Ανάλυση: Αναζητώντας κυρώσεις
Η Ουκρανία για τον Αμερικανό Πρόεδρο έχει γίνει προτεραιότητα, έστω και βραχυπρόθεσμα, εκτροχιάζοντας τον σχεδιασμό του Μπάιντεν στην άσκηση της πολιτικής του, σε ότι είχε να κάνει με την Κίνα, την κλιματική αλλαγή, την πανδημία. Το όραμα του για την επιστροφή των ΗΠΑ στην παγκόσμια ηγεσία, μετά το διάλλειμα Τραμπ, μπήκε σε διαδικασία αμφισβήτησης από μια Ρωσία που δεν θεωρούσε ως γεωπολιτικό παράγοντα που διαμορφώνει τα γεγονότα. Μια θεώρηση που είχε και ο Μπαράκ Ομπάμα.
Του Σπύρου Σιδέρη
Τα σημαντικά ζητήματα για τον Μπάιντεν που άφησε η διακυβέρνηση Τραμπ, ήταν η αμφισβήτηση του ΝΑΤΟ και η συνεργασία με την ΕΕ, εταίρο ιδεολογικό-πολιτικό. Δεν έχουν ξεχαστεί οι δηλώσεις του Γάλλου Προέδρου ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό, ούτε το Brexit που ενισχύθηκε από την Ουάσιγκτον, που σήμανε την πρώτη αποχώρηση κράτους μέλους της ΕΕ από την Ένωση.
- Η ουκρανική κρίση ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για να επανενεργοποιηθεί η Συμμαχία και να επανακολλήσουν οι σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ, παρότι ο Μπάιντεν έκανε ότι ήταν δυνατόν να τις τορπιλίσει με την Συμφωνία AUKUS.
Το αν τους ένωσε η ρωσο-ουκρανική κρίση ή αν θα είναι η ταφόπλακα στο Ευρωατλαντικό όραμα, θα φανεί στο τέλος.
Η ανάπτυξη περισσότερων από 3.000 στρατιωτών στην Ευρώπη σε ένδειξη αλληλεγγύης προς το ΝΑΤΟ από τις ΗΠΑ, με προοπτική να έρθουν κι άλλες δυνάμεις προς ενίσχυση, δεν σημαίνει ότι θα λάβουν μέρος και σε πολεμικές επιχειρήσεις. Το ξεκαθάρισε και στο προχτεσινό του μήνυμα ο Μπάιντεν ότι δεν θα πολεμήσουν στην Ουκρανία Αμερικανοί στρατιώτες, εάν ξεσπάσει πόλεμος.
- Κάτι που υποδηλώνει ενδεχομένως πως δεν πιστεύει ότι θα γίνει πόλεμος, αλλά θέλει να συσπειρώσει τους συμμάχους του. Γι αυτό εξάλλου προσπαθεί να καταστρώσει ένα σχέδιο κυρώσεων που θα στοιχίσει στη Ρωσία αλλά θα έχει λιγότερες συνέπειες προς τους ευρωπαίους εταίρους του αλλά και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία είναι δύσκολο να επιβάλεις κυρώσεις χωρίς να έχει και η χώρα που τις επιβάλει προβλήματα.
Οι λεγόμενες πυρηνικές επιλογές – όπως το εμπάργκο πετρελαίου και φυσικού αερίου ή η αποκοπή της Ρωσίας από το SWIFT, την υπηρεσία ηλεκτρονικών μηνυμάτων που καθιστά δυνατές τις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές συναλλαγές – φαίνονται απίθανες, εν μέρει λόγω των τρόπων που θα μπορούσαν να βλάψουν την παγκόσμια οικονομία. Η Ρωσία δεν είναι Ιράν ή Βόρεια Κορέα. Είναι μια μεγάλη οικονομία που κάνει πολύ εμπόριο, ειδικά σε πρώτες ύλες, φυσικό αέριο και πετρέλαιο.
Ορισμένοι τύποι κυρώσεων, αν όχι όλοι, βλάπτουν όχι μόνο τον παραλήπτη αλλά και τον αποστολέα. Η απόφαση των κυρώσεων που όλο και περισσότερο ακούγονται αλλά δεν έχουν ακόμα οριστικοποιηθεί, θα εξαρτηθεί ίσως τελικά από το τίμημα που θα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν Ουάσιγκτον κι Ευρώπη.
- Αυτήν τη στιγμή, οι πιο σκληρές κυρώσεις που φέρεται να εξετάζει η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι κάποιο επίπεδο οικονομικών κυρώσεων στις μεγαλύτερες τράπεζες της Ρωσίας, ένα βήμα που δεν έκανε η κυβέρνηση Ομπάμα το 2014, και μια απαγόρευση εξαγωγών προηγμένων τεχνολογιών.
Οι κυρώσεις σε Ρώσους ολιγάρχες και σε άλλους που πρόσκεινται στο καθεστώς είναι επίσης πιθανώς στο τραπέζι, όπως και ορισμένες άλλες μορφές στοχευμένων κυρώσεων σε πρόσωπα και εταιρίες, δημιουργώντας έτσι μια εσωτερική δυσαρέσκεια από τους ισχυρούς υποστηρικτές του Πούτιν.
- Ο Nord Stream 2, ο οποίος έχει ολοκληρωθεί αλλά δεν είναι ακόμη ανοιχτός αγωγός φυσικού αερίου μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, μπορεί επίσης να «σκοτωθεί» εάν η Ρωσία κλιμακώσει τις εντάσεις. Κάτι όμως που σίγουρα θα προκαλέσει αντιδράσεις στην Γερμανία, βάζοντας σε κίνδυνο την δυτική συμμαχία.
Αυτό που εξετάζεται ως επί των πλείστων είναι οι κυρώσεις να έχουν αποτέλεσμα, που θα μπορούσε να σύρει τον Πούτιν σε μια αναδίπλωση. Όμως οι χρονίζουσες κυρώσεις στην Ρωσική Ομοσπονδία την έχουν προετοιμάσει κι έχει διαμορφώσει τα αντίμετρα και το τείχος προστασίας της.
Μια νέα αποτυχία από την δυτική συμμαχία στην αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας, ενδεχομένως να προκαλέσει ρήγμα μεταξύ των εταίρων, αφήνοντας μεγαλύτερο αποτύπωμα στις ΗΠΑ και τον Τζο Μπάιντεν.