Τρία μηνύματα των δημοσκοπήσεων που δεν διαβάζουν Μαξίμου, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ
Από τις δημοσκοπήσεις (μετά το φιάσκο της διαχείρισης της κακοκαιρίας και με την δαμόκλειο σπάθη της ακρίβειας και των ανατιμήσεων να απειλεί την κυβέρνηση) προκύπτουν τρία συμπεράσματα που αφορούν τους τρεις βασικούς “παίκτες” των πολιτικών εξελίξεων.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Πρώτον, ανάμεσα στο δίλημμα του Κυριάκου Μητσοτάκη για αυτοδυναμία και στο ποσοστό με το οποίο αυτή επιτυγχάνεται στις δεύτερες κάλπες, με τον εκλογικό νόμο που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση (37,5-38% ανάλογα με το άθροισμα των ποσοστών των εκτός Βουλής κομμάτων), υπάρχει μια τάφρος δυσαρέσκειας των πολιτών. Με αναγωγή των ποσοστών της Πρόθεσης Ψήφου η Ν.Δ φθάνει δύσκολα το 31-32%. Το εκλογικό σώμα, ως εκ τούτου, δεν φαίνεται να συμμερίζεται πως το κυβερνών κόμμα πρέπει να ξανακυβερνήσει αυτοδύναμο, παρότι του δίνει σαφές προβάδισμα.
Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν κερδίζει σημαντικά από τις απώλειες της κυβέρνησης. Ως άθροισμα δημοσκοπικών ποσοστών και υπό αρκετές “ανοικτές” προϋποθέσεις το αφήγημα για προοδευτική διακυβέρνηση αποκτά μεν υπόσταση, δεν προκύπτει, ωστόσο, πως είναι δυναμικό κάποιο κοινωνικό αίτημα προς αυτή την κατεύθυνση. Οι αρνητικές ψήφοι για τον Αλέξη Τσίπρα παραμένουν -αν και μειούμενες- σε υψηλό ποσοστό και το επιτελείο της Κουμουνδούρου πρέπει άμεσα να μελετήσει για ποιόν λόγο συμβαίνει αυτό. Είναι πρόβλημα που αφορά τον ίδιο, είναι η εσωστρέφεια που εκπέμπεται από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή είναι το ό,τι δεν πείθονται οι πολίτες από την θολή πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης και, κυρίως, το γεγονός πως η ηγετική ομάδα που προβάλλεται παραπέμπει (ακόμα) στην προηγούμενη κυβέρνηση που ηττήθηκε στις εκλογές του 2019;
Τρίτον, ο Νίκος Ανδρουλάκης μπορεί να αισθάνεται ικανοποιημένος επειδή προσελκύει ψήφους και από τη Ν.Δ, και από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, όμως είναι έκδηλο πως τελεί σε αμηχανία σχετικά με το ερώτημα της “επόμενης ημέρας”. Στις μετρήσεις φαίνεται πως περίπου επτά στους δέκα δυνητικούς ή αποφασισμένους ψηφοφόρους του νέου ΚΙΝ.ΑΛ επιθυμούν να συμμετάσχει υπό προϋποθέσεις σε κυβερνητικό σχήμα με ένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Προς το παρόν, τα στελέχη του δείχνουν να πελαγοδρομούν μεταξύ αυτονομίας και υπεκφυγών. Ο κίνδυνος να “ξεφουσκώσει” μεταξύ πρώτης (απλή αναλογική) και δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης, σε συνθήκες ακραίας πόλωσης και σκληρού αιτήματος διακυβέρνησης, είναι υπαρκτός. Όπως και η συμμετοχή του σε μια κυβέρνηση με τη Ν.Δ που θα αποτελεί επανάληψη του εγχειρήματος του 2012-15 που προκάλεσε την καταβύθιση του ποσοστού του. Ιδιαίτερα όταν ο ίδιος ο αρχηγός του επιμένει πως επιδιώκει μια σοσιαλδημοκρατικού τύπου κυβέρνηση. Ακόμα και αν έχει επιλέξει την διμέτωπη αντιπαράθεση είναι φανερό πως ο στόχος του μπορεί να υλοποιηθεί, ή με αυτοδυναμία του ΚΙΝ.ΑΛ (…) σε κάποιο μη ορατό μέλλον, ή σε συνεργασία με το κόμμα που είναι πλησιέστερα στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που δηλώνει πως εκπροσωπεί. Εκ των πραγμάτων και με την “βούλα” των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών (PES) αυτό είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Και τα τρία κόμματα, ωστόσο, κρύβουν την πραγματικότητα κάτω από το χαλί του πολιτικού διαδρόμου προς τις εκλογές.
Τους επόμενους μήνες το πολιτικό κλίμα θα επιβαρυνθεί από την κατάσταση στο μέτωπο της οικονομίας και της ακρίβειας, αλλά για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμα και υπό το βάρος των σκληρών δεικτών της πανδημίας.
Με την εκτόξευση του κόστους δανεισμού και την διόγκωση του χρέους, η εικόνα που δημιουργεί η κυβέρνηση για οικονομικό “θαύμα” θα υφίσταται σοβαρές ρωγμές.
Τα μηνύματα της Κριστίν Λαγκάρντ ήταν σαφή, οι Βρυξέλλες εμφανίζονται δυσαρεστημένες, η μάχη για το Σύμφωνο Σταθερότητας έχει αβέβαιη έκβαση (παρά τις προσπάθειες Μακρόν-Ντράγκι), οι αποφάσεις παραπέμπονται για το δεύτερο εξάμηνο, μετά τις Γαλλικές προεδρικές εκλογές, το Ταμείο Ανάκαμψης μένει στάσιμο στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και τις αντιθέσεις Βορρά-Νότου, και, όπως ακούγεται, το ΔΝΤ θα κρούσει πολύ ηχηρά τον κώδωνα του κινδύνου για την Ελλάδα στην επόμενη έκθεση του.
Τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι πολύ στενά, γι αυτό και το οικονομικό επιτελείο αφήνει μεν ανοικτό το παράθυρο για φοροελαφρύνσεις και μείωση του ΦΠΑ, είναι δύσκολο, όμως, να προβλέψει εάν και πότε θα είναι σε θέση να λάβει τέτοια μέτρα. Την ίδια ώρα ο πληθωρισμός και η έκρηξη των τιμών και των λογαριασμών προκαλεί απόγνωση και δυσφορία.
Τούτων δοθέντων, οι τρεις “παίκτες” κλείνουν προσώρας τα μάτια στο υφέρπον αίτημα των δημοσκοπήσεων θεωρώντας πως η πόλωση και το σκληρό πλαίσιο του εκλογικού διακυβεύματος θα μεταβάλλει τα πράγματα. Η Ν.Δ θεωρεί πως μπορεί να επιτύχει τελικά την αυτοδυναμία, η αξιωματική αντιπολίτευση ελπίζει για το αντίθετο που θα θέσει εντελώς νέα διλήμματα. Σε αυτό το πλαίσιο το Μέγαρο Μαξίμου θα αναζητήσει τον κατάλληλο χρόνο για την διεξαγωγή εκλογών, παρά τις διαβεβαιώσεις πως θα εξαντληθεί η κυβερνητική θητεία.
Εφόσον, όμως, η σημερινή δημοσκοπική καταγραφή ως εκλογική προσομοίωση επιβεβαιωθεί στις κάλπες, κυβέρνηση, αξιωματική αντιπολίτευση και ΚΙΝ.ΑΛ θα αναγκαστούν να διαβάσουν αλλιώς τα μηνύματα. Εάν, για παράδειγμα, η λαϊκή ετυμηγορία δείχνει προς την κατεύθυνση των συνεργασιών, όποιος αναλάβει το κόστος και μιας τρίτης εκλογικής αναμέτρησης ίσως το πληρώσει ακριβά…