Η “παγίδα” Ακάρ και ποιόν πρέπει να πιστεύουμε…
Ο υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος διέψευσε κατηγορηματικά τον Τούρκο ομόλογό του Χουλουσί Ακάρ, ο οποίος δήλωσε πως στο πλαίσιο της σύντομης συνάντησής τους στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ συνομολόγησαν υπέρ της “συνεκμετάλλευσης του πλούτου του Αιγαίου”. Και άνευ δεύτερης σκέψης πιστεύουμε τον Έλληνα υπουργό.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Οι εξηγήσεις πώς το θέμα εκφεύγει των αρμοδιοτήτων των δύο υπουργών και δεν θα μπορούσε να είχε συζητηθεί δεν έχουν καμία σημασία. Είναι μέγα σφάλμα να δηλώνουν ορισμένοι πως “όλα τα μαθαίνουμε από τα τουρκικά ΜΜΕ και τους αξιωματούχους της Άγκυρας”, ακόμα μεγαλύτερο να λένε άλλοι πως θεωρούν πιο αξιόπιστη την δήλωση Ακάρ από την διάψευση Παναγιωτόπουλου.
Το ίδιο προκλητικό λάθος έκαναν παλαιότερα και στελέχη της Ν.Δ, όταν το κόμμα τους ήταν στην αξιωματική αντιπολίτευση και στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ. Τότε, ο βουλευτής (τώρα διοικητής σε κάποιον οργανισμό) Δημήτρης Σταμάτης -εκ των στενότερων συνεργατών του Αντώνη Σαμαρά– δήλωνε ανερυθρίαστα πως πιστεύει περισσότερο τον Ερντογάν από τον (τότε) πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα (δείτε το σχετικό βίντεο), με αφορμή κάποιες δηλώσεις του Τούρκου προέδρου που εξέθεταν, κατά την άποψη της Ν.Δ, την κυβέρνηση.
Ό,τι είναι η Ελλάδα που προκαλεί στο Αιγαίο -και ειδικότερα ο τότε υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος (με αφορμή δηλώσεις του)- έλεγε και ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ, εκείνη την περίοδο, Κώστας Κυρανάκης.
Αλλά και άλλα στελέχη της Ν.Δ, όταν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, υιοθετούσαν αβίαστα την τουρκική προπαγάνδα πάνω στη σπουδή τους να επιτεθούν πολιτικά στην κυβέρνηση. Το ζήσαμε, επίσης, και με την Συμφωνία των Πρεσπών, όταν όσοι την επικροτούσαν χαρακτηρίζονταν μειοδότες.
Η ‘Αγκυρα μετέρχεται συχνά τέτοιες μεθόδους, προφανώς επειδή έχει εδώ και αρκετά χρόνια κατανοήσει πόσο εύκολο είναι να προκαλέσει πολιτική ταραχή και διχασμό μεταξύ της εκάστοτε κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στην Ελλάδα.
Δυστυχώς, ενίοτε βρίσκει εύφορο έδαφος που προκύπτει από δημόσιες δηλώσεις στην Ελλάδα. Π.χ υπέρ της συνεκμετάλλευσης, ή της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων. Και από “ειδικούς” που κατά καιρούς βρίσκονται σε καίρια πόστα.
Πρόκειται για μια τουρκική παγίδα στην οποία εύκολα πέφτουν τα ελληνικά κόμματα. Και, με αφορμή τις δηλώσεις Ακάρ, αξίζει, για ακόμα μία φορά, να στιγματισθεί ως ένα πολύ σοβαρό εθνικό μας μειονέκτημα.
Μεταξύ Παναγιωτόπουλου και Ακάρ, λοιπόν, πιστεύουμε τον Παναγιωτόπουλο. Όπως πιστεύαμε τον Τσίπρα και τον Καμμένο. Κατανοητό; Τελεία, παράγραφος.
Εκείνο το οποίο, ωστόσο, πρέπει να διερευνήσει κανείς είναι για ποιούς λόγους ο Τούρκος υπουργός Άμυνας διατυπώνει δημόσια ένα τέτοιο ψεύδος, μόλις λίγα 24ωρα μετά την κατά κοινή ομολογία ήπια και θετική συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στον Βόσπορο. Γιατί, δηλαδή, ενώ στο χαλαρό γεύμα των δύο ανδρών η Άγκυρα προσπάθησε να αποτινάξει τις κατηγορίες περί τουρκικού αναθεωρητισμού (στο πρότυπο του Βλαντιμίρ Πούτιν που οδήγησε στην καταδικαστές εισβολή στην Ουκρανία), ο πολιτικός προϊστάμενος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων βάζει από το παράθυρο αυτόν ακριβώς τον αναθεωρητισμό;
Διότι, περί αυτού πρόκειται. Συνεκμετάλλευση, στην πονηρά διακινούμενη τουρκική επιχειρηματολογία, σημαίνει να μοιραστεί το Αιγαίο κατά τρόπο που υπερβαίνει το Δίκαιο της Θάλασσας και αντιβαίνει στην πάγια ελληνική θέση πως το μοναδικό προς διερεύνηση ζητούμενο είναι η χάραξη της υφαλοκρηπίδας και ο προσδιορισμός της ΑΟΖ.
Την ίδια άποψη, ωστόσο, διακίνησε η τουρκική πλευρά και ως θέμα της ατζέντας στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν. Κάτι που από τις επίσημες δηλώσεις που ακολούθησαν δεν επιβεβαιώθηκε. Ο Ακάρ, λοιπόν, ξαναβάζει το θέμα αυτό, όπως συνέβη και στον τελευταίο γύρο των διερευνητικών επαφών και αποκρούστηκε από την ελληνική αντιπροσωπεία.
Το συμπέρασμα δεν μπορεί παρά να είναι πως η ύφεση της επιθετικής επχιειρηματολογίας της Τουρκίας δεν σημαίνει πως εξαφανίζεται ο αναθεωρητισμός του γείτονα. Με ύφεση έχουμε να κάνουμε και όχι με αλλαγή της τουρκικής στρατηγικής. Μια ύφεση που εκκινεί από την αλλαγή των γεωπολιτικών δεδομένων που προκάλεσε η ρωσική εισβολή και η παγκόσμια καταδίκη της. Ύφεση που ενισχύει την προσπάθεια της Άγκυρας να ξαναπιάσει το νήμα της επαφής της με τη Δύση, να παρουσιάσει ένα μετριοπαθέστερο προφίλ ώστε να επιδιώξει ανταλλάγματα -κυρίως από τις ΗΠΑ-, και να ενισχύσει όλα αυτά με την εν εξελίξει διαμεσολάβησή της στο ουκρανικό.
Ορθώς, η ελληνική πλευρά απάντησε ψύχραιμα στην ελεγχόμενη πρόκληση Ακάρ. Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, ωστόσο, μας θύμισε πως τίποτε δεν έληξε με τον χαλβά από στραγάλια, το μορατόριουμ είναι πιθανότατα πρόσκαιρο και περίπου αναγκαστικό διότι αυτό εξυπηρετεί αυτή την περίοδο τον Ερντογάν.
Όμως, είναι εξίσου προφανές πως η ψυχραιμία της ελληνικής πλευράς δεν πρέπει να καταλήγει σε διπλωματική ύπνωση. Ο κόσμος μας έχει ήδη εισέλθει σε μια μακρά περίοδο αναβίωσης συνθηκών “ψυχρού πολέμου” και η Τουρκία επιδιώκει να λάβει προνομιακή θέση. Είναι αναγκαίο να προσδιορίσουμε γρήγορα ποιά θέση θα λάβουμε εμείς.
Η αντίληψη του “φυλακίου” της Δύσης δεν πρέπει να αντανακλά συνολικά την ελληνική στρατηγική. Προφανώς είναι τμήμα της, όπως ήταν σχεδόν πάντοτε. Όταν, όμως, η Τουρκία επιδιώκει και είναι πιθανό να λάβει ανταλλάγματα για την διαμεσολαβητική προθυμία της στο ουκρανικό και όταν γίνεται ανεκτό από ΗΠΑ και Ε.Ε το γεγονός ότι “πατά σε δύο βάρκες”, θα ήταν σοβαρό σφάλμα να εκχωρούμεθα ως αυτονόητοι εταίροι, δίχως να αντλούμε τα μεγαλύτερα δυνατά ανταλλάγματα.