Washington Post: Τι θα μπορούσε να φρενάρει τον Βλαντιμίρ Πούτιν;
Τα όρια της αποφασιστικότητας του Βλαντίμιρ Πούτιν δοκιμάζονται από το μεγάλο οικονομικό και στρατιωτικό κόστος της εισβολής στην Ουκρανία, με δεδομένες τις απώλειες στα πεδία των μαχών και τις κυρώσεις που έχουν οδηγήσει στην απομόνωση της Ρωσίας, αναφέρει η Washington Post.
Δεκαετίες καταπίεσης της αντίθετης γνώμης στη Ρωσία έχουν επιτρέψει στον Ρώσο πρόεδρο να παρακάμψει αντιδράσεις που θα ήταν φυσιολογικά τεράστιες σε μια ανοικτή δημοκρατία Δυτικού τύπου. Επιπλέον η συνεχής ροή εσόδων από την ενέργεια που πωλείται παρά τις Δυτικές κυρώσεις βοηθά τον κ. Πούτιν να απαλύνει το πλήγμα του οικονομικού πολέμου που υφίσταται.
Ωστόσο το Κρεμλίνο αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια στα πεδία των μαχών και στο γεωπολιτικό και οικονομικό πεδίο που περιορίζουν τη δυνατότητά του να διεξάγει επί μακρόν πόλεμο στην Ουκρανία – χωρίς να τον αποκλείουν.
«Ο χρόνος δεν είναι στο πλευρό του Πούτιν», επισημαίνει η Ρωσίδα πολιτική αναλυτής Τατιάνα Στανόβαγια, ιδρύτρια της συμβουλευτικής εταιρείας R. Politik. Προσθέτει ότι όσο σέρνονται οι πολεμικές επιχειρήσεις και πιέζουν οι κυρώσεις, τα προβλήματα στη Ρωσία από τον πόλεμο θα αυξάνονται.
Σε πολιτικό επίπεδο ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είπε το Σάββατο ότι ο κ. Πούτιν δεν μπορεί να παραμένει στην εξουσία, πράγμα που την επομένη ανασκεύασε ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν. Στο πεδίο της μάχης οι Ρώσοι έχουν δημιουργήσει διάδρομου που συνδέει το Ντονμπάς με την Κριμαία, αλλά δεν έχουν καταφέρει τίποτε ούτε στο Κίεβο και το Χάρκοβο ούτε στα νοτιοδυτικά, στο Μικολάιβ και την Οδησσό.
Το ΝΑΤΟ εκτιμά ότι οι ρωσικές απώλειες κυμαίνονται ήδη μεταξύ 7.000 και 15.000 στρατιωτών. Αυτό πάντως δε σημαίνει απαραιτήτως πρόβλημα για τον κ. Πούτιν, επισημαίνει ο Μιχαήλ Κόφμαν, Ρώσος στρατιωτικός αναλυτής της ερευνητικής ομάδας CNA στις ΗΠΑ – ελαττώνει όμως ουσιαστικά τις επιχειρισιακές δυνατότητες στο πεδίο της μάχης. Το κόστος είναι τόσο σε ηθικό επίπεδο όσο και στη δυνατότητα των Ρώσων στρατηγών να προωθήσουν την εκστρατεία.
Η επιστράτευση νέων στρατεύσιμων στη Ρωσία αρχίζει την Παρασκευή, 1 Απριλίου, και αναμένεται να υπογραφεί το προεδρικό διάταγμα με τον αριθμό των αναγκαίων νεοσυλλέκτων. Τυχόν παρατεταμένη κατοχή ουκρανικών εδαφών θα απαιτήσει μεγαλύτερο στρατιωτικό προσωπικό.
«Τον Απρίλιο πρέπει να αποφασίσουν στη Μόσχα τι θα κάνουν: Θα εμπλακούν σε μακροχρόνιο πόλεμο ή θα ασχοληθούν μόνο με το πού μπορούν να φτάσουν τις δύο επόμενες εβδομάδες;» διερωτάται ο κ. Κόφμαν.
Ήδη η ουκρανική αντίσταση, και σε μερικές περιπτώσεις αντεπίθεση, περιορίζει τις στρατιωτικές δυνατότητες των Ρώσων. Επιπλέον υπάρχουν προβλήματα στον ανεφοδιασμό των ρωσικών δυνάμεων.
Ωστόσο κ. Κόφμαν τονίζει ότι οι αποφάσεις του κ. Πούτιν βασίζονται κυρίως στις πληροφορίες που φθάνουν στο Κρεμλίνο, και κατά τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών η ενημέρωση του Κρεμλίνου κάθε άλλο παρά ακριβής είναι, βασιζόμενη σε έναν στενό κύκλο συμβούλων.
Η πραγματικότητα των Δυτικών ενισχύσεων της Ουκρανίας με όπλα και των απωλειών σε στρατιώτες, ηθικό και υποστήριξη μπορεί να υποχρεώσει τον Ρώσο πρόεδρο σε αλλαγή του αρχικού στόχου για ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης και επιλογή ουσιαστικών αλλαγών στη θέση της Ουκρανίας ή εστίασης του πολέμου σε ένα και μόνο μέτωπο.
Η Μόσχα έχει καταφέρει να παρακάμψει τις Δυτικές κυρώσεις καθώς συνεχίζει να πωλεί πετρέλαιο και αέριο σε πελάτες όπως η Κίνα και η Ινδία, μαζί με την Ευρώπη, υποχρεώνοντας παράλληλα τους Ρώσους εξαγωγείς να αγοράζουν ρούβλια με τα έσοδα αυτά ώστε να αποτραπεί η πλήρης κατάρρευση του ρωσικού νομίσματος. Ωστόσο τυχόν κλιμάκωση της στρατιωτικής δράσης μπορεί να επιφέρει και νέες κυρώσεις, ενώ η Ρωσία θα βασίζεται ολοένα και περισσότερο σε προϊόντα και τεχνολογία από χώρες που δεν έχουν επιβάλει κυρώσεις, όπως Κίνα, η Τουρκία και η Ινδία. Είναι αμφίβολο πόσο αυτές οι χώρες θα ρισκάρουν να αποξενωθούν από τη Δύση.
Το εσωτερικό μέτωπο στη Ρωσία φαίνεται αρραγές ακόμη, με μόνη εξαίρεση την αποχώρηση του βετεράνου συμβούλου Ανατόλι Τσουμπάις. Προς το παρόν φαίνεται απίθανο να υπάρξει εσωτερική αντίσταση στον πρόεδρο Πούτιν.
Μετά δύο και πλέον δεκαετίες που ο Ρώσος πρόεδρος είχε καταφέρει να προσφέρει μια σταθερότητα σε πολλούς πολίτες, τώρα τα πράγματα άλλαξαν: «Ο κ. Πούτιν πρέπει να προσφέρει στον ρωσικό λαό κάτι άλλο, αφού δεν έχει πια την οικονομία», λέει ο Κίριλ Μαρτίνοφ, αναλυτής της ανεξάρτητης εφημερίδας Νόβαγια Γκαζέτα: «Έτσι φαίνεται πως αυτό που μπορεί να προσφέρει είναι πολιτικό μεγαλείο, με όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες να συνομιλούν με αυτόν διότι είναι τόσο σπουδαίος και επικίνδυνος».
Για τον κ. Μαρτίνοφ η απήχηση αυτού του μηνύματος θα είναι όλο και μικρότερη όσο δυσκολεύουν τα οικονομικά, επομένως, προσθέτει, το μόνο που μπορεί να κάνει ο κ. Πούτιν είναι να ξεκινά συγκρούσεις…
Πηγή: kathimerini.gr