Μαγιορκίνης στο libre: Τι είναι η “υβριδική ανοσία” – Πώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε εμβολιαστικό σχήμα για υπερ- προστασία
Η προσπάθεια οικοδόμησης ενός στέρεου τείχους ανοσίας έναντι του κοροναϊού αποδεικνύεται πολύ σύνθετη, γιατί, εκτός από τον πληθυσμό που παραμένει ανεμβολίαστος και θέτει σε κίνδυνο το τείχος ανοσίας, υπάρχει η εξασθένηση της ανοσίας στους ήδη εμβολιασμένους ή νοσήσαντες μετά την πάροδο κάποιων μηνών. Στο πλαίσιο αυτό, συστήνεται η χορήγηση της 3ης δόσης του εμβολίου. Έτσι, ενώ αρχικά, η συζήτηση για την 3η δόση αφορούσε τους υγειονομικούς, τα ηλικιωμένα άτομα και τους ανοσοκατασταλμένους, η σύσταση επεκτάθηκε σύντομα στους πολίτες άνω των 60 ετών, λίγο αργότερα στους άνω των 50 και μόλις λίγες ημέρες πριν δημοσιεύτηκε ότι ο FDA εξετάζει την πιθανότητα σύστασης της τρίτης δόσης του εμβολίου σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Παράλληλα, καθώς η αποτελεσματικότητα της ανοσίας έναντι του SARS–CoV-2 είναι ένα από τα πιο θερμά πεδία βιοϊατρικής έρευνας σχετικά με την νόσο COVID-19, πολλές έρευνες μελετούν εμβολιαστικά σχήματα και συνδυασμούς εμβολίων για να δουν ποιος είναι ο καλύτερος εκείνος συνδυασμός που θα αποδώσει μεγαλύτερη και περισσότερο χρονικό διάστημα.
Πρόσφατα, δημοσιεύτηκαν επιστημονικά συμπεράσματα για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανοσίας εμβολιασμένων μετά από φυσική νόσο.
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες έκριναν ότι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η διερεύνηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ανοσίας που αναπτύσσεται σε άτομα που εμβολιάστηκαν μερικούς μήνες μετά από φυσική νόσο. Φάνηκε, λοιπόν, ότι αυτά τα άτομα έχουν αναπτύξει αντισώματα που εξουδετερώνουν ένα ευρύτερο φάσμα μεταλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2 από ότι τα αντισώματα που αναπτύσσουν άτομα που έχουν λάβει το κλασικό σχήμα του εμβολιασμού χωρίς προηγούμενη νόσο.
Φαίνεται, μάλιστα, ότι η ποιότητα των αντισωμάτων που αναπτύσσονται από άτομα που πέρασαν τη νόσο και έχουν εμβολιασθεί μπορεί να εξουδετερώσουν ακόμα και πιο απομακρυσμένα είδη κοροναϊών.
Σχετικά με τα συμπεράσματα αυτά και την πρακτική τους χρησιμότητα, αν δηλαδή θα μπορούσαν να μας κατευθύνουν σε κάποιο εμβολιαστικό σχήμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε υπερανοσία, το libre ρώτησε τον επίκουρο Καθηγητή Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Γκίκα Μαγιορκίνη.
- «Νομίζω ένα σημαντικό μήνυμα που έρχεται από αυτή τη μελέτη όπου τα άτομα που νοσήσαν και εμβολιάστηκαν μετά, κάνουν πολύ καλή ανοσία, είναι πόσο σημαντικός είναι ο εμβολιασμός και σε αυτούς που έχουν νοσήσει. Για αυτό το λόγο και προτρέπουμε τους πολίτες που έχουν νοσήσει να πάνε να εμβολιαστούν. Να μην αισθάνονται ότι καλύπτονται (μόνο από τη νόσηση). Έχουν ένα πλεονέκτημα παραπάνω (με τον εμβολιασμό). Αυτού του είδους η ανοσία (εμβολιασμός μετά τη νόσηση) συγκρίνεται με την τρίτη δόση, με το αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται με την τρίτη δόση, και όταν επίσης οι δόσεις είναι αρκετά απομακρυσμένες η μια με την άλλη. Ανάλογα σχήματα έκαναν η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι όταν ακολουθήσει μια δόση μετά το αρχικό σχήμα -δυο με τρεις μήνες μετά- επεκτείνονται τα κύτταρα μνήμης. Αυτά που «θυμούνται» -να το πω έτσι- την αρχική ανοσία και με αυτό τον τρόπο μπορεί θεωρητικά να κρατήσει η ανοσία για περισσότερα χρόνια. Γενικά, αυτό που βγαίνει ως συμπέρασμα είναι ότι με τις τρίτες δόσεις θα έχουμε πολύ-πολύ καλύτερη ανοσία σε βάθος χρόνου και για πολύ περισσότερα εύρη στελεχών. Οπότε, νομίζω ότι είναι πιθανόν να μην χρειαστούμε -αυτό που λένε- ότι κάθε χρόνο θα πρέπει να επαναλαμβάνεται ο εμβολιασμός. Αυτό, βέβαια, θα πρέπει να το δούμε σε βάθος χρόνου. Αλλά δίνει πολύ καλύτερο προφίλ από τον εμβολιασμό που παίρνουμε από τη γρίπη. Δείχνει εμβολιασμό ανώτερης ποιότητας και νομίζω ότι όλοι θα πρέπει να τρέξουν να ολοκληρώσουν τους εμβολιασμούς τους, όπως το προτείνει η Επιτροπή Εμβολιασμών», κατέληξε ο κ. Μαγιορκίνης.
Τι γνωρίζουμε για τα β-λεμφοκύτταρα μνήμης, την υβριδική ανοσία και τα χαρακτηριστικά υπερ-ανοσίας
Οι ερευνητές ονομάζουν αυτό το είδος ανοσίας (εμβολιασμό μετά από νόσηση) ως υβριδική και το μελετούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθότι μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία εμβολιαστικών σχημάτων που θα έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά υπερ-ανοσίας.
Πίσω από αυτήν την ποιοτικά ανώτερη ανοσία οι επιστήμονες υποθέτουν ότι κρύβονται τα β-λεμφοκύτταρα μνήμης. Η παραγωγή αντισωμάτων στην αρχική φάση της ανοσολογικής απάντησης παράγεται από μία κατηγορία των λευκών κυττάρων του αίματος, τα β-λεμφοκύτταρα, που εκπαιδεύονται στο να παράγουν κατάλληλα αντισώματα και μετατρέπονται έτσι σε πλασματοκύτταρα.
Ωστόσο, μετά την ανάρρωση τα πλασματοκύτταρα μειώνονται και έτσι η παραγωγή των αντισωμάτων φθίνει. Σταδιακά, όμως, μετά την ανάρρωση αναπτύσσονται κάποια β-λεμφοκύτταρα που παράγουν αντισώματα σε βάθος χρόνου, τα λεγόμενα β-λεμφοκύτταρα μνήμης. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτά τα β-λεμφοκύτταρα μνήμης αναπτύσσονται πιο αργά, ακόμα και μήνες αργότερα από την αρχική έκθεση στον ιό. Έτσι, όταν, γίνει ο εμβολιασμός μετά από νόσο, αυτά τα καλά εκπαιδευμένα β-λεμφοκύτταρα μνήμης επεκτείνονται ακόμα περισσότερο με αποτέλεσμα να παράγεται μία αντισωματική απάντηση υψηλότερης ποιότητας και μεγαλύτερου φάσματος.
Ομοίως, φαίνεται ότι η καθυστέρηση της δεύτερης δόσης των εμβολιαστικών σχημάτων οδηγεί σε βελτιωμένη ανοσιακή απόκριση, ισχυρότερη από αυτήν των κλασικών σχημάτων και μάλλον πολύ κοντά σε αυτήν που παρατηρείται στην υβριδική ανοσία.
Πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα, επίσης, βλέπουμε και στις μελέτες “mix’n’match”, όπου ο εμβολιασμός ολοκληρώθηκε από εμβόλιο διαφορετικό από αυτό της πρώτης δόσης.
Σε μελέτη που έχει γίνει διαθέσιμη σε μορφή προδημοσίευσης, η χρήση ενισχυτικής δόσης με εμβόλιο διαφορετικό από αυτό που είχε ολοκληρωθεί το αρχικό σχήμα είχε ως αποτέλεσμα ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση από ότι όταν χρησιμοποιήθηκε εμβόλιο ίδιο με αυτό του αρχικού σχήματος. Η έκθεση, λοιπόν, σε διαφορετικά αντιγόνα θεωρητικά ενισχύει τη διεύρυνση του ρεπερτορίου των εκπαιδευμένων β-λεμφοκυττάρων μνήμης με αποτέλεσμα να παράγουν περισσότερα αλλά και πιο αποτελεσματικά αντισώματα.
Τα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, καθώς φαίνεται ότι με κατάλληλο εμβολιαστικό σχεδιασμό θα μπορούσαμε να προστατευθούμε για ένα αρκετά μεγάλο εύρος μεταλλαγμένων στελεχών του SARS–CoV-2 που μπορεί να προκύψουν στο κοντινό ή απώτερο χρονικό διάστημα.