Σέρβος μαφιόζος, επικηρυγμένος από τον ΟΗΕ πίσω από τα όπλα που μετέφερε Antonov
Ιδιοκτήτης του φορτίου όπλων που βρισκόταν στο Antonov που συνετρίβη κοντά στην πόλη της Καβάλας είναι η σερβική εταιρεία «Valir d.o.o.» που ασχολείται με το εμπόριο όπλων και άλλες αμυντικές λύσεις. Το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ παρουσίασε ο Σπύρος Σιδέρης στο ieidissis.gr.
Επισήμως, ιδιοκτήτης και διευθυντής αυτής της εταιρείας, η οποία ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 2019, είναι ο Μλάντεν Μπογντάνοβιτς, ο οποίος επιβεβαίωσε στα σερβικά ΜΜΕ ότι η αποστολή στο αεροπλάνο ήταν δική τους. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, πρόκειται για τις λεγόμενες «σχολικές ποδιές», των οποίων η εξαγωγή συμφωνήθηκε και υπογράφηκε σύμβαση το 2021 με το Υπουργείο Άμυνας του Μπαγκλαντές, και υποτίθεται ότι θα χρησιμοποιηθούν για την εκπαίδευση μελών του στρατού του Μπαγκλαντές.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες του portal M, ο Μπογκτάνοβιτς φιγουράρει μόνο ως ιδιοκτήτης της Valir d.o.o., ενώ ο Σλόμπονταν Τέσιτς, ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων στα Βαλκάνια, ο οποίος βρισκόταν εδώ και χρόνια υπό τις κυρώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, και που εξέδωσε ένταλμα εναντίον του το 2021, στέκεται ανεπίσημα πίσω από την εταιρεία και η Ιντερπόλ, κατόπιν αιτήματος της Τυνησίας, λόγω υποψιών ότι συμμετείχε σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Επίσης, ο Σλόμπονταν Τέσιτς, σύμφωνα με την αντιπολιτευόμενη σερβική εφημερίδα Danas, φημίζεται ότι είναι ένας από τους επιχειρηματίες πολύ κοντά στο κυβερνών Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα (SNS) του Σέρβου προέδρου Αλέξανταρ Βούτσιτς και σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες της πύλης M, ο Τέσιτς χρησιμοποίησε τα χρήματά του για να χρηματοδοτήσει ένα μεγάλο μέρος του Δημοκρατικού Μετώπου στην εκστρατεία για τις τοπικές εκλογές στο Νίκσιτς, όταν το κόμμα της αντιπολίτευσης ανέλαβε την εξουσία και με τη βοήθεια των Δημοκρατικών και του URA εξέλεξε τον Μάρκο Κοβάσεβιτς ως πρόεδρο του δήμου Νίκσιτς.
Η “Valir d.o.o.” ιδρύθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2019, μόλις δεκαπέντε ημέρες αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ενίσχυσαν τις προηγούμενες κυρώσεις κατά του Τέσιτς, μιας ομάδας στενών συνεργατών του και εταιρειών που συνδέονται με αυτόν.
Η εταιρεία «Valir», σύμφωνα με τα στοιχεία του Σερβικού Οργανισμού Μητρώων Επιχειρήσεων, ιδρύθηκε με ιδρυτική εισφορά 100 δηναρίων (σημερινά 85 λεπτά του ευρώ). Ήδη το 2020, λίγους μόλις μήνες μετά την ίδρυση του, η “Valir” έχει εκατομμύρια πωλήσεις, κάτι που είναι ασυνήθιστο για μια νέα εταιρεία σε μια μάλλον κλειστή επιχείρηση όπως το εμπόριο όπλων, στην οποία η κύρια σύσταση είναι η προηγουμένως αποκτηθείσα «φήμη» μεταξύ των ίδιων των εμπόρων, όπως σημειώνει η Danas.
Πέρα από τη δήλωση που έκανε με αφορμή το αεροπορικό δυστύχημα στην Ελλάδα, σχεδόν τίποτα δεν είναι γνωστό για τον επίσημο διευθυντή της Valir, Μλάντεν Μπογκντάνοβιτς. Γι’ αυτό και υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον «σιωπηλό σύντροφό» του Σλόμπονταν Τέσιτς.
Το 2017, οι Ηνωμένες Πολιτείες, με απόφαση του τότε Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλαν κυρώσεις στον Τέσιτς με βάση τον νόμο Magnitsky – τον νόμο με τον οποίο η Αμερική τιμωρεί όσους παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Στη συνέχεια χαρακτηρίστηκε ως «ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων και πυρομαχικών στα Βαλκάνια», ο οποίος βρισκόταν υπό κυρώσεις του ΟΗΕ για σχεδόν μια δεκαετία για εξαγωγή όπλων στη Λιβερία. Στο δελτίο Τύπου της Γραμματείας Οικονομικών εκείνη την εποχή, αναφέρεται ότι ο Τέσιτς προχώρησε στην εξαγωγή όπλων δωροδοκώντας πελάτες, ότι τους πήγαινε σε ακριβές διακοπές και πλήρωνε για την εκπαίδευση των παιδιών τους σε δυτικά πανεπιστήμια.
Η σερβική πύλη KRIK ερεύνησε λεπτομερώς τις επιχειρηματικές διασυνδέσεις του Τέσιτς, ώστε να βρει πληροφορίες ότι αυτός αφαιρέθηκε από τη «μαύρη λίστα» του ΟΗΕ την ίδια στιγμή που το κόμμα του Βούτσιτς SNS ανέλαβε την εξουσία στη Σερβία.
Αμέσως μετά έλαβε διπλωματικό διαβατήριο από τον Υπουργό Εξωτερικών, Ιβάν Μρκiτς, το οποίο συνήθως δίνεται σε κρατικούς αξιωματούχους. Ο Μρκιτς απασχολούσε επίσης την κόρη του Τέσιτς, Ντανιέλα, η οποία ήταν προηγουμένως στη λίστα του SNS στις βουλευτικές εκλογές, στο υπουργείο που ηγήθηκε.
Ο Τέσιτς είχε και άλλα προνόμια στη Σερβία.
Οι εταιρείες του, όπως αποκάλυψε ο πληροφοριοδότης του “Κρούσικ” Αλεξάντας Ομπράντοβιτς, είχαν προνομιακή θέση σε αυτήν την κρατική εταιρεία σε σύγκριση με άλλους εμπόρους όπλων – αγόραζαν όπλα σε προνομιακές, χαμηλότερες τιμές.
Ο Ομπράντοβιτς συνελήφθη επειδή δημοσίευσε αυτή και άλλες πληροφορίες σχετικά με την επιχείρηση του “Κρούσικ” και κινήθηκαν διαδικασίες εναντίον του.
Επιπλέον, ο Τέσιτς μίσθωσε από το κράτος μια βίλα στην ελίτ γειτονιά Ντέντινιε του Βελιγραδίου, όπως είχε αποκαλύψει προηγουμένως το Συμβούλιο για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, και κατέβαλε δωρεές στο ίδρυμα του πρώην προέδρου του κράτους Τόμισλαβ Νίκολιτς», λέει ο KRIK.
Ήδη δύο χρόνια αργότερα, στις 9 Δεκεμβρίου 2019, οι ΗΠΑ ενίσχυσαν και επέκτειναν τις κυρώσεις κατά του Τέσιτς, με αποτέλεσμα άνθρωποι και εταιρείες που συνδέονται μαζί του να βρίσκονται στη «μαύρη λίστα».
Στην ανακοίνωση της τότε αμερικανικής διοίκησης γράφει ότι ο Τέσιτς, ο οποίος τελεί υπό κυρώσεις εδώ και δύο χρόνια, συνέχιζε να ασχολείται με το εμπόριο όπλων ως «σιωπηλός εταίρος» σε αρκετές εταιρείες, δηλαδή διηύθυνε εταιρείες στις οποίες δεν ήταν ούτε ιδιοκτήτης ούτε διευθυντής.
Ο Τέσιτς ελέγχει ακόμα πολλές – αν όχι όλες – πτυχές των καθημερινών λειτουργιών της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων των διαπραγματεύσεων και της αναζήτησης νέων επιχειρηματικών ευκαιριών, αλλά βασίζεται σε έμπιστους συνεργάτες για να υπογράφουν συμβόλαια και να εμφανίζονται σε όλα τα δημόσια έγγραφα.
Εξαιτίας αυτού, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, επιβλήθηκαν κυρώσεις σε εννέα από τους συνεργάτες του Τέσιτς: Γκόραν Άντριτς, Εσάντ Κάπιτζιτς, Νεμπόισα Σάρενατς, Ζόραν Πέτροβιτς, Νίκολα Μπρκιτς, Μίλαν Σούμποτιτς, Ζέλιμιρ Πέτροβιτς, Σρέτεν Τσβέτκοβιτς και Λιούμπο Μάριτσιτς.
Εταιρείες που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τον Τέσιτς, οι οποίες ήταν επίσης στη λίστα, είναι οι «Moonstorm Enterprises» και «Tardigrade Limited», αμφότερες από την Κύπρο, καθώς και η «Business Diversity Limited», με έδρα το Χονγκ Κονγκ.