Το επικίνδυνο κενό στα δυτικά Βαλκάνια- Η απουσία της ΕΕ και η ελληνική αμηχανία
Πριν το δημοψήφισμα για την έγκριση της Συμφωνίας των Πρεσπών, από τα Σκόπια είχε “παρελάσει” σύμπασα η ευρωπαϊκή ηγεσία, στο πλαίσιο της προσπάθειας να στηριχθεί η κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ ως “σταθεροποιητής” όχι μόνο στη γειτονική χώρα αλλά στον ευρύτερο περίγυρο των δυτικών Βαλκανίων.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Τώρα, με τον Ζάεφ ηττημένο (στις δημοτικές εκλογές, τις οποίες ο ίδιος περιέργως κατέστησε δημοψηφισματικού χαρακτήρα) και την Βόρεια Μακεδονία ενώπιον ενός κύκλου πολιτικής αστάθειας, η ευρωπαϊκή ηγεσία απλώς παρατηρεί τις εξελίξεις. Σε μεγάλο βαθμό, όμως, είναι η ίδια που προκαλεί αυτή την αστάθεια, προβάλλοντας συνεχώς εδώ και καιρό εμπόδια στην ομαλή ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας και των γειτονικών βαλκανικών χωρών.
Οι πληροφορίες από το Βερολίνο δημιουργούν ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία, καθώς φέρουν τον Όλαφ Σολτς να υποτιμά τον γερμανικό ρόλο στον γεωπολιτικό χώρο που αφορά την Ελλάδα- από τα Βαλκάνια έως την ανατολική Μεσόγειο. Το γεγονός ότι επιλέγει, ως φαίνεται, να παραδώσει το υπουργείο Εξωτερικών στους Πράσινους υποδηλώνει, όπως επισημαίνουν αναλυτές στη γερμανική πρωτεύουσα, αυτή την κατεύθυνση, ακόμα κι αν ορισμένοι στην Αθήνα θεωρούν θετική μία τέτοια εξέλιξη.
Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας δείχνει πως αντιλαμβάνεται τους κινδύνους που εγκυμονεί η πιθανή εγκατάλλειψη των δυτικών Βαλκανίων –κατά το δόγμα Μπίσμαρκ πως “δεν αξίζουν τα κόκκαλα ούτε ενός Πομερανού γρεναδιέρου”;
Κατά την προσφώνηση του ομολόγου του της Σλοβενίας Anje Logar, είπε πως “…δυστυχώς όμως θα πρέπει να κρούσω ένα κώδωνα κινδύνου. Η ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων θα μπορούσε να είναι αναστρέψιμη. Και για αυτό το λόγο θα πρέπει να επενδύσουμε όλες μας τις δυνάμεις καθώς ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος τα Δυτικά Βαλκάνια να γλιστρήσουν πίσω, θα μου επιτρέψετε να πω, στο βαλκανικό τους παρελθόν“. Και συμπλήρωσε: “…υπάρχουν στα Βαλκάνια και λειτουργούν και άλλες δυνάμεις πέρα των ευρωπαϊκών, οι οποίες καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να απομακρύνουν τα Δυτικά Βαλκάνια από την Ευρώπη προσφέροντας δήθεν αναπτυξιακή βοήθεια, δήθεν ανταλλάγματα, στρατιωτική συνεργασία, ακόμα και συνεργασία στον εκπαιδευτικό τομέα, μέσω φορέων, οι οποίοι ευαγγελίζονται περισσότερο τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και πολύ λιγότερο ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό πλαίσιο εκπαίδευσης...”.
Είναι σαφές πως ο Νίκος Δένδιας φωτογραφίζει τον σχεδιασμό της Τουρκίας να ανακτήσει προγεφυρώματα στα Βαλκάνια και να διευρύνει την επιρροή της. Με την Αλβανία του Ράμα και την Βουλγαρία αυτό ισχύει για πολλά χρόνια, τώρα, όμως, είναι βέβαιο πως η Άγκυρα να προσπαθήσει να αξιοποιήσει την αστάθεια στη Βόρεια Μακεδονία και την πιθανή επικράτηση ακραίων εθνικιστικών δυνάμεων. Το φιλοβουλγαρικό VMRO του Κρίστιαν Μιτσκόσκι αποτελεί αναμφίβολα μία τέτοια δύναμη που είτε απευθείας, είτε μέσω Σόφιας, θα επιχειρήσει να προσεγγίσει η Τουρκία.
Οι δηλώσεις Δένδια βρίσκονται σε απόσταση από εκείνες του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, ο οποίος “απείλησε” τα Σκόπια ότι πιθανή πολιτική διολίσθηση προς τους εθνικιστές που πολέμησαν λυσαλλέα τον Ζάεφ και τη Συμφωνία των Πρεσπών θα αναγκάσει την Ελλάδα να προβάλλει βέτο στην ενταξιακή διαδικασία της Βόρειας Μακεδονίας. Πιο σώφρων ο υπουργός Εξωτερικών επισημαίνει τον κίνδυνο “τουρκοποίησης” μιας περιοχής υψηλού ελληνικού ενδιαφέροντος στα βόρεια σύνορά μας, την ώρα που ο αναπληρωτής του απευθύνεις προειδοποιήσεις και απειλές για ανακοπή της ευρωπαϊκής προοπτικής αυτής της περιοχής, και μάλιστα με ελληνική πρωτοβουλία (!!!).
Ο κ. Δένδιας κρούει, όπως λέει, τον κώδωνα του κινδύνου ότι η ευρωπαϊκή πορεία των δυτικών Βαλκανίων (και της Βόρειας Μακεδονίας) δεν είναι δεδομένη και μπορεί να είναι αναστρέψιμη και να διολισθήσουν στο “βαλκανικό παρελθόν τους”, επισημαίνοντας έμμεσα αλλά σαφώς τις ευρωπαϊκές ευθύνες, και ο αναπληρωτής του σπεύδει να βάλει και την Ελλάδα σε εκείνο το γκρουπ χωρών που αμφισβητούν την ευρωπαϊκή προοπτική των βόρειων γειτόνων. Δεν ακούγονται λογικά όλα αυτά.
Βεβαίως, ο κ. Βαρβιτσιώτης υποτίθεται πως απηύθυνε την “απειλή” προς συμμόρφωση της Βόρειας Μακεδονίας στη Συμφωνία των Πρεσπών, έχοντας, όμως, κατά νου ένα εσωτερικό εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ που καραδοκεί για να γίνει πράξη η προεκλογική υπόσχεση του κυβερνώντος κόμματα για ακύρωση (;) της συμφωνίας. Για ακόμα μια φορά, ωστόσο, είναι προφανές πως διπλωματία και δη σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο και κρίσιμο για τα συμφέροντά μας γεωπολιτικό περιβάλλον δεν γίνεται με όρους εκλογικής αριθμητικής. Η προηγούμενη κυβέρνηση το βίωσε και το πλήρωσε, ωστόσο η Συμφωνία των Πρεσπών έγινε ένας γεωπολιτικός game changer στην περιοχή.
Οποιαδήποτε σκέψη για εγκατάλειψη της ΣτΠ είναι βέβαιο πως θα αφήσει ορθάνοιχτες πόρτες για την υλοποίηση του τουρκικού σχεδιασμού στα Βαλκάνια. Ο προσανατολισμός της Αθήνας δεν πρέπει να είναι μόνο προς τις συνεργασίες στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Εξαιρετικά χρήσιμα και κρίσιμα όλα αυτά αλλά η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί αν είναι μονοσήμαντη.
Ο ηγετικός ρόλος της Ελλάδας θα αποδεικνυόταν μόνο εάν η χώρα μας αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, τόσο για την επίσπευση της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών των δυτικών Βαλκανίων και ειδικότερα/ιδιαίτερα της Βόρειας Μακεδονίας, όσο και για την διασφάλιση συνθηκώς γεωπολιτικής ασφάλειας στην περιοχή. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει και να διευρύνει την παρουσία της στα Σκόπια και στις άλλες γειτονικές χώρες, και να πρωταγωνιστεί υπέρ των βαλκανικών κρατών στις Βρυξέλλες.
Παράλληλα, δεν πρέπει να επιχαίρει για πιθανή ακύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών μέσω της επικράτησης των εθνικιστών αλλά να απαιτεί και να επιβάλλει την τήρηση και εφαρμογή της από το σύστημα διακυβέρνησης στην Βόρεια Μακεδονία. Με προσανατολισμό προς το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του Ζάεφ και του όποιου διαδόχου του και με ενίσχυση των μικρότερων αλβανικών κομμάτων που συνεργάστηκαν μαζί του. Όσο η ίδια κρατά αποστάσεις και αντιμετωπίζει φοβικά -για πολιτικούς λόγους- τη ΣτΠ, τόσο ο Ζάεφ και κάθε Ζάεφ θα την παρακάμπτει για να αντιμετωπίσει την δική του αντιπολίτευση που τον κατηγορεί για προδοσία. Κι όσο η ΕΕ αφήνει στην τύχη τους τα δυτικά Βαλκάνια, τόσο οι μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις της περιοχής θα προσφέρονται βορά στον σκληρό εθνικισμό και τους σχεδιασμούς της Τουρκίας ή της Ρωσίας. Αυτό το κατανοούν, ίσως περισσότερο, στην Ουάσιγκτον (εξαιτίας του φόβου για διεύρυνση της ρωσικής επιρροής), ωστόσο οι προτεραιότητες της είναι διαφορετικές επί του παρόντος.
Για να απαιτούμε, ωστόσο, την τήρηση της συμφωνίας -ως σταθεροποιητικό παράγοντα-, πρέπει κι εμείς να την υλοποιούμε απαρέγκλιτα. Η κύρωση, για παράδειγμα, των μνημονίων συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία, όσο παραπέμπεται στις καλένδες (σαφής η πρόθεση να μετατοπισθεί χρονικά μετά τις επόμενες εκλογές…), τόσο πολλαπλασιάζει την ισχύ εκείνων που υπονομεύουν τους μετριοπαθείς στα Σκόπια και αφήνει κενό το οποίο θα σπεύσει να καλύψει η Τουρκία και άλλες δυνάμεις, όπως ορθώς ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών.