Υπόθεση Κωσταλέξι: Η συγκλονιστική ιστορία της έγκλειστης Ελένης – Το υπόγειο και ο αντάρτης
Η ιστορία της 51χρονης γυναίκας στη Λάρισα η οποία αποκαλύφθηκε σήμερα θυμίζει κάτι από την υπόθεση της Ελένης από το Κωσταλέξι. Η γυναίκα στη Λάρισα βρέθηκε να ζει σε ένα σπίτι μαζί με την 76χρονη μητέρα της, κλεισμένη επί 42 ολόκληρα χρόνια.
Σχεδόν μισό αιώνα η γυναίκα δεν είχε βγει έξω, να δει τον ήλιο. Βέβαια οι συνθήκες που ζούσε σε καμία περίπτωση δεν θυμίζουν εκείνες τις άθλιες συνθήκες που ζούσε η Ελένη Καρυώτη στο χωριό Κωσταλέξι
Σε ένα υπόγειο ανάμεσα σε ακαθαρσίες
Το Κωσταλέξι είναι ένα χωριό στη Φθιώτιδα στους πρόποδες της Οίτης που τον Νοέμβριο του 1978 έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα για πολλούς και λάθος λόγους. Είναι το χωριό που πλέον έχει γίνει συνώνυμο των άθλιων συνθηκών διαβίωσης, της ζωής σε ένα αχούρι.
Στις 6 Νοεμβρίου του 1978 ο σταθμός χωροφυλακής της περιοχής δέχτηκε έναν παράξενο τηλεφώνημα. Ο άγνωστος είπε πως σε κάποιο σπίτι του χωριού Κωσταλέξι ζούσε κλειδωμένη στο υπόγειο σε άθλιες συνθήκες, μια νεαρή κοπέλα.
Την επόμενη μέρα οι χωροφύλακες με τα αυτοκίνητα τους έφτασαν στο χωριό για να ελέγξουν εάν ευσταθούσε η καταγγελία. Κάποια στιγμή ένας χωμάτινος δρόμος οδηγούσε σε ένα σπίτι – αχυρώνα. Όταν μπαίνουν οι χωροφύλακες τα χάνουν.
Μέσα στο σπίτι υπήρχε μια ολόγυμνη γυναίκα που τους κοίταζε με άδειο βλέμμα, κουρνιασμένη σε μια γωνία, γεμάτη βρωμιές σε όλο της το κορμί. Η γυναίκα δεν μιλούσε, έβγαζε μόνο άναρθρες κραυγές.
Το κορμί της ήταν κατάμαυρο από τις λάσπες και τις ακαθαρσίες ενώ τα μαλλιά της έμοιαζαν με σκληρά ξύλα από την βρώμα. Τον χώρο που έζεχνε και οι χωροφύλακες είχαν καλύψει τη μύτη τους, συμπλήρωνε ένα κουτί και μια βρώμικη κουβέρτα. Το κουτί ήταν το κρεβάτι της κοπέλας και με την κουβέρτα σκεπαζόταν τις νύχτες του χειμώνα.
Οι χωροφύλακες τα χάνουν. Ενημερώνουν με τον ασύρματο τους προϊσταμένους τους και σε λίγη ώρα έχει κινητοποιηθεί όλη η αστυνομία της περιοχής. Ο εισαγγελέας δίνει εντολή η γυναίκα να μεταφερθεί στο νοσοκομείο της Λαμίας.
Στο νοσοκομείο δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με το περιβάλλον. Οι νοσοκόμες επιχείρησαν πρώτα να την κάνουν μπάνιο. Δύσκολα. Φοβόταν το νερό. Της έκοψαν τα νύχια της κούρεψαν τα κολλημένα βρώμικα μαλλιά της και της έδωσαν να φάει. Το φαγητό το άρπαξε με τα χέρια και το καταβρόχθισε σαν αγρίμι. Μένει στο νοσοκομείο για μέρες και δείχνει να προσαρμόζεται αργά. Ύστερα από λίγο θα διαταχτεί η μεταφορά της στην Αθήνα.
Ιστορίες
Στα τέλη της δεκαετίας του 70΄ οι συνθήκες δουλειάς για έναν δημοσιογράφο δεν είχαν καμία σχέση με τις σημερινές. Δεν υπήρχε ίντερνετ, δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα, δεν υπήρχαν κάμερες και ζωντανές συνδέσεις. Υπήρχε μόνο χαρτί και μολύβι. Μια είδηση για να διασταυρωθεί έκανε ώρες, μπορεί και μέρες.
Όλες οι μεγάλες εφημερίδες της Αθήνας μυρίστηκαν «λαβράκι» στην ιστορία και έστειλαν τους απεσταλμένους τους στο χωριό να κάνουν ρεπορτάζ. Κάθε απόγευμα οι απεσταλμένοι επέστρεφαν στη βάση τους, έγραφαν το ρεπορτάζ και στη συνέχεια έβρισκαν ένα σταθερό τηλέφωνο (όχι αυτό με τα πλήκτρα, αλλά εκείνο με το στρογγυλό καντράν), τηλεφωνούσαν στην εφημερίδα και εάν ήταν τυχεροί και έπιαναν γραμμή, υπαγόρευαν το ρεπορτάζ, το οποίο έμπαινε την επόμενη μέρα.
Πλέον η Ελένη από το Κωσταλέξι αρχίζει να γίνεται σήριαλ. Η ιστορία της όπως την μετέδιδαν τότε και τυπωνόταν στις εφημερίδες, ήθελε την Ελένη που ήταν 47 ετών τότε, να είναι θύμα μεγάλης ερωτικής απογοήτευσης.
Κάποιοι την ήθελαν να ερωτεύεται σαν έφηβη στον εμφύλιο έναν ΕΛΑΣίτη ο οποίος χάθηκε. Κάποιοι άλλοι έγραψαν πως ερωτεύτηκε τον κομμουνιστή δάσκαλο του χωριού, που χάθηκε και εκείνος. Γράφουν επίσης ότι οι γονείς της ήταν φανατικοί βασιλόφρονες και για να την συνετίσουν την τιμώρησαν και την έκλεισαν στο υπόγειο του σπιτιού.
Το χωριό έχει γεμίσει δημοσιογράφους και ξένα τηλεοπτικά συνεργεία. Είναι μια πρωτόγνωρη υπόθεση. Στην κατάθεση τους τα τρια αδέλφια της Ελένης, ο Ευθύμης, η Ολυμπία και η Μαρία είχαν υποστηρίξει ότι δεν γνώριζαν τίποτε.
Όμως θεωρήθηκαν οι κύριοι υπεύθυνη για την κατάσταση και συνελήφθησαν. Κατηγορήθηκαν για αρπαγή, σκοπούμενη βαριά σωματική κάκωση και έκθεση σε κίνδυνο σε βαθμό κακουργήματος. Προφυλακίστηκαν. Στο μεταξύ ο κόσμος διψούσε για αίμα.
Έξω από το γραφείο του ανακριτή στη Λαμία επιχείρησαν να τους λιντσάρουν ενώ στη δίκη τελικά, λίγους μήνες μετά, αθωώθηκαν πανηγυρικά. Ο Εισαγγελέας μάλιστα είχε πει πως υπεύθυνο είναι όλο το χωριό γιατί γνώριζε και δεν μιλούσε. Φυσικά για τις κοινωνικές υπηρεσίες εκείνη την εποχή στην Ελλάδα, να μη γίνεται λόγος.
Εξαφανίστηκε
Και όπως όλες οι ιστορίες που αγαπά να μισεί το κοινό, έτσι και η ιστορία της Ελένης, κάποια στιγμή «ξέβαψε», δεν προκαλούσε κανένα ενδιαφέρον. Η Ελένη ξεχάστηκε, το ίδιο και το Κωσταλέξι.
Μέχρι που το 1998, η Ελένη έφυγε από το σπίτι της. Έτσι απλά βγήκε έξω, έκλεισε την πόρτα και εξαφανίστηκε. Δεν είπε λέξη σε κανέναν. Από τότε δεν την είδε ποτέ κανείς.
Μια άλλη εκδοχή
Εκτός από τον έρωτα με τον αντάρτη του ΕΛΑΣ ή με τον κομμουνιστή δάσκαλο του χωριού, πριν από λίγα χρόνια η εκπομπή «Μηχανή του Χρόνου» έφερε στη δημοσιότητα ύστερα από ενδελεχές ρεπορτάζ και μια άλλη εκδοχή.
Η Ελένη ήταν απλά ένα κορίτσι που εμφάνιζε συμπτώματα κάποιας ψυχοπάθειας. Ο πατέρας της την πήρε από το χωριό και την πήγε στη Λαμία να την δει ένας παθολόγος. Μιλάμε για την Ελλάδα μετά τον εμφύλιο.
Ο παθολόγος παρέπεμψε την Ελένη σε ψυχίατρο. Εκείνος τονίζει ότι πρέπει να εγκλειστεί στο Δαφνί. Όλοι μαζί στο ίδιο τσουβάλι στην Ελλάδα του 1949-50. Η έννοια «ψυχική υγεία» είναι άγνωστη.
Ο πατέρας της Ελένης την πήρε από το Δαφνί και επέστρεψαν στο χωριό. Εκεί υπό τον φόβο του κοινωνικού στίγματος, αποφασίζει να την απομονώσει. Εξάλλου τότε ένας «τρελός» (όπως αποκαλούσαν όλους τους ψυχικά νοσούντες) στην οικογένεια σήμαινε ότι όλη η οικογένεια είναι «τρελή».
Οι γονείς λίγο πριν πεθάνουν αφήνουν ευχή και κατάρα στα άλλα τρία παιδιά της οικογένειας να προσέχουν την αδερφή τους. Η Ελένη ωστόσο είχε απομονωθεί, ήταν κλειδωμένη στο υπόγειο και παρατημένη από όλους.