Εκπρόσωπος Τύπου ΝΑΤΟ: Η αμυντική προμήθεια είναι δικαίωμα και προνόμιο κάθε εθνικής κυβέρνησης
Στενή συνεργασία συνεχίζουν να έχουν το ΝΑΤΟ και η ΕΕ ανέφερε η εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ, Οάνα Λουντζέσκου.
Συγκεκριμένα, μιλώντας στην ΕΡΤ σημείωσε ότι «το ΝΑΤΟ και η ΕΕ συνεχίζουν να εργάζονται πολύ στενά μαζί και η συνεργασία μας έχει φτάσει σε άνευ προηγουμένου επίπεδα τα τελευταία χρόνια, αλλά βέβαια το ΝΑΤΟ ως διατλαντική συμμαχία, η Νότια Αμερική και η Ευρώπη να εργάζονται μαζί, παραμένει ο ακρογωνιαίος λίθος της άμυνας της Ευρώπης» απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το γεγονός ότι η ΕΕ επιθυμεί τη δημιουργία μιας Ένωσης ‘Αμυνας. Προσέθεσε ότι «το ΝΑΤΟ κάνει έκκληση στους Ευρωπαίους Συμμάχους να κάνουν περισσότερα εδώ και πολλά χρόνια. Πρώτα από όλα όσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες, τις αμυντικές επενδύσεις, τις επενδύσεις στις δικές μας άμυνες ανεξάρτητα από εάν είναι για το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, τον ΟΗΕ ή για την εθνική άμυνα.
Η Ελλάδα δείχνει το δρόμο εκεί επενδύοντας πάνω από 2% του ΑΕΠ στην άμυνα και τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν τώρα δέκα Σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ που δαπανούν 2% στην άμυνα».
Επίσης, η κ. Λουντζέσκου ερωτηθείσα για τη Συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας, επισήμανε ότι «είναι εθνικό προνόμιο η απόκτηση στρατιωτικού εξοπλισμού. Η αμυντική προμήθεια είναι δικαίωμα και προνόμιο κάθε εθνικής κυβέρνησης. Αυτό που έχει σημασία για το ΝΑΤΟ είναι αυτός ο εξοπλισμός να είναι διαλειτουργικός, να μπορούμε να εργαστούμε μαζί και να επιχειρούμε παράλληλα. Καλωσορίζουμε λοιπόν τη συνεργασία μεταξύ συμμάχων του ΝΑΤΟ σε αυτό το ζήτημα» ανέφερε .
Αναφορικά με την αγορά των S400 από την Τουρκία σημείωσε ότι «είναι ευθύνη και δικαίωμα κάθε Συμμάχου να αποκτήσει αμυντικό εξοπλισμό, αλλά αυτό που έχει σημασία για το ΝΑΤΟ είναι εάν είναι διαλειτουργικός ή όχι.
Και εδώ ο ΓΓ και πολλοί Σύμμαχοι είναι πολύ ξεκάθαροι ότι το ρωσικό σύστημα των S-400 δεν είναι διαλειτουργικό και δεν μπορεί να ενσωματωθεί στα αμυντικά συστήματα του ΝΑTO».
Παράλληλα, η αναπληρώτρια ΓΓ Δημόσιας Διπλωματίας του ΝΑΤΟ, Μπάιμπα Μπράζε, τόνισε την ανάγκη οι πολίτες να αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που υπάρχουν από τις κυβερνοεπιθέσεις, αλλά και πώς πρέπει να απαντούν.
Ειδικότερα, ανέφερε ότι «το χρήσιμο κομμάτι είναι να κάνουμε τις κοινωνίες μας να καταλάβουν ποιοι είναι οι κίνδυνοι και πώς να απαντήσουν.
Όλοι προσέχουμε τι πίνουμε ή τρώμε. Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να συμπεριφερόμαστε με όλες τις κινητές συσκευές, με το τι κάνουμε διαδικτυακά.
Αυτό αφορά επίσης στην παραπληροφόρηση. Οι πολίτες πρέπει συνειδητά να σκέφτονται ότι είναι υπεύθυνοι για το τι μοιράζονται ή δέχονται και όχι απλά να πατούν το κουμπί αναδημοσίευσης στο Τουίτερ ή απλώς στέλνοντας πολλά μηνύματα στο Whatsapp σε φίλους με κάτι που δεν είναι και πραγματική πληροφορία σε μερικές περιπτώσεις».