Αποκάλυψη libre: 8 στις 10 περιπτώσεις άρσης απορρήτου επικοινωνιών αφορούν θέματα εθνικής ασφάλειας!- Ντόμινο (και) νομικών εξελίξεων μετά τις υποθέσεις Κουκάκη-Ανδρουλάκη
Οι υποθέσεις της παρακολούθησης του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη από την ΕΥΠ, όσο και του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, δε συνιστούν σκάνδαλο. Η χρήση του όρου αυτού, συσκοτίζει παρά διαφωτίζει την πραγματικότητα που επικρατεί στο χώρο των κρατικών παρακολουθήσεων.
Του Δημήτρη Φάκα- δικηγόρος*
Το «σκάνδαλο» παραπέμπει σε ένα γεγονός που αποκλίνει από τα γενικώς αποδεκτά και προκαλεί κοινωνικές αντιδράσεις. Φαίνεται δηλαδή να σχετίζεται με αξιολογήσεις ηθικών αποχρώσεων, ενώ δε μπορεί να τοποθετηθεί συστηματικά στο πεδίο της νομικής επιστήμης.
Οι λόγοι που οι υποθέσεις αυτές δε συνιστούν κάποιο μεμονωμένο ηθικό παράπτωμα, αλλά μια και μόνο στιγμή ενός διαρκούς και κρατικά οργανωμένου αδικήματος, αφορούν την ίδια τη διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στη χώρα μας.
Τα χαρακτηριστικά της άρσης απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων
Η διαδικασία άρσης απορρήτου, συνιστά ειδική ανακριτική πράξη. Δηλαδή, εντάσσεται σε μια ομάδα ερευνητικών πράξεων εκ μέρους των κρατικών αρχών, οι οποίες σε αντίθεση με άλλες (όπως η σύλληψη, η κατάσχεση πειστηρίων κ.α.) διενεργούνται με μυστικότητα. Συνεπώς, ο παρακολουθούμενος δε γνωρίζει ότι εναντίον του εκτελείται μια ανακριτική ενέργεια και συνεπακόλουθα δε δύναται να την προσβάλλει νομικά ή να αμυνθεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο.
Η άρση του απορρήτου έχει ως σκοπό τη συλλογή αποδείξεων για τη διερεύνηση συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων (κυρίως κακουργημάτων όσο και πλημμελημάτων), υπό τις εξής αυστηρές προϋποθέσεις:
α) ότι προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις σε σχέση με την τέλεση των αδικημάτων
β) ότι η εξιχνίαση των αδικημάτων είναι αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής χωρίς την άρση του απορρήτου, απαιτείται δηλαδή αιτιολογία.
Η διαδικασία αυτή έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια (2 μηνών και ανανεώνεται με απώτατο όριο τους 10 μήνες) και επιπλέον διαδικαστικές εγγυήσεις, υπό την αρμοδιότητα και ευθύνη Δικαστικού Συμβουλίου.
Ασχέτως του συχνά τυπολατρικού τρόπου με τον οποίο εξασφαλίζεται η πλήρωση των παραπάνω προϋποθέσεων, η διαδικασία αυτή κατ’ αρχήν πληροί με σχετική επάρκεια τα κριτήρια νομιμότητας που έχει θέσει με τη νομολογία του το ΕΔΔΑ.
Τα χαρακτηριστικά της άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας
Τα ίδια ωστόσο, δεν ισχύουν στην περίπτωση που η άρση απορρήτου διενεργείται για λόγους εθνικής ασφάλειας. Ο πολιτικά χρωματισμένος αυτός όρος είναι τόσο ασαφής, ώστε να επιτρέπει την εξυπηρέτηση απροσδιόριστων και μηδέποτε δημοσιοποιούμενων σκοπών. Αρκεί κατά το νόμο, ο Εισαγγελέας Εφετών, να εγκρίνει με διάταξή του το σχετικό αίτημα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι στην Ε.Υ.Π. υπηρετεί μόνιμα αποσπασμένος Εισαγγελέας, φαντάζεται με πόση ευκολία εγκρίνονται από αυτόν αιτήματα άρσης απορρήτου, που έχουν συνταχθεί σε κάποιο διπλανό γραφείο.
Επιπλέον, στην περίπτωση άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας συντρέχουν και άλλες προβληματικές ρυθμίσεις. Η διάταξη του Εισαγγελέα δεν απαιτείται να περιέχει αιτιολογία αναφορικά με την αναγκαιότητα του συγκεκριμένου μέτρου, ενώ το χρονικό διάστημα της παρακολούθησης δεν έχει σαφή χρονικά όρια.
Ο συνδυασμός των δυο αυτών συνθηκών, οδηγεί στο να αίρεται το απόρρητο της επικοινωνίας προσώπων (ή ακόμα και ομάδων προσώπων) επ’ αόριστο, απλώς και μόνο επειδή ένας Εισαγγελέας ενέκρινε ένα αίτημα, χωρίς να υπάρχει ανάγκη ούτε να αιτιολογήσει την απόφασή του αυτή, ούτε να λογοδοτήσει σε σχέση με το αποτέλεσμά της. Με πρόσφατη μάλιστα νομοθετική ρύθμιση, καταργήθηκε ακόμα και η δυνατότητα των πολιτών να ενημερωθούν ότι είχε αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών τους.
Το πλαίσιο της άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, είναι κάτι παραπάνω από προβληματικό. Αντανακλά πεποιθήσεις για το κράτος που ανάγονται στην εποχή των “cabinet noirs” και της ανέλεγκτης εξουσίας του βασιλιά επί των υπηκόων του. Έρχεται δε σε ευθεία αντίθεση με μια βασική δικαιοπολιτική αρχή, ότι ο κανόνας είναι η προστασία των δικαιωμάτων και κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η υποχώρησή της, για στενά προσδιορισμένους λόγους και πάντα υπό τον κανόνα της αναλογικότητας.
Η πραγματικότητα των αριθμών
Όπως προκύπτει από τις Ετήσιες Εκθέσεις της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), οι περιπτώσεις άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας τα τελευταία έτη ανέρχονται σε ποσοστό 70-80%, ενώ οι περιπτώσεις άρσης για διακρίβωση εγκλημάτων σε ποσοστό 20-30%.
Σε συνδυασμό με τα προαναφερθέντα, το στοιχείο, είναι ικανό να αποκαλύψει το επίπεδο προστασίας του κατά τα λοιπά απολύτως προστατευόμενου απορρήτου της επικοινωνίας. Οι εξηγήσεις για το φαινόμενο αυτό είναι πολλές.
Είτε η χώρα αντιμετωπίζει επί σειρά ετών μείζονες απειλές εθνικής ασφάλειας, οι οποίες ωστόσο δε δημοσιοποιούνται ποτέ, δημιουργώντας ερωτήματα ως προς την ύπαρξη, το είδος και την έντασή τους.
Είτε διάφοροι μηχανισμοί, με την κατάλληλη θεσμική συνδρομή, αξιοποιούν την «ευέλικτη» διαδικασία άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, προκειμένου να εξυπηρετήσουν επίσης αδήλωτους σκοπούς. Προκαλώντας απορίες (ή ίσως αποκαλύπτοντας) την πραγματική λειτουργία συγκεκριμένων οργάνων της δικαιοσύνης όσο και των πραγματικά υπηρετούμενων σκοπών της συγκεκριμένης διαδικασίας.
Στα παραπάνω αξίζει να συνεκτιμήσει κανείς ότι από τον τρόπο που εκτελούνται οι άρσεις του απορρήτου, δεν καταγράφεται ούτε ο συνολικός αριθμός των άρσεων απορρήτου που εγκρίνονται σε σχέση με τις υποβληθείσες, ούτε ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτών σε σχέση με τον δηλωθέντα σκοπό. Στην περίπτωση που η άρση απορρήτου, δεν επέφερε κάποιο δικονομικά αξιοποιήσιμο αποτέλεσμα, κανείς δε λογοδοτεί σε κανέναν για την πραγματική αναγκαιότητά της. Γεγονός που παραπέμπει μάλλον σε προσπάθεια συγκάλυψης των ιχνών της αναιτιολόγητης παραβίασης του επικοινωνιακού απορρήτου.
Φαίνεται λοιπόν ότι ο όρος «σκάνδαλο», δεν αρμόζει στην περίπτωση των πρόσφατων παρακολουθήσεων. Συνιστούν μια στιγμή κανονικότητας μέσα στις χιλιάδες περιπτώσεις άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, οι οποίες διενεργούνται υπό το ίδιο σκόπιμα αδιαφανές πλαίσιο και πρακτικές. Ωστόσο εδώ, οι προσβληθέντες αντιλήφθηκαν την παρακολούθηση και είχαν τη δυνατότητα αποτελεσματικής δημοσιοποίησης της υπόθεσης σε μια μάλλον εύθραυστη πολιτικά συγκυρία.
Η πρόσφατη είδηση για την προσφυγή του δημοσιογράφου κου Κουκάκη στο ΕΔΔΑ, φαίνεται ότι θα προκαλέσει ντόμινο νομικών εξελίξεων τόσο στο εθνικό θεσμικό πλαίσιο άρσης του απορρήτου όσο και στον τρόπο εφαρμογής του.
*Ο Δημήτριος Π. Φάκας είναι Δικηγόρος, με ειδίκευση στο δίκαιο προστασίας προσωπικών δεδομένων και ιδιωτικότητας.