Το πιο θερμό καλοκαίρι των τελευταίων ετών – Ποιες περιοχές θα αντέξουν τον… “καύσωνα”

 Το πιο θερμό καλοκαίρι των τελευταίων ετών – Ποιες περιοχές θα αντέξουν τον… “καύσωνα”

Στη χώρα μας η πιθανότητα να είναι πιο ζεστό το φετινό καλοκαίρι από το μέσο όρο των καλοκαιριών 1981-2010 είναι 70% , το ίδιο ζεστό 20% και πιο κρύο μόνο 10%. Αυτό αναφέρεται σε κοινή μελέτη από μετεωρολογικές υπηρεσίες των Βαλκανίων, αλλά και εκπρόσωπους μεγάλων παγκόσμιων προγνωστικών κέντρων που πρωτοπορούν ερευνητικά στις εποχικές προγνώσεις.

Όπως επισημαίνει η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα των αριθμητικών μοντέλων εποχικής πρόγνωσης, με εξαίρεση το Αιγαίο και την Κρήτη, όπου μάλλον συνεχίζεται το μοτίβο βόρειας ροής και οι μέσες θερμοκρασίες του τριμήνου δεν φαίνεται να αποκλίνουν από τις κανονικές, στις υπόλοιπες περιοχές το καλοκαίρι προβλέπεται σχετικά ζεστό. Τις μεγαλύτερες πιθανότητες για να συμβεί αυτό έχουν τα κεντρικά και βόρεια τμήματα της χώρας μας, όπου οι εκτιμώμενες θετικές αποκλίσεις φθάνουν τον 1 Κελσίου.

Για το καλοκαίρι 2022 (Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος), έχουμε επιλέξει, για παρουσίαση και σχολιασμό, τις αποκλίσεις από τις κανονικές τιμές, της θερμοκρασίας στα 2m, του υετού (βροχοπτώσεων), των γεωδυναμικών υψών στα 500 hPa, καθώς και τις αποκλίσεις της ατμοσφαιρικής πίεσης στην επιφάνεια, έτσι όπως αυτές προκύπτουν, τόσο από το μακροπρόθεσμο μοντέλο του ECMWF, όσο και από το σύστημα πολλαπλών μοντέλων (multi-modelsystem).

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η κλιματολογία, τόσο του ECMWF όσο και όλων των μοντέλων που συνθέτουν το multi-modelsystem, αναφέρεται στην περίοδο 1993-2016, δηλαδή οι τιμές που παρουσιάζονται αφορούν αποκλίσεις από τις μέσες τιμές της περιόδου αυτής. Οι χάρτες είναι διαθέσιμοι από την υπηρεσία C3S (Copernicus) και μπορούν να αναζητηθούν μαζί και με τα αποτελέσματα όλων των μοντέλων και των παραμέτρων που υλοποιούν το C3Smulti-modelsystem στην ιστοσελίδα: https://climate.copernicus.eu/charts/c3s_seasonal/.

Το ECMWF, για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής ηπείρου, προβλέπει θερμότερες από τις κανονικές συνθήκες. Εξαίρεση αποτελούν περιοχές της βόρειας Ευρώπης, το νοτιοδυτικό άκρο της Ιβηρικής χερσονήσου και περιοχές της νοτιοανατολικής Μεσογείου (συμπεριλαμβανομένου του Αιγαίου και της Κρήτης). Σημαντικό είναι ότι στα κεντρικά ηπειρωτικά τμήματα της Ευρωπαϊκής ηπείρου, εκτιμώνται, με πιθανότητα πάνω από 70%, θετικές αποκλίσεις της θερμοκρασίας από 1 μέχρι 2 βαθμούς Κελσίου και μάλιστα, στην ευρύτερη περιοχή των βορείων Βαλκανίων ξεπερνούν και τους 2 βαθμούς.

Εστιάζοντας στην Ελλάδα, το ECMWF μόνο στην περιοχή του Αιγαίου (κυρίως κεντρικού-νότιου) και της Κρήτης προβλέπει κανονικές για την εποχή θερμοκρασίες. Σε όλη την υπόλοιπη χώρα εκτιμά γενικά θερμότερες από το κανονικό συνθήκες, με τη μεγαλύτερη πιθανότητα να συμβεί αυτό στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα, όπου οι εκτιμώμενες θετικές αποκλίσεις κυμαίνονται από 0,5 μέχρι 1 βαθμό Κελσίου και στη βόρεια παραμεθόριο πιθανώς λίγο περισσότερο.

Το multi-model συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με την πρόγνωση του ECMWF και το γεγονός αυτό ενισχύει την «βεβαιότητα» της πρόγνωσης. Γενικά, όπως έχουμε σημειώσει και στο παρελθόν, οι όποιες διαφοροποιήσεις παρατηρούνται μεταξύ ECMWF και multi-model, είναι αναμενόμενες, ακριβώς λόγω της δομής του multi-model ως σύνθεσης κλιματικών μοντέλων.

Θυμίζουμε ότι οι προγνώσεις αυτές αποτελούν μια μέση εικόνα του τριμήνου Ιούνιος-Ιούλιος-Αύγουστος. Η εκτίμηση λοιπόν για σχετικά πιο ζεστό καλοκαίρι, σε κάποιες περιοχές, δεν μπορεί να οδηγήσει υποχρεωτικά στο συμπέρασμα ότι στις περιοχές αυτές θα παρατηρηθούν κύματα καύσωνα με ασυνήθιστα, ενδεχομένως, υψηλές θερμοκρασίες, καθώς θα μπορούσε απλά να επικρατούν θερμοκρασίες σταθερά λίγο πάνω από τις κανονικές καθ’όλη τη διάρκεια του τριμήνου. Από την άλλη, οι θερμές εισβολές, ειδικά στη Μεσόγειο, την θερινή περίοδο αποτελούν καταγεγραμμένο γεγονός και, κλιματολογικά τουλάχιστον, δεν μπορούν να αποκλειστούν. Με την ίδια έννοια και το συμπέρασμα για κανονικές τιμές θερμοκρασίας σε κάποιες περιοχές δεν σημαίνει ότι αποκλείονται θερμά επεισόδια στις περιοχές αυτές, αλλά ότι απλώς αυτά μπορεί να εναλλάσσονται με σχετικά ψυχρά διαστήματα.

 

Από πλευράς υετού (βροχοπτώσεων), το ECMWF προβλέπει ξηρότερες από το κανονικό συνθήκες στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής ηπείρου και μόνο στα βορειότερα τμήματα προβλέπονται κανονικές συνθήκες και τοπικά στη Σκανδιναβία-βόρεια Βρετανία σχετικά πιο υγρές.

Εδώ όμως, αξίζει να παρατηρήσουμε, ότι για πολλές περιοχές της νότιας Ευρώπης και κυρίως για τις περιοχές της Μεσογείου, ούτως ή άλλως κατά τους θερινούς μήνες τα μηδενικά ύψη βροχής αποτελούν τις κανονικές συνθήκες.

Ειδικά για την Ελλάδα, με βάση το ECMWF, πιθανότητα για ένα κανονικό από πλευράς ξηρασίας καλοκαίρι έχει η βορειοδυτική Ελλάδα και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Για τις υπόλοιπες περιοχές προβλέπει συνθήκες πιο ξηρές από τις κανονικές, με τη μεγαλύτερη πιθανότητα για αυτό στην ανατολική Μακεδονία-Θράκη.

Το multi-model συμφωνεί με το ECMWF για ξηρότερες από το κανονικό συνθήκες στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής ηπείρου και μάλλον κανονικές συνθήκες στα βορειότερα τμήματα και την Μ. Βρετανία, αλλά αξίζει να σημειωθεί ότι διαφοροποιείται εκτιμώντας κανονικές συνθήκες στο σύνολο της θάλασσας της Μεσογείου.

Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι βροχοπτώσεις την θερινή περίοδο προέρχονται κυρίως από καταιγίδες, με τα φαινόμενα αυτά να έχουν συχνά έντονο τοπικό χαρακτήρα.

Επειδή, σε μεγάλο βαθμό, οι διεργασίες στην ατμόσφαιρα καθοδηγούνται από την κυκλοφορία στα 500hPa, παρατίθενται και οι προγνωστικοί χάρτες (ECMWF και multi–modelsystem) με τις αποκλίσεις των γεωδυναμικών υψών στο επίπεδο αυτό.  

Τόσο το ECMWF, όσο και το multi-model προβλέπουν την παρουσία συστήματος υψηλών πιέσεων γενικά πάνω από την ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και τον βόρειο Ατλαντικό ωκεανό. Ουδέτερες ή αρνητικές αποκλίσεις των γεωδυναμικών υψών στα 500hPa προβλέπονται στην περιοχή της Γροιλανδίας – Ισλανδίας και πιθανώς στην ανατολική Μεσόγειο.

Προγνωστικοί χάρτες του ECMWF και του C3S multi-modelsystem με τις αποκλίσεις της ατμοσφαιρικής (βαρομετρικής) πίεσης στην επιφάνεια (MSLP) για το καλοκαίρι 2022 (3-monthaverage), με αρχικές τιμές της 01/05/2022.

 

Εξετάζοντας τους χάρτες κατανομής της ατμοσφαιρικής πίεσης στην επιφάνεια, και εστιάζοντας στον ευρωπαϊκό χώρο, για το ECMWF δεν προβλέπονται σημαντικές αποκλίσεις από τις μέσες συνθήκες για το σύνολο της Ευρώπης, με εξαίρεση την περιοχή του Αιγαίου – ανατολικής Μεσογείου όπου εκτιμά αρνητική απόκλιση της ατμοσφαιρικής πίεσης. Το multi-model εκτιμά αρνητική απόκλιση σε μια ευρύτερη περιοχή, που περιλαμβάνει την κεντρική Μεσόγειο θάλασσα, την νότια Ιταλία, το μεγαλύτερο μέρος της Αδριατικής θάλασσας και ολόκληρη την ελληνική περιοχή.

Ο συνδυασμός των σχετικά υψηλότερων πιέσεων στην κεντρική Ευρώπη – Βαλκάνια με τις σχετικά χαμηλότερες στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, κατά τη θερινή περίοδο σηματοδοτεί στην περιοχή μας, την παρουσία των ετησίων ανέμων (μελτέμι), με τη συχνότητα εμφάνισης και την έντασή τους να εξαρτάται άμεσα από το πόσο ισχυρός θα είναι αυτός ο συνδυασμός, με άλλα λόγια πόσο μεγάλη θα είναι η διαφορά της ατμοσφαιρικής πίεσης μεταξύ κεντρικής Ευρώπης – Βαλκανίων και νοτιοανατολικής Μεσογείου. Οι ετησίες, ως βόρειοι άνεμοι, συμβάλουν στην ανάσχεση των υψηλών θερινών θερμοκρασιών κυρίως στο Αιγαίο, αλλά και στην ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα, κάτι που αποτυπώνεται ευδιάκριτα στους χάρτες της θερμοκρασίας στα 2m, στους οποίους αναφερθήκαμε παραπάνω.

Τέλος κάνοντας μια σύντομη αναφορά στον παράγοντα, που καθορίζει εν πολλοίς την ατμοσφαιρική κυκλοφορία, δηλαδή στην ταλάντωση του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού (ENSO), η εκτίμηση ότι η φάση La Niña βρισκόταν σε κατάσταση εξασθένισης, εξακολουθεί να ισχύει, πλην όμως δεν φαίνεται να ολοκληρώνει τον κύκλο της μέσα στο καλοκαίρι.

Κλείνοντας να υπενθυμίσουμε ότι η μακροπρόθεσμη/εποχική πρόγνωση προσπαθεί να περιγράψει την τάση εξέλιξης της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας σε ολόκληρες ηπείρους ή σε ολόκληρο τον πλανήτη. Συνεπώς οι εποχικές προγνώσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται με σχετική επιφύλαξη, λαμβάνοντας υπόψη, ότι το αποτέλεσμά τους θα αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο ποσοστό του χρόνου αναφοράς τους (40 – 60%), σε καμία όμως περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απορριπτικά, αποκλείοντας την προοπτική βελτίωσής τους.

Σχετικά Άρθρα