Editorial: Υποχρεωτικότητα καθολική, όχι ταξικοί και άλλοι διαχωρισμοί
Η απόφαση να επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ σε εκείνους του συμπολίτες μας που είναι άνω των 60 ετών και δεν εμβολιάζονται δικαιολογείται μόνο ως προς την ανάγκη να προστατευθεί αυτή η περισσότερο ευάλωτη (λόγω ηλικίας και υψηλότερης νοσηρότητας) ομάδα του πληθυσμού, κυρίως όμως να προστατευθεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας που έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια αντοχής του.
Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες η διαχείριση των συνεπειών της πανδημίας γίνεται στη βάση του “δείκτη νοσηλείας” (αντοχές των συστημάτων υγείας), σε αυτές τις χώρες, ωστόσο, έχει καταστεί εφικτή υψηλή εμβολιαστική κάλυψη που ξεπερνάει το 80%.
Στην Ελλάδα ακολουθείται προφανώς η ίδια μέθοδος χωρίς, όμως, να έχει επιτευχθεί ανάλογα υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, η οποία σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Vaccine Tracker του ECDC βρίσκεται στο 61,6% (πλήρως εμβολιασμένοι).
Ο στόχος θα έπρεπε φυσικά να είναι η επίτευξη “τείχους ανοσίας”. Μόνο με αυτό τον τρόπο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, είναι εφικτό να προστατευθεί ουσιαστικά το σύνολο του πληθυσμού. Η επί μέρους προστασία ομάδων πολιτών (π.χ ανάλογα με την ηλικία) μπορεί να αποσκοπεί στην μικρή αποσυμφόρηση των νοσοκομείων, δεν επιφέρει όμως το μείζον καλό.
Υπό την έννοια αυτή, η υποχρεωτικότητα θα έπρεπε να είναι καθολική, να απλώνεται, δηλαδή, στον γενικό πληθυσμό. Έτσι μπορεί να επιτευχθεί το αναγκαίο “τείχος ανοσίας”.
Για παράδειγμα, στην ηλικιακή κατηγορία 25-49 είναι εμβολιασμένοι μόνο το 68% (με τουλάχιστον μία δόση). Στην κατηγορία 50-59 ετών περίπου το 77%. Ποσοστά σημαντικά μικρότερα από τις ηλικίες άνω των 60 ετών στις οποίες έχει εμβολιαστεί (με τουλάχιστον μία δόση) πάνω από το 80% και στις ηλικίες ανω των 80 ετών που έχει εμβολιαστεί (με τουλάχιστον μία δόση) περίπου το 76% (στοιχεία ECDC).
Μπορεί, λοιπόν, οι ανεμβολίαστοι άνω των 60 να είναι πιο ευάλωτοι στον ιό και να κινδυνεύουν να φτάσουν ευκολότερα στις ΜΕΘ, όμως και οι μικρότερες ηλικίες που είναι πιο παραγωγικές και κινούνται πολύ περισσότερο είναι πιθανότερο να μολυνθούν και να μεταδόσουν, είτε σε συνομιλήκους τους, είτε (ενδοοικογενειακά) σε πιο ηλικιωμένους. Η υποχρεωτικότητα, ως εκ τούτου, και δη μέσω προστίμου που προκαλεί οικονομική επιβάρυνση συχνά εξοντωτική, μόνο στους πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας, δεν συμβάλλει σημαντικά στο “τείχος ανοσίας”.
Η πιο ενδεδειγμένη λύση θα ήταν ο καθολικός και υποχρεωτικός εμβολιασμός στο σύνολο των ενηλίκων με κίνητρο την σύνδεσή του με το πιστοποιητικό εμβολιασμού. Χωρίς αυτό δεν θα μπορεί να είναι εφικτές οι μετακινήσεις (μέσα μεταφοράς) και οι επισκέψεις σε καταστήματα, εστίαση κ.ά
Το μέτρο εφαρμόζει ήδη η Ιταλία, η οποία καθιστά υποχρεωτικό τον εμβολιασμό από τις 15 Δεκεμβρίου (σε πρώτη φάση) του εκπαιδευτικού προσωπικού και των διοικητικών υπαλλήλων που εργάζονται στα σχολεία, των μελών των αστυνομικών και στρατιωτικών δυνάμεων και του διοικητικού προσωπικού των νοσοκομείων. Οι υγειονομικοί, στην Ιταλία, είναι ήδη υποχρεωμένοι να εμβολιάζονται κατά του κορωνοϊού.
Υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού στον γενικό ενήλικα πληθυσμό τάχθηκε και ο νέος Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ενώ ήδη Αυστρία και Σλοβακία κινούνται προς αυτή την κατέθυνση.
Έτσι θα αποφευχθούν οι ταξικοί διαχωρισμοί και η επιβολή μερικής υποχρεωτικότητας με τιμωρητικό χαρακτήρα που ενεργοποιεί μηχανισμούς κοινωνικού αυτοματισμού χωρίς, από την άλλη, να επιτυγχάνεται “τείχος ανοσίας”. Δεδομένου δε πως η πανδημία δεν τελειώνει και οι μεταλλάξεις (Όμικρον) μπορεί να ανατρέψουν όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, το μέτρο ίσως είναι άμεσα αναγκαίο.
Αυτή πρέπει να είναι σήμερα η δημόσια συζήτηση και επ΄ αυτού πρέπει να συμφωνήσουν επιστήμονες, κυβέρνηση, κόμματα, θεσμοί. Όλα τα άλλα είναι υπεκφυγές που μαζί με την σύγχυση και τις παλινωδίες (όπως συνέβη σχετικά με τους αστυνομικούς, τους ιερείς κ.ά) ενισχύουν την αμφιβολία και, ακόμα χειρότερα, τις αντιεμβολιαστικές και συνωμοσιολογικές ανοησίες.
Libre