Τον έκαναν “μόδα”, γίνεται τάση;

 Τον έκαναν “μόδα”, γίνεται τάση;

Το Μέγαρο Μαξίμου υποδέχθηκε την νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη στις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝ.ΑΛ με μεγάλη ικανοποίηση. Τα πρωτοσέλιδα της επόμενης ημέρας στον φιλοκυβερνητικό Τύπο προεξοφλούσαν πως φθάνει η αμετάκλητη πολιτική αποστρατεία του Αλέξη Τσίπρα. Κυβερνητικές πηγές μετέδιδαν το “αφήγημα” πως αποφεύχθηκε ο κίνδυνος που υποτίθεται θα απέρρεε από την επικράτηση του “πιο κοντά στη Ν.Δ” Ανδρέα Λοβέρδου και πως η επικράτηση του ευρωβουλευτή θα ροκανίσει ποσοστά από τον δημοσκοπικά δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που ο πρωθυπουργός προεξοφλούσε από τον Δεκέμβριο ότι το νέο ΚΙΝ.ΑΛ θα προσπερνούσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Το επανέλαβε, δε, με ένα αίσθημα δικαίωσης της πρόβλεψής του, και στην τελευταία ομιλία του στη Βουλή κατά την συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας.

Οι προβλέψεις, όμως, καταρρέουν. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έγινε “μόδα” από το μιντιακό σύστημα που στηρίζει την κυβέρνηση και γρήγορα κατορθώνει, απ΄ ότι φαίνεται, να γίνει πολιτική τάση που ίσως αλλάξει τα μέχρι πρότινος στατικά δεδομένα του δικομματισμού. Αλλά με έναν τρόπο που δεν μπόρεσαν να προβλέψουν στο Μέγαρο Μαξίμου επειδή μετέτρεψαν σε βεβαία πρόγνωση την επιθυμία τους.

Έτσι, μέσα σε περίπου ένα μήνα από εκείνη την ευφορία, η πρόσκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο νέο αρχηγό του ΚΙΝ.ΑΛ για συνάντηση στο Μαξίμου αναβλήθηκε επ΄αόριστον και η “πατρική προτροπή” για υπεύθυνη αντιπολίτευση μετατρέπεται σε αιχμές για την “επιτήδεια ασάφεια” του λόγου του κ. Ανδρουλάκη και την δόξα που επιδιώκει κρυπτόμενος, ακόμα και σε προσβολές στα όρια του ηλικιακού ρατσισμού για τον μετριοπαθή και συμπαθέστατο Κώστα Σκανδαλίδη.

Η δημοσκόπηση της Pulse (Σκάϊ) ήρθε να επικυρώσει αυτό που είχε αρχίσει να φαίνεται και σε προηγούμενες μετρήσεις. Η άνοδος του ΚΙΝ.ΑΛ προέρχεται ισομερώς από μετακινήσεις ψηφοφόρων, τόσο από τη Ν.Δ, όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το 9% των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος (εκλογές 2019) και το 10% εκείνων της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετακινούνται -κατά την Pulse- στο πολιτικώς ακατέργαστο ακόμα ΚΙΝ.ΑΛ. Δεν αποκαθηλώνει τον Αλέξη Τσίπρα ο Νίκος Ανδρουλάκης αλλά απειλεί την ίδια την επιδιωκόμενη κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη στους (αποκαλούμενους) κεντρώους ψηφοφόρους. Η δε διαφορά μεταξύ ΚΙΝ.ΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σε μία απόσταση ασφαλείας οκτώ μονάδων, περίπου όση και η διαφορά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ (9 μονάδες, δηλαδή σε μονοψήφιο ποσοστό για πρώτη φορά σε μετρήσεις της ίδιας εταιρείας).

Το μιντιακό αφήγημα για τον “πολιτικό γίγαντα” που θα καταπιεί τον ΣΥΡΙΖΑ (ναι, γράφτηκε κι αυτό…) ανατρέπεται και το “the new kid in town” εμφανίζεται να απειλεί τόσο τις (μεταφορικά) λαϊκές γειτονιές του προνομιακού ακροατηρίου της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσο και τα βόρεια προάστια της νεοδημοκρατικής ηγεμονίας.

Στην ίδια μέτρηση, η άνοδος του ΚΙΝ.ΑΛ από το περίπου 8% που ελάμβανε πριν την εκλογή νέου αρχηγού στο περίπου 14,5% μεταφράζεται -όπως επισήμανε ο αναλυτής της εταιρείας- σε προσπορισμό τριών μονάδων από τη Ν.Δ και άλλων τριών από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα αντέξει το θολό αφήγημα του κ. Ανδρουλάκη. Έχουμε ξαναδεί δημοσκοπικές “εκτοξεύσεις” να μετατρέπονται σε πτώσεις μετεωριτών, όμως ο συνδυασμός όλων των παραπάνω με άλλα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία προοιωνίζεται ίσως σοβαρές ανακατατάξεις.

Για παράδειγμα, το 70% εκείνων που δηλώνουν πως θα ψηφίσουν το ΚΙΝ.ΑΛ στις επόμενες εκλογές επιθυμούν τη συνεργασία του για τον σχηματισμό κυβέρνησης, είτε χωρίς δεύτερη κουβέντα, είτε “υπό προϋποθέσεις”. Ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι οιαδήποτε τέτοια συζήτηση και είναι αρκετά πιθανό να το αποφύγει μέχρι τέλους.

Επιπροσθέτως, η ίδια δημοσκόπηση καταγράφει τις μεγάλες δυσκολίες που έχει η Ν.Δ στην επίτευξη της αυτοδυναμίας ακόμα και με τον δικό της νόμο (με κλιμακωτό μπόνους-μία έδρα ανά 0,5% πάνω από το 25% που εξασφαλίζει στο πρώτο κόμμα 20 έδρες) στην δεύτερη αναμέτρηση μετά την απλή αναλογική.

Πρόθεση Ψήφου/Pulse

Έχει αξία να σημειωθεί πως ο επικεφαλής της Pulse εξήγησε (…) -απαντώντας στην ερώτηση της Σίας Κοσιώνη γιατί άλλη μέτρηση έφερε το ΚΙΝ.ΑΛ στο 17-18%- τόνισε πως τα ποσοστά εμπεριέχουν περιθώριο σφάλματος τριών μονάδων. Η παρατήρηση έχει μεγάλη αξία, διότι μπορεί να επιβεβαιωθεί το σενάριο της πρόθεσης ψήφου 31%-22%-14%, ή να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο η διαφορά, όμως από τα λεγόμενα του αναλυτή (το αυτονόητο είπε, το οποίο, όμως, υποτιμάται συνήθως) δεν πρέπει να αποκλείεται και το αντίθετο. Ήτοι, η μονοψήφια διαφορά Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ να είναι ήδη ακόμα και αισθητά μικρότερη και η κατάταξη των τριών κομμάτων εντελώς διαφορετική.

Όλα αυτά δείχνουν πως το πολιτικό παιχνίδι είναι ανοικτό και πολλά θα εξαρτηθούν από τις κυβερνητικές πολιτικές το επόμενο διάστημα, εξωγενείς παράγοντες (πανδημία, καιρικά φαινόμενα, ακρίβεια κ.ά), την στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως και από τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών. Όσο Πολάκη και όσο Φουρθιώτη κι αν καταναλώσουν τα μίντια και οι κομματικές ανακοινώσεις, η αντιπαράθεση σε καθαρά προεκλογικό χρόνο και εν τελει το αποτέλεσμα της κάλπης θα κριθούν από μείζονα θέματα που αφορούν τον πολίτη στην καθημερινότητά του.

Σε όλα τα παραπάνω, προσμετράται πλέον και το ότι η “μόδα” Ανδρουλάκη (καλλιεργηθείσα από τον αρχικό κυβερνητικό αφήγημα για να πληγεί ο ΣΥΡΙΖΑ) τείνει να μεταβληθεί σε πολιτική τάση που αφορά και τους δύο. Το γεγονός για παράδειγμα πως Μητσοτάκης, Τσίπρας, Ανδρουλάκης εμφανίζονται να έχουν σχετικά την ίδια απήχηση στους ψηφοφόρους του λεγόμενου Κέντρου είναι ένα θέμα σημαντικό.

Σημαντικότερο μάλλον για τον πρωθυπουργό, ο οποίος για να εδραιώσει καλύτερα το προφίλ του σε αυτή την πολιτική περιοχή πρέπει να κάνει βήματα που ίσως τον αφήσουν περισσότερο ακάλυπτο στην άλλη περιοχή που βρίσκεται δεξιότερα της Ν.Δ. Κάθε βήμα προς το Κέντρο θα αφήνει κενό που θα φροντίσουν να κατακτήσουν ο Μπογδάνος και η Δημιουργία, η Ελληνική Λύση και άλλα μικρότερα σχήματα.

Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας κέρδισε εντυπώσεις καθώς όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης συντάχθηκαν με την πρόταση δυσπιστίας στην κυβέρνηση, δήλωσαν, όμως, πως δεν προτίθενται να προσφερθούν ως πρόθυμοι μετεκλογικοί εταίροι. Με δύσκολη την επίτευξη της αυτοδυναμίας από το πρώτο κόμμα (εξ’ ου και κάποιες εισηγήσεις στο Μαξίμου για αλλαγή του εκλογικού νόμου, οι οποίες φαίνεται πως απορρίφθηκαν καθώς θα πρόδιδαν πανικό και οπορτουνισμό), τόσο η Ν.Δ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολευτούν πολύ να γεμίσουν με δανεικά καύσιμα το κυβερνητικό ρεζερβουάρ. Το δε ΚΙΝ.ΑΛ, εφόσον κατορθώσει να συγκεντρώσει διψήφιο ποσοστό, θα βρεθεί προ του διλήμματος εάν θα το αξιοποιήσει θέτοντας τους όρους μιας κυβέρνησης συνεργασίας, ή θα αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν προς μία τρίτη εκλογική αναμέτρηση.

Θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και “γκραν γκινιόλ” η πολιτική περίοδος μέχρι και μετά τις επόμενες εκλογές…

Σχετικά Άρθρα