Τρίπτυχο διαρκών ανατιμήσεων σε καύσιμα, μεταφορές, παραγωγή – Τι λένε οι παράγοντες της αγοράς
Ο “εκρηκτικός” συνδυασμός με τα κόστη καυσίμων, μεταφορών και παραγωγής δημιουργεί πολλαπλές συνέπειες στην οικονομία και τις επιχειρήσεις, αλλά και το δημόσιο ταμείο. ‘Άλλωστε όπως έχει επισημανθεί, το ενεργειακό, βάρος, “κουρεύει” κερδοφορίες με αποτέλεσμα, να απειλείται και το δημόσιο ταμείο αλλά και βέβαια η βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων. Έτσι, νέες πιέσεις στις τιμές στην αντλία αναμένεται, με βάση αναλυτές, να φέρει η άνοδος τις τελευταίες μέρες των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου, που στο φόντο του 6ου πακέτου κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας με αιχμή τις εξαγωγές του ρωσικού “μαύρου χρυσού”, καταγράφουν και περαιτέρω ανοδική κίνηση.
Είναι ενδεικτικό ότι το brent κινείται σε τιμές άνω των 111 δολαρίων/βαρέλι έχοντας σημειώσει εβδομαδιαία άνοδο της τάξης του 4,07% και σε επίπεδο μήνα 11,44%. Σε σχέση με πέρυσι η τιμή είναι ανεβασμένη κατά 63,30%. Βέβαια, αναλυτές “βλέπουν” ότι η τιμή του πετρελαίου αναμένεται να φτάσει στα 113 δολάρια στο τέλος του τριμήνου, ενώ δεν αποκλείουν, ότι σε ορίζοντα 12 μηνών τιμές στα 124- 125 δολάρια. Τούτων δοθέντων είναι προφανές ότι πέρα από το ρεύμα ένας άλλος μεγάλος πονοκέφαλος υπάρχει για το οικονομικό επιτελείο. Βέβαια, με βάση πληροφορίες, μια ενδεχόμενη παράταση του ισχύοντος πλαισίου επιδότησης, ειδικά από τη στιγμή που επί συνόλου 3 εκατομμυρίων δικαιούχων, αίτηση έχουν υποβάλει περίπου οι μισοί, δεν είναι πιθανή.
Υπενθυμίζεται ότι περίπου 130 εκατομμύρια ευρώ έχουν προϋπολογιστεί να δοθούν με βάση το σύστημα της επιδότησης καυσίμων ως τον Ιούνιο, κι αν μείνουν αδιάθετα ποσά, προφανώς θα αξιοποιηθούν για τη συνέχιση της επιδότησης, αλλά με διαφορετικά κριτήρια, έτσι ώστε να στηριχθούν οι πιο αδύναμοι. Βέβαια με βάση τις κυβερνητικές αναφορές θέμα μείωσης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης δεν τίθεται στην παρούσα φάση λόγω του πολύ υψηλού κόστους. Ωστόσο υπάρχει για συγκεκριμένους κλάδους σκέψη με βάση και σχετικά αιτήματα, π.χ. ακτοπλοΐα, να αξιοποιηθούν προβλέψεις της κοινοτικής νομοθεσίας και να ενεργοποιηθούν εργαλεία στήριξης, είτε με την αξιοποίηση χρηματοδοτικών “εργαλείων” με κοινοτικούς πόρους, είτε με εθνικούς πόρους.
Στο μεταξύ, η τιμή της αμόλυβδης ξεπέρασε Πανελλαδικά τα 2,11 ευρώ, ενώ αν ανατρέξει κανείς στα επιμέρους στοιχεία ανά περιοχή, θα διαπιστώσει ότι π.χ. στην Αττική στα βόρεια προάστια υπάρχουν τιμές στα 2,18. Επίσης στα νησιά έχουν υπάρχουν τιμές ακόμη και στα 2,55 ευρώ ανά λίτρο, όπως π.χ. την Πάτμο, στη Μήλο.
Σημειωτέον ότι στις 24 Φεβρουαρίου, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η τιμή της αμόλυβδης ήταν στα 1,892 ευρώ, με τη διεθνή τιμή του πετρελαίου στα 85 δολάρια. Υπενθυμίζεται ότι οι Έλληνες πληρώνουν την 5η ακριβότερη βενζίνη, με τους Νορβηγούς, τους Ισλανδούς, τους Δανούς και τους Φινλανδούς να πληρώνουν κάτι παραπάνω, αλλά με υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα.
«Ευελπιστούμε ότι θα έχουμε άμεση αποκλιμάκωση των τιμών στα καύσιμα ή όπως έγινε με το ρεύμα, να έχουμε κάποια οριζόντια μείωση της τιμής, όχι σε στυλ επιδόματος, αλλά έτσι όπως έγινε και με το πετρέλαιο κίνησης, τουλάχιστον για την παρούσα φάση που έχουμε αυτές τις υπερβολικά υψηλές τιμές στη βενζίνη, να ξεπεράσουμε τον “σκόπελο” να μπούμε λίγο πιο ομαλά στην καλοκαιρινή περίοδο», τόνισε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος, Μιχάλης Κιούσης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «λειτούργησε καλά η επιδότηση των 150 ευρώ συν ΦΠΑ ανά χίλια λίτρα στο πετρέλαιο κίνησης, από τη βάση του πετρελαίου κίνησης, για τον Απρίλιο και το Μάιο». «Αυτό έχει ένα δημοσιονομικό κόστος και δεν ξέρω αν το αντέχει η οικονομία, αλλά είναι πρέπον να γίνει αυτό και στη βενζίνη, γιατί με καθημερινές αυξήσεις της τάξης του 15, 20, 25 και 30 ευρώ ανά χίλια λίτρα, δηλαδή 10 – 15 λεπτά ανά λίτρο την ημέρα, καταλαβαίνετε ότι δεν θα αργήσουμε να φτάσουμε σε ιστορικά υψηλά. Αν δεν είχαμε αυτή την επιδότηση που ξεκινά από την τιμή διυλιστηρίου, τώρα θα ήταν αρκετά πάνω από τα 2 ευρώ το πετρέλαιο κίνησης. Έδωσε μια ανάσα και στου επαγγελματίες και τους οικιακούς καταναλωτές», υπογράμμισε.
Όπως είπε και ο κ. Κιούσης, «και η επιδότηση στα καύσιμα λειτουργεί, τα 45-50 ευρώ ανάλογα την περιοχή για όσους έχουν εισόδημα κάτω από 30.000 ευρώ. Ίσως δεν λειτούργησε έτσι όπως το περίμεναν γιατί απαιτεί κάποια βήματα για τα οποία ο δικαιούχος πρέπει να είναι εξοικειωμένος με την τεχνολογία ή να πάει στον λογιστή του», συμπλήρωσε».
«Βιώνουμε έναν πόλεμο στη γειτονιά μας και βιώνουμε και έναν ενεργειακό πόλεμο που ξεκίνησε 15 μήνες πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Έχουμε συνεχώς αυξήσεις στις τιμές στα καύσιμα, και σε όλες τις μορφές ενέργειας, στο φυσικό αέριο και στον ηλεκτρισμό. Με το εμπάργκο που θέλουν να κάνουν οι χώρες της ΕΕ στο ρωσικό πετρέλαιο, ήδη αυξήθηκε 5% σε μια ημέρα η τιμή του αργού, ενώ ήδη ήταν υπερβολικά υψηλά οι τιμές. Δυστυχώς βιώνουμε τελική τιμή καταναλωτή ίσως από τις ακριβότερες στην Ευρώπη, είμαστε μαζί με τα σκανδιναβικά κράτη με τη Νορβηγία και τη Φινλανδία. Αν δεν έχει σήμερα η μέση τιμή στη χώρα μας 2,10 ευρώ, θα το έχει αύριο. Υπερβολικά υψηλές οι τιμές για την αγοραστική μας δύναμη», πρόσθεσε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών.
Την ίδια ώρα με τα καύσιμα να είναι στο “θεό” αλλά και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα να παραμένουν, τα κόστη μεταφορών είναι άλλος ένα παράγων που τροφοδοτεί την ακρίβεια. Δεν είναι τυχαίο ότι με βάση αναφορές της αγοράς ένα εμπορευματοκιβώτιο σήμερα κοστίζει 20.000 ευρώ για να μεταφερθεί από την Κίνα την ώρα που πριν την εκτόξευση των τιμών, είχε τιμή στα 3.000 ευρώ.
Χαρακτηριστική η αναφορά δυο σημαντικών παικτών της αγοράς χθες. Συγκεκριμένα, η διοίκηση της LG παρουσιάζοντας τη νέα γκάμα των προϊόντων, χθες, ανέφερε ότι το κόστος μεταφοράς έχει εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια. Βέβαια η εταιρεία το αντιμετώπισε έχοντας δώσει έμφαση στην παραγωγική της μονάδα στην Πολωνία. Παράλληλα βέβαια έχει περάσει ανατιμήσεις στα προϊόντα της που μεσοσταθμικά φτάνουν το 10%, κάτι που ωστόσο για τα συγκεκριμένα είδη δε θεωρείται σημαντικό.
Την ίδια ώρα η διοίκηση της Jumbo χθες κατά τη Γενικής της Συνέλευσης ανέδειξε το όλο θέμα του μεταφορικού κόστος. Με βάση σχετική ανακοίνωση “η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα δεν λειτουργεί ομαλά με τα συχνά lockdown λιμανιών στην Κίνα λόγω του Covid-19, ενώ και στο εσωτερικό οι απεργιακές κινητοποιήσεις στο λιμάνι επιδεινώνουν την κατάσταση. Το αυξημένο κόστος μεταφοράς των προϊόντων δεν δείχνει σημάδια αποκλιμάκωσης” ανέφερε η Jumbo συμπληρώνοντας ότι: “Πάραυτα, στα ράφια των καταστημάτων JUMBO, θέση έχουν μόνον προϊόντα στα οποία η τελική σχέση τιμής-ποιότητας κρίνεται ότι παρά τις αναπόφευκτες κοστολογικές επιβαρύνσεις, ότι σέβεται τον καταναλωτή.”
Πάντως η αύξηση που καταγράφεται στα ενεργειακά προϊόντα αναμένεται να πλήξει κύρια τις επιχειρήσεις και βέβαια τη βιομηχανία, που βλέπει το αέριο να είναι πέντε φορές πάνω σε σχέση με τις αρχές του 2021 και το ρεύμα τρεις και τέσσερις φορές ακριβότερο.
Το όλο ζήτημα έθεσε, πάντως, με έμφαση επί τάπητος ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, των μεγάλων δηλαδή βιομηχανικών καταναλωτών, Αντώνης Κοντολέων, πριν λίγες μέρες, με μια σειρά από παρεμβάσεις τους στη ΡΑΕ και στον ΑΔΜΗΕ.
Κεντρικό σημείο της παρέμβασης της ΕΒΙΚΕΝ είναι η υπόμνηση ότι είναι αδήριτη η ανάγκη για λήψη ρυθμιστικών μέτρων που θα άρουν τις στρεβλώσεις στην αγορά. Όπως τονίζεται θα πρέπει η ΡΑΕ να επιδείξει πολιτική βούληση ώστε να κινηθεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.
Παράλληλα η ΕΒΙΚΕΝ προτείνει:
- εφαρμογή της «ανακατανομής» στην αγορά εξισορρόπησης
- οι ΑΠΕ να αποκτήσουν πλήρη ευθύνη εξισορρόπησης
- σύναψη διμερών συμβολαίων με παραγωγούς θερμικών μονάδων
- ουσιαστική συμμετοχή της Ζήτησης σε όλες αγορές
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο κ. Κοντολέων θα πρέπει οι λύσεις “να χτυπούν το πρόβλημα στη ρίζα του” καθώς με τις επιδοτήσεις των παραγωγών δεν εξαλείφονται οι στρεβλώσεις.
Υπενθυμίζει, δε, ότι στο κείμενο REPowerEU, που δημοσιοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 8 Μαρτίου 2022 επισημαίνεται ότι ο κανόνας της ελεύθερης διαμόρφωσης των τιμών στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ισχύει μόνο σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας των αγορών, (άρθρο 5 της Οδηγίας), και αναφέρονται συγκεκριμένες αιτίες/στρεβλώσεις που εάν συντρέχουν σε μια αγορά συνιστάται η λήψη ρυθμιστικών μέτρων.
Μεταξύ των αναφερόμενων ως αιτίες περιλαμβάνονται η αυτόματη μεταφορά του 100% των τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς στα τιμολόγια και η μη ύπαρξη δυνατότητας αντιστάθμισης του κινδύνου, αιτίες/στρεβλώσεις που σαφώς συντρέχουν στην ελληνική αγορά.
Πηγή: news247