Πώς οι πληθωριστικές πιέσεις εξανεμίζουν το εισόδημα – Σε επίπεδα ρεκόρ οι τιμές καταναλωτή
Όπως κατέδειξαν και τα πρώτα στοιχεία που έδωσε η Eurostat για τον Ιούλιο κατά 11,5% αυξήθηκαν οι τιμές καταναλωτή στη χώρα μας. Συνολικά για την Ευρωζώνη, η ενέργεια. έχει τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση των τιμών (αυξήθηκαν 39,7% από το +42% τον Ιούνιο.
Βέβαια, το φυσικό αέριο, λόγω των κινήσεων για “τεχνικό” κλείσιμο της στρόφιγγας του αγωγού Nord Stream 1 έχει “κατοχυρώσει” επίπεδο τιμών στον Ολλανδικό δείκτη TTF, πάνω από τα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με αύξηση μόνο αυτόν τον μήνα πάνω από 32% και σε ετήσια βάση πάνω 368%. Οι υψηλές αυτές τιμές έχουν φέρει και τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά σε πολύ υψηλά επίπεδα. Και βέβαια το σενάριο για τον χειμώνα είναι άκρως απαισιόδοξο θέτοντας σε περιδίνηση δημόσια οικονομικά αλλά και προϋπολογισμούς των νοικοκυριών.
Συνεχίζεται το πληθωριστικό κύμα λόγω, κυρίως του ενεργειακού ράλι, που τροφοδοτεί την εκτόξευση του κόστους παραγωγής σε όλους του τομείς (βιομηχανία, πρωτογενής κτλ)
Να σημειωθεί ότι με βάση την Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, σε επίπεδο Ευρωζώνης, και ο τομέας τροφίμων, αλκοόλ και καπνού συνεχίζει σε φρενήρη ρυθμό με αυξήσεις 9,8% από το 8,9% τον Ιούνιο. Τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά, επίσης αυξήθηκαν κατά 4,5% από το 4,3% του Ιουνίου και οι υπηρεσίες 3,7% σε σχέση με το 3,4% τον Ιούνιο.
- Είναι προφανές ότι η αύξηση του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών το 1ο τρίμηνο του 2022 κατά 3,8%, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο εξανεμίζεται από το ράλι των τιμών και βέβαια οι πλέον ευαλωτοι είναι εκείνοι που πλήττονται περισσότερο.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι όπως αναφέρει στην εβδομαδιαία του ανάλυση, το τμήμα μελετών της Alpha Bank,
“η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων ως αποτέλεσμα των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες που προκαλεί η γεωπολιτική σύγκρουση στην Ευρώπη, τόσο σε στρατιωτικό, όσο και σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, αποτελεί τον βασικό τροφοδότη της αύξησης του δείκτη τιμών καταναλωτή. Παράλληλα, συνεχίζεται η σταδιακή διάχυση του φαινομένου στο σύνολο της οικονομίας μέσω του αυξημένου κόστους παραγωγής πλειάδας προϊόντων και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη ισχυρών πληθωριστικών προσδοκιών, ενώ η σταδιακή υποχώρηση του ευρώ οδηγεί σε επιτάχυνση του εισαγόμενου πληθωρισμού. Τέλος, η αβεβαιότητα γύρω από τον όγκο της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27) αναμένεται να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την πορεία του πληθωρισμού και της οικονομικής μεγέθυνσης, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.”
Σημειώνεται ότι, περαιτέρω μεγάλη αύξηση, της τάξης του 39,9%, σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον Ιούνιο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Ιουνίου 2021, έναντι αύξησης 12,6% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2021 με το 2020. Αυτό αναμένεται σε βάθος τριμήνου να επηρεάσει τις τιμές στο “ράφι” οδηγώντας βέβαια σε νέες ανατιμήσεις.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση αυτή στο κόστος παραγωγής των εγχώριων βιομηχανιών οφείλεται στις εξής μεταβολές των δεικτών των επιμέρους αγορών:
α. Στην αύξηση του δείκτη τιμών παραγωγού εξωτερικής αγοράς κατά 59,2%, και
β. Στην αύξηση του δείκτη τιμών παραγωγού εγχώριας αγοράς κατά 33,7%.
Ωστόσο, ο γενικός δείκτης παρουσίασε μείωση 0,6% τον Ιούνιο 2022 σε σύγκριση με τον δείκτη του Μαΐου 2022, έναντι αύξησης 1,5% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2021.
Υπενθυμίζεται ότι ο Γενικός Δείκτης Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς), τον Μάιο 2022, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαΐου 2021, παρουσίασε αύξηση 43,0% έναντι αύξησης 13,7%. Επίσης, είχε προηγηθεί τεράστια αύξηση, της τάξης του 48,8% στο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον Απρίλιο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2021.
Με βάση όσα αναφέρει η ανάλυση της Alpha Bank “ο πόλεμος έχει επιδεινώσει τις προϋπάρχουσες πιέσεις στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων, δυσχεραίνοντας τις εμπορευματικές συναλλαγές και ωθώντας τις τιμές τους προς τα πάνω. Επιπρόσθετα, οι αυξημένες τιμές της ενέργειας συμπαρασύρουν τις τιμές των τροφίμων, μέσω της ανόδου:
(i) των τιμών των καυσίμων των γεωργικών μηχανημάτων,
(ii) της τιμής του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται ως εισροή στην παραγωγή λιπασμάτων και
(iii) του κόστους μεταφοράς,
καθώς οι εν λόγω παράγοντες οδηγούν σε αυξημένο κόστος αγροτικής παραγωγής Αξίζει να σημειωθεί, επιπλέον, ότι η άνοδος του κόστους μεταφοράς λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς την υποκατάσταση των εμπορευμάτων με άλλα, από πιο μακρινούς προμηθευτές.”
Παράλληλα η Alpha Bank σημειώνει, ότι “η κατηγορία διατροφή, ποτά, καπνός μπορεί να διακριθεί σε δύο υποομάδες, τα ακατέργαστα τρόφιμα (κρέας, ψάρια, φρούτα, λαχανικά) και τα επεξεργασμένα τρόφιμα που περιλαμβάνουν το ψωμί και τα δημητριακά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα έλαια και λίπη, τη ζάχαρη, τα ποτά -αλκοολούχα και μη-, τον καπνό κ.λπ. Οι τιμές των ακατέργαστων τροφίμων είναι περισσότερο ευμετάβλητες από αυτές των επεξεργασμένων. Και στις δύο περιπτώσεις, ωστόσο, οι τιμές κινούνται σε ανοδική τροχιά από τα μέσα του 2021 και μετά, με τις ετήσιες αυξήσεις να είναι εμφανώς εντονότερες κατά τους τελευταίους μήνες.
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι τιμές ορισμένων προϊόντων για τα οποία οι δύο χώρες είναι σημαντικοί εξαγωγείς (π.χ. σιτάρι, καλαμπόκι, λιπάσματα κ.λπ.) αυξήθηκαν έντονα, εξαιτίας των εμπορικών περιορισμών και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν από την ΕΕ-27 στη Ρωσία, αλλά και τη Λευκορωσία, της περιορισμένης παραγωγικής δυνατότητας της Ουκρανίας και των αυξημένων τιμών της ενέργειας. Ο πληθωρισμός τροφίμων έχει αυξηθεί πιο έντονα στις χώρες της ΕΕ-27 με υψηλό ποσοστό εισαγωγών αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων από τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία (άνω του 20%)” αναφέρει το τμήμα αναλύσεων της τράπεζας και προσθέτει ότι: “Η χώρα μας εισάγει συνολικά το 8,6% των γεωργικών προϊόντων και λιπασμάτων από τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, το έκτο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27 (στοιχεία 2021)”.
Πηγή: news247.gr