Βενιζέλος για Μητσοτάκη: Αν θέλει συναίνεση να σέβεται τους κανόνες ερμηνείας του Συντάγματος
Με νέα ανακοίνωση απάντησε ο Ευάγγελος Βενιζέλος στην τριτολογία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη για τις παρακολουθήσεις.
Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έδωσε συνέχεια στην αντιπαράθεση με τον πρωθυπουργό σχετικά με το εάν τα πολιτικά πρόσωπα είναι υπεράνω παρακολουθήσεων ή όχι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην τριτολογία του σχολίασε το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι συμφωνεί με την επιστημονική ερμηνεία του Ευ. Βενιζέλου, εκτιμώντας ότι τα πολιτικά πρόσωπα δεν μπορεί να παρακολουθούνται.
«Ως προς τα ζητήματα του νόμου έχουμε μία βασική διαφορά ερμηνείας του Συντάγματος. Θεωρώ ότι κανείς δεν έχει το αλάθητο στα ζητήματα αυτά» είπε ο κ. Μητσοτάκης επικαλούμενος το άρθρο 3 του εκτελεστικού νόμου 2225/94, για την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας.
«Εάν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε και προέβλεπε καθ΄ οποιονδήποτε τρόπο κάποια εξαίρεση των Βουλευτών από την εν δυνάμει δυνατότητα παρακολούθησής τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, αυτό θα μνημονευόταν στο σχετικό εκτελεστικό νόμο. Είναι σαφές ότι δεν μνημονεύεται, κατά συνέπεια, κατά την ερμηνεία του εκτελεστικού νόμου του Συντάγματος» τόνισε για να προσθέσει: «A priori θεωρούμε ότι κανείς δεν πρέπει να εξαιρείται από τη δυνατότητα παρακολούθησης για λόγους εθνικής ασφάλειας, πλην όμως συμφωνούμε ότι για τις περιπτώσεις βουλευτών η τεκμηρίωση, προκειμένου να δοθεί μία τέτοια έγκριση πρέπει να είναι εξαιρετικά στοιχειοθετημένη, πράγμα το οποίο εμφανώς δεν συνέβη στην περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη».
Βέβαια, ο πρωθυπουργός δεν απέφυγε το δηκτικό σχόλιο κατά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ:
«Εντυπωσιάζομαι από την αγάπη την οποία δείχνει ο κ. Τσίπρας στις απόψεις του κ. Βενιζέλου, αναρωτιέμαι αν είχε την ίδια άποψη όταν επιχείρησε να τον σύρει στο Ειδικό Δικαστήριο, ως ένα από τα δέκα θύματα της υπόθεσης της Novartis. Αλλά εν πάση περιπτώσει, καλοδεχούμενη η προσέγγισή σας» είπε χαρακτηριστικά.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε δήλωσή του σχολίασε:
«Ο κ. Μητσοτάκης θέλησε να μεταφέρει στη Βουλή με την τριτολογία του την άποψη που ανέπτυξε με άρθρο του στις 9/8 ο υπουργός Επικρατείας καθηγητής Γ. Γεραπετρίτης, σύμφωνα με την οποία δεν ισχύει το Σύνταγμα απευθείας αν δεν επαναλάβει τη σχετική ρύθμιση ο εκτελεστικός νόμος.
Κατά την πρωτοφανή αυτή άποψη που ανατρέπει την ιεραρχία των κανόνων δικαίου και υπονομεύει την κανονιστική υπόσταση του Συντάγματος, δεν ισχύει ούτε η βουλευτική ασυλία, ούτε το ειδικό καθεστώς της ευθύνης υπουργών, ούτε η συνταγματική ρύθμιση για την ευθύνη του Προέδρου της Δημοκρατίας, επειδή ο νόμος 2225/1994, όπως τροποποιήθηκε πολλές φορές μέχρι σήμερα, δεν αναφέρεται ρητά σε αυτές τις ειδικές συνταγματικές προβλέψεις. Αυτό δεν το κάνει ο νόμος γιατί δεν χρειάζεται.
Αυτό που διδάσκει η επιστήμη του Συνταγματικού Δικαίου και είναι αντιληπτό ως αυτονόητο από κάθε νομικό είναι η υποχρέωση ερμηνείας του νόμου σύμφωνα με το Σύνταγμα και όχι η ερμηνεία του Συντάγματος σύμφωνα με το νόμο.
Αν ο κ. Μητσοτάκης θέλει όντως κάποια θεσμική συναίνεση για την υπέρβαση του νοσηρού κλίματος πρέπει να σέβεται τους στοιχειώδεις κανόνες ερμηνείας του Συντάγματος. Αλλιώς δεν θα μπορέσει να βρει νομικό θεμέλιο για μια ρύθμιση που θα εφαρμόζει το Σύνταγμα και θα του επιτρέψει να αποσείσει την κατηγορία ότι όλα τα πολιτικά πρόσωπα τελούν υπό την απειλή δήθεν νομότυπης «επισύνδεσης» στις τηλεφωνικές τους συνομιλίες».
Η αναφορά Μητσοτάκη και η απάντηση Βενιζέλου για τις παρακολουθήσεις
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε αναφερθεί και στην πρωτολογία του στην τοποθέτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου, μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης του κινητού Ανδρουλάκη.
Ο κ. Βενιζέλος είχε τοποθετηθεί λέγοντας ότι δεν μπορεί να παρακολουθείται αρχηγός κόμματος για λόγους εθνικής ασφαλείας, με τον κ. Γεραπετρίτη μάλιστα τότε να του απαντά ότι η παρακολούθηση έγινε με νόμο που είχε υπογράψει ο ίδιος, το 1994!
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην τοποθέτησή του, απευθυνόμενος στον Αλέξη Τσίπρα, επικαλέστηκε τη δήλωση του κ. Βενιζέλου, λέγοντας «αν πιστεύετε και συμφωνείτε με την άποψη του κ. Βενιζέλου, πως επί της αρχής κανείς βουλευτής δεν μπορεί να παρακολουθείται, να βγείτε, κύριε Τσίπρα, και να το πείτε ανοιχτά».
Αναλυτικότερα, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Τα δημόσια πρόσωπα πρέπει να προστατεύονται με αυξημένο φίλτρο προστασίας. Όμως, δεν πρέπει να διαχωρίζονται με ασπίδα την ιδιότητά τους μόνο, να νιώθουν πως είναι στο απυρόβλητο. Αν πιστεύετε και συμφωνείτε με την άποψη του κ. Βενιζέλου πως επί της αρχής κανείς βουλευτής δεν μπορεί να παρακολουθείται, να βγείτε, κύριε Τσίπρα, και να το πείτε ανοιχτά. Αλλά ας σκεφτούμε λίγο πώς εξαρθρώθηκε η Χρυσή Αυγή και τότε θα αντιληφθούμε όλοι τι ακριβώς εννοώ».
Στην αναφορά αυτή του κ. Μητσοτάκη, απάντησε με μακροσκελή δήλωση ο Ευάγγελος Βενιζέλος:
Ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης θεώρησε σκόπιμο να αντιταχθεί ο ίδιος προσωπικά ενώπιον της Βουλής στην επιστημονική μου θέση ότι οι βουλευτές (και ως εκ τούτου ο εκάστοτε πρωθυπουργός, οι αρχηγοί των κομμάτων, οι υπουργοί αλλά, όπως θα δούμε, και η ίδια η Πρόεδρος της Δημοκρατίας) περιβάλλονται με ειδικές συνταγματικές εγγυήσεις ως προς το απόρρητο των επικοινωνιών τους.
Ταυτόχρονα όμως ο κ. Μητσοτάκης αποδέχθηκε ανέτως ότι πρέπει να ισχύουν αυξημένες εγγυήσεις για τα δημόσια πρόσωπα και κάλεσε τα κόμματα να συμβάλλουν στη διαμόρφωση αυτού του ειδικού πλαισίου.
Με ποια άραγε συνταγματική βάση μπορεί να υπάρχουν ειδικές νομοθετικές προβλέψεις για τα δημόσια πρόσωπα σε απόκλιση από την αρχή της ισότητας που με απλουστευτικό ζήλο επικαλείται;
Με ποια συνταγματική βάση θα προστατευθεί το τηλεφωνικό απόρρητο του ίδιου του πρωθυπουργού έναντι ενός κακού διοικητή της ΕΥΠ που αποσπά εισαγγελική έγκριση να παρακολουθήσει το κινητό τηλέφωνο του πρωθυπουργού, αναφέροντας στον εισαγγελέα μόνο τον αριθμό, χωρίς όνομα και χωρίς αιτιολογία;
Θεωρεί ο κ. Μητσοτάκης ότι μια κυβέρνηση μπορεί, επικαλούμενη λόγους εθνικής ασφάλειας, με την έγκριση ενός ή έστω δύο εισαγγελέων να θέτει υπό διαρκή παρακολούθηση όλους τους πολιτικούς της αντιπάλους;
Θεωρεί ο κ. Μητσοτάκης ότι οι πολιτικοί αρχηγοί πρέπει να αντιμετωπίζονται από την ΕΥΠ όπως αλλοδαποί ύποπτοι για κατασκοπεία;
Αν όχι, πώς και πού αυτό θεμελιώνεται συνταγματικά;
Επικαλέστηκε ο κ. Μητσοτάκης την υπόθεση των βουλευτών της «Χρυσής Αυγής». Ελπίζω να του έχει γίνει σαφές ότι είναι άλλο ζήτημα η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος με αιτιολογημένο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών και άλλο η άρση του απορρήτου για λόγους «εθνικής ασφάλειας» που δεν συνιστούν έγκλημα, άρση που γίνεται με αίτημα της ΕΥΠ χωρίς αιτιολογία, συχνά χωρίς μνεία του ονόματος του παρακολουθούμενου και με απλή εισαγγελική διάταξη που δεν αιτιολογείται.
Στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής μετά την τραγική δολοφονία Φύσσα, υπήρχε αυτόφωρο κακούργημα, δεν απαιτείτο άδεια της Βουλής για την άρση του βουλευτικού ακαταδίωκτου, η δικαιοσύνη όφειλε να ενεργήσει αμέσως, όπως και έκανε, επί των ημερών της κυβέρνησης Σαμάρα-Βενιζέλου. Δεν είχαν τεθεί οι βουλευτές της ΧΑ υπό προηγούμενη παρακολούθηση για λόγους εθνικής ασφάλειας. Εκ των υστέρων ήρθη η προστασία των εξωτερικών στοιχείων των τηλεφωνικών συνομιλιών που είχαν κάνει μεταξύ τους οι εμπλεκόμενοι, ανάμεσά τους και βουλευτές. Ας μου επιτρέψει ο κ. Μητσοτάκης να ξέρω καλύτερα από αυτόν τι συνέβη τότε και τι πρωτοβουλίες πήραμε με τον Αντώνη Σαμαρά.
Κατά το άρθρο 62 Συντ. για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου βουλευτή απαιτείται άδεια της Βουλής με σκοπό τη διερεύνηση ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος, και πριν την άδεια δεν μπορούν να διενεργηθούν ανακριτικές πράξεις που θίγουν προσωπικά τον βουλευτή (άρθρο 56 παρ.1 ΚΠΔ), όπως σωματική έρευνα και πολύ περισσότερο πράξεις σχετικές με τα προσωπικά του δεδομένα και τις συνομιλίες του. Εκτός και αν υπάρχει αυτόφωρο κακούργημα.
Η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας -και όχι για ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα- επιτρέπεται κατά το άρθρο 19 παρ.1 Συντ. να γίνει από τη δικαιοσύνη και όχι από την ΕΥΠ με απλή έγκριση εισαγγελέα. Πρόκειται για δυσμενές μέτρο που σύμφωνα με τα κριτήρια της νομολογίας του ΕΔΔΑ (κριτήρια Engel) έχει ποινικό χαρακτήρα.
Ισχύει συνεπώς το άρθρο 62 Συντ. με τις εγγυήσεις και τις εξαιρέσεις του.
Επιπλέον, ισχύει το βουλευτικό απόρρητο του άρθρου 61 παρ. 3, που προστατεύει τις πληροφορίες που παίρνει και δίνει ο βουλευτής.
Τα άρθρα 61 και 62 Συντ. δεν θεσπίζουν προσωπικά προνόμια του βουλευτή και ευρωβουλευτή (του πρωθυπουργού, του υπουργού), αλλά θεσμική εγγύηση της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος. Συναφής είναι η διάταξη του άρθρου 49 παρ.1 εδ. β΄ για τον ΠτΔ.
Αλλιώς τι νόημα έχει ο κοινοβουλευτικός έλεγχος επί της ΕΥΠ μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, αν η ΕΥΠ μπορεί να παρακολουθεί τα μέλη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας; Ή μήπως μπορεί τώρα η ΕΥΠ να παρακολουθεί και τα μέλη της εξεταστικής επιτροπής που θα συγκροτηθεί για να ελέγχει τυχόν διαρροές από τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις που μπορεί να θιγούν την εθνική ασφάλεια;
Παρακαλώ συνεπώς τον κ. Μητσοτάκη, αν δεν θέλει να σέβεται τις πολιτικές μου απόψεις, πάντως να προσέχει και να λαμβάνει υπόψη του τις νομικές μου απόψεις. Θα μπορούσε να τον βοηθήσει αυτό στην αντιμετώπιση της κρίσης του συγκεντρωτικού και μονοπρόσωπου μοντέλου εξουσίας.