Φοιτητική στέγη: Ξεκινά ο αγώνας για καλό και φτηνό ενοίκιο
Απίστευτες θυσίες θα κληθούν να κάνουν και φέτος χιλιάδες οικογένειες με παιδιά, τα οποία θα εισαχθούν σε πανεπιστημιακές σχολές και τμήματα που βρίσκονται μακριά από τον τόπο κατοικίας τους προκειμένου να αντεπεξελθουν στα έξοδα της φοιτητικής στέγης, τα οποία υπό τις σημερινές συνθήκες είναι δυσκολότερο να καλυφθούν ίσως και από τα χρόνια των μνημονίων.
Για πολλούς άλλους η πιθανότητα αυτή δεν υφίσταται καν καθώς θα αναγκαστούν και φέτος να απορρίψουν σχολές σε άλλες πόλεις μόνο και μόνο επειδή ο οικογενειακός προϋπολογισμός δεν μπορεί να σηκώσει αυτό το κόστος.
Τα ενοίκια κάτω των 300 ευρώ τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη είναι ήδη δυσεύρετα παρά το γεγονός ότι χρονικά ακόμα απέχουμε τουλάχιστον ένα μήνα από την ανακοίνωση των βάσεων. Κι αυτό γιατί η γνωστοποίηση των βαθμολογιών των υποψηφίων, για πολλούς σήμανε και την εκκίνηση για το …σαφάρι καλής και σχετικά φτηνής κατοικίας.
Άλλωστε πρόκειται για μια προσπάθεια που φαίνεται πως δυσκολεύει χρόνο με το χρόνο. Στα ακριβά ενοίκια και στην κακή κατάσταση πολλών σπιτιών σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, έρχονται διαρκώς να προστεθούν και άλλα προβλήματα με κυρίαρχο τη μειωμένη προσφορά καθώς πολλές κατοικίες έχουν ήδη βγει από το χάρτη της μακροχρόνιας μίσθωσης για χάρη της βραχυχρόνιας ενοικίασης κυρίως για τουριστικούς λόγους.
Η μάχη για μια την ανεύρευση μιας σχετικά προσωρινής κατοικίας δεν αφορά μόνο τους φοιητές, αλλά και τους μετακινούμενους εργαζόμενους που είτε πρέπει να κατοικήσουν σε τουριστικές περιοχές για να δουλέψουν «σεζόν» ή ανήκουν σε ομάδες εκπαιδευτικών, ιατρών και νοσηλευτών που διορίζονται μακριά από την οικογενειακή εστία.
Το «ethnos.gr» μίλησε με τα μέλη της ερευνητικής ομάδας του Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή Δήμητρα Σιατίτσα, Δρ. αρχιτεκτονικής – πολεοδομίας, ερευνήτρια σε θέματα κατοικίας και πόλης, Στεφανία Γυφτοπούλου, αρχιτέκτων – πολεοδόμος, Δημήτρης Μπαλαμπανίδης, Δρ. πολεοδόμος – γεωγράφος, ερευνητής σε θέματα κατοικίας και μετανάστευσης και Εύα Παπατζανή, Υπ. Δρ. & ερευνήτρια σε θέματα μετανάστευσης και μελέτης της πόλης, σε μια προσπάθεια να ρίξει φως στην αχαρτογράφητη αυτή μορφή της ενοικιαζόμενης κατοικίας και τις στρεβλώσεις που έχουν διαμορφωθεί.
Όπως εξηγούν, ο ρόλος της βραχυχρόνιας μίσθωσης στη δυσκολία εύρεσης φοιτητικής στέγης, αλλά και στέγης για επαγγελματίες, οι οποίοι χρειάζεται να μετακινούνται είναι κρίσιμος καθώς μέσω της διάδοσης των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ένα σημαντικό τμήμα του διαθέσιμου οικιστικού αποθέματος αποσύρεται από την συμβατική αγορά της μακροχρόνιας μίσθωσης. Οικιστικά ακίνητα (επιμέρους διαμερίσματα ή και ολόκληρα κτίρια) που χρησιμοποιούνταν προηγουμένως για μόνιμη κατοικία, εισέρχονται πλέον μαζικά σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες (τύπου Airbnb) εξυπηρετώντας τουρίστες ή άλλους προσωρινούς επισκέπτες.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά των διαθέσιμων προς μακροχρόνια μίσθωση ακινήτων ενώ η ζήτηση είναι μάλλον αυξανόμενη καταγράφοντας αντίστροφη πορεία, με συνέπεια να περιορίζεται όλο και περισσότερο η δυνατότητα κάλυψης – με προσιτές τιμές και σε αξιοπρεπής συνθήκες – των στεγαστικών αναγκών μεγάλου τμήματος του μόνιμου πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των φοιτητών/τριών αλλά και του μετακινούμενου εργαζομένου πληθυσμού.
Φαίνεται όμως ότι η δυσκολία στην αρχική ανεύρεση στέγης δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα: «Εχει παρατηρηθεί συχνά το φαινόμενο της έξωσης ενοικιαστών και ειδικά φοιτητών/τριών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες του έτους ώστε οι ιδιοκτήτες να διαθέσουν το ακίνητο στην βραχυχρόνια μίσθωση, γεγονός που επίσης εντείνει τη στεγαστική επισφάλεια των ενοικιαστών/τριών λόγω των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Ειδικά στις περιοχές με μεγάλη τουριστική κίνηση η κατάσταση είναι απελπιστική πλέον όλο το χρόνο», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει μετρηθεί συνολικά το ποσοστό των φοιτητών και των μετακινούμενων για κάποια χρόνια εργαζομένων που μένουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία, δεν είναι καθόλου αμελητέο.
Για το λόγο αυτό το ζήτημα των ακριβών ενοικίων, της κακής κατάστασης των διαθέσιμων διαμερισμάτων και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι προσωρινά διαμένοντες, αναδεικνύεται όλο και περισσότερο στον δημόσιο διάλογο. «Ιδιαίτερα οι νέοι/ες και οι εποχιακά εργαζόμενοι/ες, αναγκάζονται συχνά να αποδεχτούν τη διαβίωση σε κακές στεγαστικές συνθήκες και με πολύ αυξημένες τιμές, ελλείψει άλλης εναλλακτικής».
Τα επιδόματα
Αναφορικά με τα παρεχόμενα επιδόματα, από το Υπ. Παιδείας παρέχεται το στεγαστικό φοιτητικό επίδομα σε φοιτητές και φοιτήτριες που φοιτούν σε άλλη πόλη από τη γονεϊκή κατοικία, από οικογένειες με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 30.000€, προσαυξημένο κατά 3.000 ευρώ για κάθε επιπλέον παιδί. Περιλαμβάνει μια εφάπαξ ετήσια επιδότηση 1.000 ευρώ, και αφορά περίπου 50.000 φοιτητές/ριες τον χρόνο.
Μετά το 2019, αρκετοί νέοι και νέες με μηδενικό ή πολύ χαμηλό εισόδημα ωφελούνται από το επίδομα ενοικίου. Στην έρευνα του Eteron φάνηκε πως ένας στους πέντε νέους και νέες λαμβάνει το στεγαστικό επίδομα. Το επίδομα ενοικίου αφορά πολύ χαμηλά εισοδήματα, ανεπαρκή για αξιοπρεπή διαβίωση έως 530€/μήνα για ένα άτομο (7.000€ ετησίως), με επιδότηση 70€/μήνα για ένα άτομο και προσαύξηση 30€ για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού έως και 210€/μήνα. Τον Μάρτιο του 2022 αφορούσε 278.796 δικαιούχους (δαπάνη 33,8 εκατ. ευρώ) για επίδομα στέγασης, βάσει των στοιχείων του υπουργείου Εργασίας.
Τα ΣΔΙΤ και οι φοιτητικές εστίες
Προσφάτως εισήχθη στο δημόσιο διάλογο και το μοντέλο κατασκευής φοιτητικών εστιών με Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), ενώ ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνάντησή του με ομάδα φοιτητών σημείωσε ότι η φοιητική στέγη δε χρειάζεται να είναι κατ΄ανάγκη δωρεάν, κάτι το οποίο ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων.
Σχολιάζοντας το μοντέλο των ΣΔΙΤ στη φοιτητική στέγη, η ομάδα του Eteron τη χαρακτηρίζει ως μία λύση χρηματοδότησης και διαχείρισης δημόσιων υποδομών που μπορεί να λειτουργήσει, αλλά υπό προυποθέσεις, όπως η διαμόρφωση ενός ειδικού πλαισίου.
Για τη συμβολή τους στο οικιστικό ζήτημα σημειώνουν ότι «εξαρτάται από τους όρους με τους οποίους υλοποιούνται και την προτεραιοποίηση της διασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος έναντι του κέρδους των ιδιωτών. Όπως έχει δείξει η διεθνής εμπειρία, οι πολιτικές που βασίζονται σε ΣΔΙΤ, όπως αυτές που εξαγγέλθηκαν πρόσφατα, χωρίς την διαμόρφωση ενός ειδικού πλαισίου, συνήθως δεν πετυχαίνουν να παράσχουν χαμηλού κόστους κατοικία καθώς επιβαρύνονται από τα ποσοστά κέρδους των εργολάβων και άλλα βάρη που προκύπτουν στην πορεία. Αυτά είτε καλύπτονται από τον δημόσιο προϋπολογισμό περιορίζοντας τις μονάδες φοιτητικής κατοικίας που μπορούν να παραχθούν, είτε μετακυλίονται στους ενοικιαστές», τονίζουν.
Αναφέρουν μάλιστα το προηγούμενο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ως προς το πόσο «προσιτή είναι η μια τιμή ενοικίασης σε τέτοιες συμπράξεις όταν απλώς «κλειδώνει» για παράδειγμα στο 80% της αγοράς για να διατηρούνται τα ποσοστά κέρδους των ιδιωτών».
Το κάδρο συμπληρώνει η λειτουργία ενός αδύναμου τομέα κοινωνικού ή οικονομικά προσιτού ενοικίου σε ένα πλαίσιο κυριαρχίας της ελεύθερης αγοράς κατοικίας και ενοικίου που αυξάνει το κόστος, συμπιέζει υπερβολικά τη βιωσιμότητά του και δυσκολεύει την όποια παρέμβαση ρύθμισης.
Για τους λόγους αυτούς η ερευνητική ομάδα θεωρεί σημαντική τη διαμόρφωση ειδικού πλαισίου παραγωγής και διάθεσης κατοικιών από μη-κερδοσκοπικούς φορείς του δημόσιου και της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. Και εξηγούν: «Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η παραγωγή αλλά και διαχείριση της κοινωνικής και οικονομικά προσιτής ενοικιαζόμενης κατοικίας γίνεται από δημοτικές/δημόσιες εταιρείες, συνεταιρισμούς, συλλόγους κατοικίας και κοινωνικούς κατασκευαστές κατοικίας που λειτουργούν σε ειδικό καθεστώς περιορισμένου ή και μηδενικού κέρδους (limited or no profit). Σε αυτό μπορεί να ορίζονται όρια στο ύψος του κέρδους ή περιορισμοί στην αναδιανομή του, ειδικά τιμολόγια για την κατασκευή, κοινωνικές ρήτρες για την κατασκευή ή παροχή υπηρεσιών κοινωνικής και οικονομικά προσιτής ενοικιαζόμενης κατοικίας, κλπ».
Η κοινωνικά ενοικιαζόμενη κατοικία αναφέρεται στο οικιστικό απόθεμα που διατίθεται σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς και κατανέμεται σύμφωνα με προκαθορισμένους κανόνες και όχι μέσω μηχανισμών της αγοράς επισημαίνεται και στο project του Eteron, ωστόσο στην Ελλάδα, δεν αναπτύχθηκε ποτέ αυτός ο τομέας.
Ο ρόλος των μεγαλων παικτών του κατασκευαστικού τομέα και του real estate
Την ίδια στιγμή η είσοδος μεγάλων παικτών του κατασκευαστικού τομέα ή του real estate στον κλάδο της ανάπτυξης φοιτητικής στέγης (με την παροχή και υπηρεσιών διαδικτυου, φύλαξης, κλπ) ίσως ενέχει κινδύνους περαιτερω χρηματιστικοποίησης της ενοικιαζόμενης στέγης και μεγαλύτερων στρεβλώσεων.
«Με την άνοδο του επενδυτικού ενδιαφέροντος στα ακίνητα και στην Ελλάδα πολλαπλασιάζονται οι επενδυτικές πρακτικές από εταιρίες ή μεμονωμένους ξένους επενδυτές, τις επενδύσεις των οποίων συνήθως διαχειρίζονται μεσιτικές εταιρείες. Δυστυχώς, δεν είναι διαθέσιμα αξιόπιστα στοιχεία που συλλέγονται με τρόπο συστηματικό και που μπορούν να δώσουν ακριβή εικόνα για τις επενδύσεις σε οικιστικά ακίνητα για να έχουμε μια καλύτερη εικόνα της κλίμακας και της επίπτωσης αυτών των επενδύσεων».
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, η εισαγωγή θεσμικών παικτών στην αγορά, δηλαδή μεγάλων εταιρειών και κεφαλαίων συχνά εισηγμένων στο χρηματιστήριο ή με άμεση διασύνδεση με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, είναι αυτό που οδηγεί στην χρηματιστικοποίηση του κλάδου. «Για πρώτη φορά βλέπουμε μέσα από δημοσιεύματα στον Τύπο να εκδηλώνεται ενδιαφέρον, ελληνικών και ξένων συμφερόντων, για επενδύσεις σε κατοικίες, πλέον όχι μόνο πολυτελείς ή για τουριστική αξιοποίηση, αλλά και για ανάπτυξη ακινήτων “κοινωνικού χαρακτήρα” όπως τα ονομάζουν, δηλαδή φοιτητικές εστίες, γηροκομεία κα».
Παράλληλα, έχει αρχίσει να προβάλλεται και στην Ελλάδα το μοντέλο του coliving, της συνδιαβίωσης, που αφορά τόσο φοιτητές όσο και στο ευέλικτο επισφαλές εργατικό δυναμικό στις μεγάλες πόλεις. Η φιλοσοφία του είναι η προσφορά μικρών ιδιωτικών χώρων και άλλων κοινόχρηστων, τους οποίους οι ενοικιαστές μοιράζονται.
Το μοντέλο της συνδιαβίωσης αν και γοητεύει αρκετά κυρίως τους νεότερους ενοικιαστές, «όπως έχουν δείξει σχετικές διεθνείς έρευνες, εγκλωβίζει τους νέους σε μια κατάσταση νεανικής και εφήμερης κατοίκησης για ένα όχι τόσο φθηνό σπίτι, ελλείψη άλλων επιλογών, ενώ η τιμή/τμ είναι τελικά πολύ πιο επικερδής από μια κανονική μίσθωση».
Η ολική επαναφρά της βραχυχρόνιας μίσθωσης μετά το πρώτο σοκ της πανδημίας
Οσο και αν κατά το πρώτο διάστημα της πανδημίας, παρατηρήθηκε μία μεγάλη κάμψη του φαινομένου, αυτή τελικώς αποδείχτηκε προσωρνή. Όπως σημειώνουν σε πρόσφατο άρθρο τους στο Eteron οι κκ Μπαλαμπανίδης και Παπατζανή, με το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, πολλοί βιάστηκαν να θεωρήσουν πως το φαινόμενο Airbnb έφτασε στο τέλος του.
Ενώ κατά την πρώτη μεγάλη περίοδο καραντίνας, οι κρατήσεις Airbnb ακινήτων μειώθηκαν δραματικά, ήδη από την άρση των απαγορεύσεων ως προς τις διεθνείς μετακινήσεις το καλοκαίρι του 2020, ξεκίνησαν να ανακάμπτουν σημαντικά.
«Πέρα όμως από την ανάκαμψή του με όρους ποσοτικούς, το Airbnb παρουσίασε και ισχυρά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Αποδείχτηκε ανθεκτικό, ευέλικτο και ελκυστικό, καθώς τα Airbnb ακίνητα κατάφεραν να ανταποκριθούν, περισσότερο από τα παραδοσιακά τουριστικά καταλύματα, στη νέα ζήτηση των επισκεπτών για «ασφαλείς» χώρους φιλοξενίας σε «ασφαλείς» τουριστικούς προορισμούς. Περιοχές της χώρας (όπως η Λάρισα, η Νότια Κυνουρία και η Πάργα) εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις λίστες των δημοφιλέστερων τουριστικών προορισμών, χάρη στη διαθεσιμότητα αυτόνομων Airbnb καταλυμάτων».
Σύμφωνα με τα οικονομικά μεγέθη που ανακοίνωσε η εταιρεία Airbnb, φαίνεται ότι διανύει την πιο πετυχημένη της περίοδο. Κατά το τρίτο τρίμηνο του 2021, ανακοίνωσε τα υψηλότερα έσοδα στην ιστορία της. Παράλληλα με τις παραπάνω εξελίξεις, και μέσα από νέες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία (όπως η διάδοση της τηλεργασίας), η Airbnb αγορά άρχισε να επεκτείνεται, περιλαμβάνοντας πια και τις λεγόμενες «μεσοπρόθεσμες μισθώσεις».
Η ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης εν αναμονή της σχετικής ΚΥΑ
Την ώρα που σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, έχει ληφθεί σειρά μέτρων που στόχο έχουν να ρυθμίσουν σε ένα βαθμό αυτήν την αγορά προστατεύοντας το δικαίωμα στην κατοικία, στην Ελλάδα η Κοινή Υπουργική Απόφαση που απορρέει από την ισχύουσα νομοθεσία έχει ήδη ακυρωθεί πριν …εκδοθεί αφού η έκδοσή της διαρκώς αναστέλλεται, ενώ τα δεδομένα μεταβάλλονται ραγδαία.
Συγκεκριμένα, στον ισχύοντα νόμο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, ο οποίος κυρίως ρυθμίζει τη φορολόγησή τους, προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης της εν λόγω ΚΥΑ, που θα μπορεί να επιβάλλει επιπλέον εξειδικευμένους περιορισμούς, αντίστοιχους με αυτούς που ισχύουν σε διάφορες πόλεις της ΕΕ.
Οι περιορισμοί αφορούν τον καθορισμό γεωγραφικών περιοχών όπου δε θα επιτρέπεται η βραχυχρόνια μίσθωση άνω των 2 ακινήτων ανά Α.Φ.Μ. δικαιούχου εισοδήματος και η μίσθωση κάθε ακινήτου δε θα υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος και για νησιά κάτω των 10.000 κατοίκων τις 60 ημέρες.
Ωστόσο η ΚΥΑ αυτή χρειάζεται αναπροσαρμογές, σημειώνουν ξεκάθαρα οι ερευνητές. Στο κείμενο πολιτικής που δημοσίευσαν στο πλαίσιο του project «Ενοίκια στα Ύψη – Η στεγαστική επισφάλεια σήμερα», που πραγματοποιείται από το Eteron προτείνουν συγκεκριμένες αλλαγές και ειδικότερα την υιοθέτηση πιο αυστηρών, γεωγραφικών προσδιορισμένων μέτρων σε περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα και περιορισμένο οικιστικό απόθεμα προς μακροχρόνια μίσθωση. Αυτές οι περιοχές μπορεί να είναι είτε ολόκληρες μικρές πόλεις και νησιά, είτε, στην περίπτωση των μεγάλων αστικών κέντρων, συγκεκριμένες γειτονιές τους, που το πρόβλημα της αδυναμίας πρόσβασης σε ενοικιαζόμενη κατοικία έχει ενταθεί ιδιαίτερα. Σε περιοχές με μεγαλύτερο διαθέσιμο απόθεμα και μειωμένη τουριστική δραστηριότητα, μπορούν να διατηρηθούν τα επίπεδα των βραχυχρόνιων μισθώσεων ή και να διαφοροποιηθούν κατά περίπτωση, ενταγμένα βέβαια σε ένα συνολικότερο σχέδιο και για τον τουρισμό.
«Για κάτι τέτοιο, είναι σημαντικό να καταγραφούν αξιόπιστα δεδομένα ως προς το ποσοστό φοιτητών, αλλά και μετακινούμενων για κάποια χρόνια εργαζομένων που μένουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία. Παράλληλα όμως με τις περιοριστικές ρυθμίσεις, θα πρέπει να υιοθετηθούν και να εφαρμοστούν θετικά κίνητρα στους ιδιοκτήτες για την παραμονή του αποθέματος στην αγορά των μακροχρόνιων μισθώσεων. Το τελευταίο εντάσσεται στην ευρύτερη ανάγκη αύξησης της προσφοράς οικονομικά προσιτής κοινωνικης κατοικίας μέσω της ενεργοποίησης του υφιστάμενου οικιστικού και αδρανούς κτιριακού αποθέματος αλλά και η ανάπτυξη μηχανισμών και συμπράξεων για τη δημιουργία, σε βάθος χρόνου, ενός μη-κερδοσκοπικού τομέα κοινωνικής και οικονομικά προσιτής ενοικιαζόμενης κατοικίας και στην Ελλάδα», εξηγούν.
Σε κάθε περίπτωση οι ειδικοί επιστήμονες εκτιμούν πως είναι απαραίτητη η εκ νέου επεξεργασία του ορίου των 90 ημερών καθώς η πρακτική της μακροχρόνιας μίσθωσης για μερικούς μόνο μήνες ενός έτους που έχει παρατηρηθεί σε ορισμένες τουριστικές περιοχές της χώρας δημιουργεί ήδη προβλήματα για τους μακροχρόνια εκμισθωτες. Αντ΄αυτού προτείνεται:
Να υιοθετηθούν πιο αυστηρά, γεωγραφικά προσδιορισμένα, μέτρα σε περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα και περιορισμένο οικιστικό απόθεμα προς μακροχρόνια μίσθωση.(βλ. σημείο 7).
Να υιοθετηθούν διακρίσεις σε ό,τι αφορά τη δραστηριότητα των βραχυχρόνιων μισθώσεων μεταξυ εταιρειών και ιδιωτών που εμπλέκονται, και αντίστοιχα διαφορετικά μέτρα ανά περίπτωση.
Να υιοθετηθούν μέτρα ρύθμισης της συνύπαρξης στις πολυκατοικίες όπου αναπτύσσονται οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, μεταξύ των μόνιμων κατοίκων και της τουριστικής χρήσης των διαμερισμάτων, με επίκεντρο την ασφάλεια της πολυκατοικίας, τη χρήση των υποδομών, τον σεβασμό στις ανάγκες των μόνιμων κατοίκων.
Να υιοθετηθούν και εφαρμοστούν θετικά κίνητρα στους ιδιοκτήτες για την παραμονή του αποθέματος στην αγορά των μακροχρόνιων μισθώσεων.
Να υπάρχει συνεχής παρακολούθηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων και έλεγχος των χρήσεων των ακινήτων ανά περιοχές της χώρας ώστε οι παραπάνω ρυθμίσεις και περιορισμοί να μπορούν να προσαρμόζονται γεωγραφικά, αλλά και σε ένταση, όταν υπάρχει ανάγκη.
Οι παραπάνω ρυθμίσεις να ενταχθούν σε ένα συνολικότερο στρατηγικό σχέδιο όχι μόνο για την οικονομικά προσιτή κατοικία αλλά και τον βιώσιμο τουρισμό συνδυαστικά, με σκοπό την αποφυγή των συνθηκών «υπερτουρισμού» που ήδη επικρατούν σε περιοχές της χώρας.
Πως αντιμετώπισαν το ζήτημα στο εξωτερικό
Στο εξωτερικό, πάντως, οι αρμόδιοι έχουν μάλλον επιδείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και των ΗΠΑ, συνήθως, τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις αναλαμβάνει η τοπική αυτοδιοίκηση, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις του φαινομένου συνδέονται άμεσα με τις ιδιαίτερες συνθήκες που ισχύουν σε κάθε Δήμο ή σε κάθε γειτονιά.
- Τα ρυθμιστικά ή/και περιοριστικά μέτρα ποικίλουν και συχνά περιλαμβάνουν:
- Τη φορολόγηση της δραστηριότητας,
- Τον περιορισμό της συνολικής επιτρεπόμενης διάρκειας Airbnb μίσθωσης ενός ακινήτου ανά έτος (Σαν Φρανσίσκο και Άμστερνταμ),
- Την υποχρέωση ταυτόχρονης διαμονής των εκμισθωτών κατά τη διάρκεια της Airbnb μίσθωσης (Νέα Υόρκη και Βερολίνο),
- Τον περιορισμό του επιτρεπόμενου αριθμού Airbnb μισθώσεων ανά γειτονιά (Βερολίνο και Βαρκελώνη), και
- άλλους χωρικά προσδιορισμένους περιορισμούς (Τορόντο, Πάλμα ντε Μαγιόρκα, Παρίσι, Βαρκελώνη) κ.ά.