Δένδιας: Η Ελλάδα κάνει αυτό που πρέπει και αντιδρά με ψυχραιμία, στο πλαίσιο του Διεθνούς και του ευρωπαϊκού Δικαίου
Η Ελλάδα αντιδρά με ψυχραιμία και μένει στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού, καθιστά σαφές ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σχετικά με τις στις επιθετικές δηλώσεις της Τουρκίας. Σε συνέντευξή στην εφημερίδα “Action24 Press”, ερωτηθείς για τις επιθετικές δηλώσεις του Ερντογάν εναντίον της Ελλάδας και προσωπικά στον Κυρ. Μητσοτάκη, τονίζει χαρακτηριστικά πως η χώρα κάνει αυτό το οποίο πρέπει να κάνει, αντιδρά με ψυχραιμία, επαναλαμβάνει τις θέσεις της, δεν εμπλέκεται σε προσωπικές αντιδικίες, δεν προσωποποιεί τις διαφορές, μένει στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού πλαισίου που εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.
«Δεν είμαστε επεκτατική χώρα, δεν διεκδικούμε οτιδήποτε από οποιονδήποτε, θέλουμε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, έναν χώρο δημοκρατίας και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σημειώνει, προσθέτει ότι ο σεβασμός του ανθρώπου είναι το καλύτερο για την κοινωνία μας, αλλά και για την Τουρκία, και εκφράζει την ελπίδα ότι κάποια στιγμή και η «απέναντι» κοινωνία θα καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα.
Παράλληλα, ο Νίκος Δένδιας προτάσσει την ενιαία αντίληψη ως προς το αξιακό πλαίσιο στο οποίο πρέπει να οδηγηθεί η Ελλάδα, «να συνεχίσουμε οι Έλληνες ομονοούντες, να έχουμε μια αντίληψη για το πού πρέπει να πάει ο τόπος», ως αναγκαία και ικανή συνθήκη για να ανταποκριθεί η χώρα μας στις προκλήσεις προκειμένου να διατηρήσει πορεία προς την πρόοδο. «Εάν αυτή υπάρχει και ισχύσει, τότε, ανεξαρτήτως μεγέθους πρόκλησης, η χώρα έχει το ανθρώπινο δυναμικό να την αντιμετωπίσει. Εάν, αντίθετα, υπάρξει διάσπαση του εσωτερικού μετώπου μιας ενιαίας αντίληψης για το μέλλον, τότε θα υπάρξει ένα τεράστιο πρόβλημα» σημειώνει.
Σε αυτό το πνεύμα, ο υπουργός Εξωτερικών υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση προσπάθησε στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής να δημιουργήσει ένα υπόδειγμα, της εθνικής συνεννόησης και της αλληλοκατανόησης. Ειδικότερα, αναφέρει πως δεν υπάρχει κάτι το οποίο να έγινε στο υπουργείο Εξωτερικών και για το οποίο να μην ενημερώθηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι επιλογές και το σκεπτικό έγιναν γνωστά σε όλους, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την κατανόηση για το πού και το πώς πάμε. Μάλιστα, τονίζει πως «αυτό μπορούμε να το μεταφέρουμε ως υπόδειγμα στην κοινωνία».
Εξάλλου, διαπιστώνει πως στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής υπάρχει μια ωριμότητα και μια υπερκομματική, ενιαία αντίληψη για το κοινό καλό και παρατηρεί ότι «αυτή είναι μεγάλη κατάκτηση αν κανείς σκεφτεί ότι ο ελληνισμός διχάστηκε πάντα για θέματα εξωτερικής πολιτικής».
Σε ερώτηση για ποιο ήταν το σημείο καμπής όπου έγινε μια αλλαγή νοοτροπίας στην εξωτερική μας πολιτική, ο Νίκος Δένδιας απαντά ότι το χρονικό σημείο που ακόμα και η ελληνική κοινωνία σε ένα βαθμό, αντελήφθη ότι υφίσταται σημαντικό πρόβλημα στην προσέγγιση που είχε ακολουθηθεί, ήταν το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Εκεί έγινε σαφές ότι η Ελλάδα διέτρεξε έναν τεράστιο κίνδυνο να απομονωθεί από τη θάλασσα, επισημαίνει. Η αίσθηση αυτού του κινδύνου, εκφράζει την πεποίθηση ο υπουργός, οδήγησε σε μια νέα αυτογνωσία ότι υπάρχει ανάγκη η χώρα να κατοχυρώσει γρήγορα αυτό το οποίο δικαιούται και να αναπτύξει μια πιο σύνθετη προσέγγιση των πραγμάτων, φεύγοντας από το απλοϊκό “έχω διαφορές με την Τουρκία”, “έχω δίκιο και η παγκόσμια κοινότητα θα μου το αποδώσει” και πηγαίνοντας σε μια συμπαράταξη με μια σειρά χωρών.
Αναφερθείς στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επισημαίνει πως όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό τού θύμισαν τη φράση του Τσώρτσιλ στο Φούλτον του Μισούρι το 1946, ότι πέφτει μια “σιδερένια κουρτίνα” πάνω από την Ευρώπη. Εκτιμά πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία γύρισε βίαια μια σελίδα, άλλαξε τον κόσμο και δεν είναι εύκολο υπό την ίδια ηγεσία η Ρωσία να μπορεί να αναστρέψει το κλίμα και να υπαχθεί σε ένα σύστημα αξιών και αντιλήψεων το οποίο η ίδια σε μεγάλο βαθμό διέσπασε. Θα υπάρξει τεράστια καχυποψία, συμπληρώνει και προτάσσει πως χρειάζεται τεράστια προσπάθεια για να πιστέψουν ξανά οι μικρές χώρες κοντά στη Ρωσία ότι δεν τις απειλεί. «Ελπίζω κάποτε να καταλάβει την υπεραξία αυτής της προσπάθειας και να την καταβάλει. Αλλά βλέποντας τη στάση της, δεν θα ήμουν αισιόδοξος» αναφέρει.
Εν συνεχεία, τονίζει πως η επενδυτική εξωτερική πολιτική είναι απαραίτητος στόχος. «Εμείς σε αυτό το υπουργείο Εξωτερικών προσπαθήσαμε να φέρουμε όσο περισσότερο μπορούσαμε ξένες καλές πρακτικές και να φέρουμε σε επαφή τη χώρα με επενδυτικούς προορισμούς» αναφέρει και εστιάζει στην οικονομική διάσταση των σχέσεων της χώρας με το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. «Όλα αυτά είναι σημαντικό παρακολούθημα μιας πολιτικής που βλέπει πέρα από τη στενή ζώνη “Τουρκία” ή “Βόρεια Μακεδονία” ή “Αλβανία”» σημειώνει.
Επίσης, τάσσεται υπέρ της φιλοδοξίας η Ευρώπη να έχει αυτόνομη αμυντική δυνατότητα, παράλληλα με τη στενή σχέση με τις ΗΠΑ και ενός ενιαίου πλαισίου αξιών δημοκρατίας.
Περαιτέρω, επισημαίνει πως η ελληνική κοινωνία είναι σωστό να έχει την αίσθηση ότι πρέπει μόνη της να μπορεί να υπερασπίσει την πατρίδα, υπογραμμίζοντας πως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα δημιουργούμε το ευρύτερο δυνατό πλαίσιο συμμαχιών, αλλά θα το δημιουργούμε πολύ ευκολότερα, και με πολύ μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση αν μπορούμε να σταθούμε και μόνοι μας.
Σε σχέση με τα Δυτικά Βαλκάνια, αναδεικνύει πως το ιστορικό συμφέρον της Ελλάδας είναι αυτή η περιοχή να ενταχθεί με ασφάλεια στην ΕΕ. «Μπορεί να έχουμε δεύτερες σκέψεις, να μας ενοχλούν διάφορα πράγματα, αλλά πρέπει να τα βάλουμε στην άκρη, να δούμε τη μεγάλη εικόνα, και να καταλάβουμε ότι όλες αυτές οι χώρες είναι πολύ δύσκολο να σταθούν εάν δεν τις εναγκαλιστεί η ΕΕ. Αλλιώς είναι πολύ δύσκολο να σταθεί η οικονομία, η δημοκρατία και οι θεσμοί τους».
Μάλιστα, προσδιορίζει ως μεγάλη πρόκληση στα Δυτικά Βαλκάνια τη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου ανάλογου με το ευρωπαϊκό και επικεντρώνεται στο ότι η μεγάλη ευρωπαϊκή προσπάθεια στα Δυτικά Βαλκάνια πρέπει να είναι να γίνουν ευρωπαϊκές χώρες πραγματικά. Η ιστορική αποστολή της ελληνικής κοινωνίας, τονίζει, «είναι να βοηθήσει να ενταχθούν αυτές οι χώρες στην Ευρώπη».
Τέλος, ο υπουργός Εξωτερικών καταδεικνύει ότι η εξωτερική πολιτική πρέπει να είναι πολύ ευρύτερη και πολύ πιο πολυεπίπεδη και δίνει έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος κα των θαλασσών. Υπό αυτό το πρίσμα, αναφέρεται στη διοργάνωση από την Ελλάδα, σε συντονισμό με τις ΗΠΑ, το 2024, της 9ης Διεθνούς Διάσκεψης “Our Ocean Conference”. «Βγήκαμε, λοιπόν, μπροστά και μαζί με τις ΗΠΑ, πάμε να κάνουμε κάτι για τις θάλασσες του πλανήτη, το οποίο παρεμπιπτόντως εξυπηρετεί και το εθνικό συμφέρον, διότι το πλαίσιο αυτό έχει κανόνες προστασίας των ανοιχτών θαλασσών» σημειώνει καταληκτικά.