρόνια και γιατί οι τιμές έχουν ανέβει σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Πολυσύνθετη γιατί αγγίζει το πετρέλαιο, το αέριο, τον άνθρακα, και την ηλεκτρική ενέργεια, ενώ επηρεάζεται επίσης και από την κλιματική αλλαγή. Δεν υπάρχουν ανάλογα ιστορικά παραδείγματα για να μας καθοδηγήσουν.
Η κρίση επιδεινώνεται από αγορές που στήθηκαν για άλλες συνθήκες. Πριν μια δεκαετία, η Ευρώπη αγόραζε το φυσικό αέριο σε τιμές που ορίζονταν σε σχέση με τα πετρελαιοειδή. Τώρα ορίζεται η τιμή σε χρηματιστήρια. Στο παλιό σύστημα, αν η Ρωσία μείωνε τις ροές προς την Ευρώπη, η τιμή θα άλλαζε μόνο για τις ποσότητες που δεν τελούσαν υπό μακροχρόνια συμβόλαια. Τώρα η Ρωσία παίζει με την στρόφιγγα και χειραγωγεί όλες τις τιμές. Οι κανόνες της νέας αγοράς δίνουν στη Ρωσία μια δύναμη που δεν είχε παλιά.
Μια παρόμοια στρέβλωση παρατηρείται στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπου η τιμή ορίζεται από το ακριβότερο καύσιμο. Όταν το ακριβότερο καύσιμό είναι λίγο πιο ακριβό από τα άλλα, η τιμή αυτή δίνει ένα υγιές σινιάλο στους επενδυτές. Αλλά όταν η τιμή ξεφύγει – όπως σήμερα λόγω του φυσικού αερίου – δημιουργεί παρενέργειες. Δημιουργεί επίσης και ουρανοκατέβατα κέρδη. Είναι μια αγορά που χρειάζεται διόρθωση.
Στο φυσικό αέριο, από την έναρξη του πολέμου η κυβέρνηση έχει καλέσει την Ευρωπαϊκή Ένωση να περιορίσει την μεταβλητότητα είτε με ένα πλαφόν στην τιμή, είτε με κανόνες που θα περιορίζουν την κερδοσκοπία. Στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, έχει παρέμβει στο εσωτερικό έτσι ώστε οι παραγωγοί να παίρνουν μόνο ότι είναι θεμιτό για να καλύπτουν τα κόστη τους. Τα υπόλοιπα χρήματα ενισχύουν τους καταναλωτές. Με την όξυνση της κρίσης το πολιτικό περιθώριο για τολμηρές αποφάσεις στην Ευρώπη αυξάνεται. Και οι λύσεις φαίνονται να κινούνται στα πλαίσια των ελληνικών προτάσεων. Δύο από τις προτάσεις στο τραπέζι είναι εμπνευσμένες από ελληνικές ιδέες.
Παράλληλα, η ελληνική κυβέρνηση θωρακίζει την ασφάλεια της χώρας. Το φυσικό αέριο το βλέπουμε διαφορετικά από την υπόλοιπη Ευρώπη. Είμαστε μία από τις έξι χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση που έχουν υποδομές για να εισάγουν, σε ετήσια βάση, ποσότητες ίσες με την κατανάλωσή τους (μαζί με Ισπανία, Πορτογαλία, Κροατία, Λιθουανία και Μάλτα). Έχουμε επίσης μειώσει σημαντικά την εξάρτηση μας από τη Ρωσία στο 40% το 2021 από 60-κατι πριν λίγα χρόνια. Η Ελλάδα δεν ακολουθεί την ίδια πολιτική με την Γερμανία γιατί δεν είναι Γερμανία. Τόσο απλά.
Το αέριο στην Ελλάδα έχει επίσης διαφορετικό ρόλο. Στην Ευρώπη, η κατανάλωση του φυσικού αερίου είναι (περίπου) ένα-τρίτο βιομηχανία, ένα-τρίτο ηλεκτροπαραγωγή, ένα-τρίτο κτίρια (νοικοκυριά, επιχειρήσεις, κτλ.). Στην Ελλάδα το 70% πάει στην ηλεκτροπαραγωγή. Άρα η κυβέρνηση μας έχει επικεντρωθεί στην ηλεκτροπαραγωγή, χωρίς να αμελεί τους άλλους τομείς.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει βάλει στόχο να μειωθεί η κατανάλωσή αερίου κατά 15%, ένα νούμερο που για την Ελλάδα είναι ρεαλιστικά εφικτό δεδομένων και των τάσεων στην αγορά. Σύμφωνα με τα στοιχεία του διαχειριστή (ΔΕΣΦΑ), η κατανάλωση του αερίου στην βιομηχανία έπεσε κατά 71% στο πρώτο εξάμηνο του 2022 κυρίως γιατί μεγάλοι χρήστες γυρίσαν τα εργοστάσια τους σε πετρέλαιο. Σε ετήσια βάση, η συνέχιση μιας τέτοιας δυναμικής θα μείωνε κατά 5% περίπου τη ζήτηση σε σχέση με το 2021.
Βλέπουμε επίσης μια αύξηση στην παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: Τους πρώτους εφτά μήνες του 2022, η παραγωγή από άνεμο και ήλιο ανέβηκε 20%. Σε ετήσια βάση, αυτή η αύξηση θα μπορούσε να μειώσει την κατανάλωση του αερίου 10%. Ας θυμηθούμε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022, το 50% της ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα ήταν νερά, ήλιος και άνεμος. Το εθνικό καύσιμο είναι η φύση, όχι ο λιγνίτης. Το 2021, είμαστε έβδομοι στον κόσμο στο ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας από ήλιο και άνεμο. Έβδομοι. Να ανεβάσουμε τον πήχη. Αλλά ας μην τα ισοπεδώνουμε όλα. Να ξέρουμε από ποια αφετηρία ξεκινάμε.
Έχουμε βάλει μπρος επίσης ένα πλάνο για την προσωρινή επέκταση του λιγνίτη εμμένοντας όμως στο στόχο μας για την απολιγνιτοποίηση. Σε ετήσια βάση η αύξηση αυτή ισούται με μείωση του αερίου κατά 15%. Άρα, το 15% που επιτάσσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε πολλούς τρόπους να το πετύχουμε. Και φυσικά οι ψηλές τιμές θα περιορίσουν την κατανάλωση. Τον Ιούλιο, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας έπεσε ήδη 12%. Η εξοικονόμηση σε λογικά πλαίσια παραμένει θεμιτή.
Ένα σχόλιο για τις επιδοτήσεις. Οι τιμές ενέργειας έχουν ανέβει παντού. Δεν μπορεί μια κυβέρνηση να προστατεύσει πλήρως τους καταναλωτές. Ούτε θεμιτό είναι. Η εξοικονόμηση άλλωστε προϋποθέτει ο καταναλωτής να πληρώνει πραγματικές τιμές. Αλλά ούτε το άλλο στέκει: Να φτωχοποιήσουμε τον κόσμο και να διαλύσουμε την οικονομία για να υπερασπιστούμε ένα συγκεκριμένο μοντέλο αγοράς. Απαιτείται μια ισορροπία.
Εξοικονόμηση σημαίνει σβήνω το φως όταν φεύγω από ένα δωμάτιο. Πλένω τα ρούχα με χλιαρό νερό. Βάζω το κλιματιστικό στους 25 βαθμούς και το κλείνω όταν πάω στο περίπτερο να πάρω τσιγάρα. Αλλάζω τις παλιές συσκευές με καινούργιες (που επιδοτούμε) και αναβαθμίζω ενεργειακά το σπίτι (επίσης με επιδότηση). Εξοικονόμηση δεν είναι να πεθάνουν άνθρωποι από θερμοπληξία γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν το ρεύμα, ούτε είναι εξοικονόμηση να κλείνουν μαγαζιά και εργοστάσια γιατί δεν βγαίνουν.
Ούτε δίκαιο είναι να ζητάμε από τον πολίτη να πληρώσει δεκαπλάσιο το ρεύμα γιατί να έχουμε ένα συγκεκριμένο μηχανισμό τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας. Τίποτα από αυτά δεν είναι αναπόφευκτο. Για αυτό παίρνουμε τα ουρανοκατέβατα κέρδη από τις εταιρίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τα χρησιμοποιούμε για να στηρίζουμε τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις. Τα περισσότερα λεφτά για τις επιδοτήσεις από κει έρχονται -όχι από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το Αύγουστο, από το 1,2 δισ. ευρώ για την επιδότηση ρεύματος, λίγο πάνω από 200 εκατ. ευρώ προήλθαν από τον κρατικό προϋπολογισμό. Κάνουμε μια παρέμβαση που είναι κοινωνικά δίκαια και που περιορίζει την στρέβλωση των αγορών.
Σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη κρίση, η στρατηγική της χώρας πρέπει να εξελίσσεται. Η λύση του Μαρτίου ίσως να μην είναι εύλογη τον Σεπτέμβριο. Το τι κάνει η Ισπανία δεν είναι κατάλληλο για την Ελλάδα, γιατί επιφέρει τεράστιο δημοσιονομικό κόστος και βασίζεται σε ιδιομορφίες της ιβηρικής αγοράς. Οι στόχοι ωστόσο μένουν οι ίδιοι: Κανόνες αγοράς που στέκουν για την σημερινή πραγματικότητα, συνεχής εγρήγορση για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, και ένα σύστημα που να επιμερίζει τα κόστη της κρίσης δίκαια. Λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο αν είναι δυνατόν, αλλά πρωτοβουλίες στο εσωτερικό μέχρι να βρεθεί συνολική λύση. Μια στρατηγική δηλαδή που ανταποκρίνεται στην πολυπλοκότητα της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης που αντιμετωπίζουμε.
(*) Ο Νίκος Τσάφος είναι ειδικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού για θέματα ενέργειας.