Η Τ-κυτταρική ανοσία ενάντια στον Covid – Τι απαντούν Γκάγκα, Μαγιορκίνης
Πολλές διεθνείς μελέτες δείχνουν ότι –παρόλο που τα επίπεδα των Β κυττάρων μνήμης και των εξουδετερωτικών αντισωμάτων μειώνονται σημαντικά 6 μήνες μετά τον εμβολιασμό– τα Τ-κύτταρα, που ενεργοποιούνται από τα εμβόλια, χρησιμεύουν ως δεύτερη γραμμή προστασίας έναντι του παθογόνου. Τα Τ-κύτταρα αναγνωρίζουν όλα τα στελέχη του κοροναϊού, συμπεριλαμβανομένου και του στελέχους Όμικρον που είναι πιο μεταδοτικό. Δεν μπορούν να αποτρέψουν τη λοίμωξη αλλά επιτελούν το σημαντικό ρόλο προστασίας μας από σοβαρή νόσο.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Με αφορμή αυτό το σημαντικό ερευνητικό συμπέρασμα, ότι δηλαδή τα Τ-κύτταρα αποτελούν ένα επιπλέον μηχανισμό ανοσίας και θεωρείται ότι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανοσία έναντι του ιού, το libre ρώτησε κατά την ενημέρωση από το υπουργείο Υγείας για την πορεία της πανδημίας την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας, Μίνα Γκάγκα, και τον Επίκουρο Καθηγητή Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, εάν είναι μετρήσιμα τα δεδομένα σχετικά με την προστασία που παρέχουν τα Τ-κύτταρα στα εμβολιασμένα άτομα.
«Η Τ-κυτταρική ανοσία είναι πολύ σημαντικό κομμάτι της ανοσίας, που αφορά τη νόσο Covid-19», επεσήμανε ο κ. Μαγιορκίνης.
«Αλλά συνήθως η Τ-κυτταρική ανοσία δεν οδηγεί στην λεγόμενη αποστειρωτική ανοσία. Δηλαδή, συνήθως δεν είναι πρώτης γραμμής. Γιατί τα Τ-κύτταρα δεν κυκλοφορούν στο αναπνευστικό επιθήλιο. Υπάρχουν άλλου είδους κύτταρα που υπάρχουν στο αναπνευστικό επιθήλιο και δεν είναι ακριβώς Τ.
Σε κάθε περίπτωση, βοηθάει στο να μην εξελιχθεί η νόσος σε πιο βαριά κατάσταση. Είναι εξαιρετικά σημαντικό κομμάτι και αυτό που είναι που παραμένει, φαίνεται, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και για αυτό όταν περάσει κάποιο χρονικό διάστημα και πέσουν ακόμα και τα αντισώματα στον οργανισμό μας, υπάρχει μια σημαντική προστασία.
Σχετικά με την ερώτηση αν υπάρχει τρόπος να μετρηθεί, υπάρχουν τεστ κυτταρικής ανοσίας, ωστόσο να ξέρετε ότι αυτά δεν είναι προτυποποιημένα, ώστε να προσφέρονται στην καθημερινή κλινική πράξη. Είναι εργαλεία που χρησιμοποιούνται κυρίως στις έρευνες. Υπάρχουν, πάντως, κάποιες μέθοδοι με τις οποίες μπορεί να μετρηθεί. Κάποιοι λένε ότι μπορούν να τα μετρήσουν. Εμείς δεν συστήνουμε σε καμία περίπτωση κάποιος να πάει να μετρήσει την Τ-κυτταρική του ανοσία γιατί δεν είναι καθόλου προτυποποιημένη σε αυτή τη φάση. Και δεν νομίζω ότι θα είναι και εύκολο να προτυποποιηθεί για να προσφέρεται στην καθημερινή κλινική πράξη», εξήγησε ο Επίκουρος Καθηγητής Επιδημιολογίας.
Συμφωνώντας με το γνωστό επιδημιολόγο, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, πρόσθεσε ότι «η κυτταρική ανοσία είναι και ένας τρόπος να διεγερθούν καλύτερα η χυμική ανοσία, δηλαδή και τα Β-κύτταρα και τα αντισώματα να γίνουν πιο γρήγορα σε επαναμόλυνση.
Οπότε αυτό είναι πολύ σημαντικό και νομίζω ότι αυτό βλέπουμε, το ξέρουμε από την πράξη, αν θέλετε, ότι όταν είμαστε εμβολιασμένοι ή έχουμε έρθει σε επαφή με ένα μικρόβιο ή έναν ιό, η επόμενη λοίμωξη είναι συνήθως πιο εύκολη.
Και αυτό το νόημα έχει. Δηλαδή, ο οργανισμός με την ανοσοποίηση μαθαίνει να αντιδρά πιο γρήγορα. Είναι σαν να έχει κάνει μία άσκηση πριν και για αυτό και έχει πολύ μεγάλη σημασία. Και φάνηκε ότι σε αυτόν τον κοροναϊό, η τρίτη δόση είναι αυτή που κάνει ακόμα καλύτερα αυτή την άσκηση που κάνει ο οργανισμός μας για να μπορεί να αναγνωρίζει τον ιό και να τον σταματάει. Για αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό», κατέληξε η κα Γκάγα.