Οι δημιουργοί του εμβολίου της Pfizer/BiοNTech παρέλαβαν το βραβείο Αυτοκράτειρα Θεοφανώ
Τους λόγους για τους οποίους η τεχνολογία mRNA σηματοδοτεί μία νέα εποχή στην ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων για την αντιμετώπιση και πρόληψη ασθενειών όπως ο καρκίνος, το AIDS, η ελονοσία, τα αυτοάνοσα, ανέπτυξε το ζευγάρι των επιστημόνων Ογκούρ Σαχίν και Εζλέμ Τουρετσί, μιλώντας στη Θεσσαλονίκη, όπου σε μια τελετή που πραγματοποιήθηκε στο μνημείο της Ροτόντας, αποδέχθηκαν το βραβείο «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» για τη συμβολή τους στην παρασκευή του πρώτου εμβολίου κατά του κορονοϊού.
Ο κ. Σαχίν εξήγησε πως η ταχύτατη διάδοση του κορονοϊού στον πλανήτη υπήρξε μία «ιστορική κατάσταση» και μέσα στη συνθήκη αυτή η ανάπτυξη του εμβολίου ήταν «μία ανεπανάληπτη επιτυχία», καθώς «πρόκειται για μία νέα τεχνολογία που αναπτύχθηκε σε χρόνο ρεκόρ». Ωστόσο, επισήμανε ο επιστήμονας, «τα εμβόλια mRNA σηματοδοτούν μία νέα εποχή για την ανάπτυξη των φαρμάκων», επειδή «για πρώτη φορά στην ιστορία έχουμε ένα φάρμακο που βασίζεται σε νέα τεχνολογία και αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα, τόσο επιτυχημένα και έγινε διαθέσιμο σε εκατομμύρια ανθρώπων παγκοσμίως».
«Πρόκειται για ένα σημείο καμπή και αυτό δε θα μπορούσε να γίνει σε ένα μόνο στάδιο. Αυτή η καινοτομία βασίζεται στην επιτυχία και σύμπραξη των πολλών. Αποτελεί ένα συσσωρευτικό επίτευγμα της τεχνολογίας και της ανακάλυψης από διαφόρους τομείς των τελευταίων 30 χρόνων, που βοήθησαν να δημιουργήσουμε αυτή την έννοια σε μία τεχνολογία που θα έχει ιδιαίτερες ιδιότητες», επισήμανε, εξηγώντας ότι «το mRNA ξεπερνά διάφορα προβλήματα που υπήρχαν για αυτόν τον λόγο κινείται τόσο γρήγορα», αφού «αντί να δημιουργεί την πρωτεΐνη έξω από το σώμα, το mRNA είναι ένα εξαιρετικό μόριο, που δίνει τη δυνατότητα στο ανθρώπινο σώμα να αναπτύξει αυτήν την πρωτεΐνη».
Ο κ. Σαχίν εξέφρασε τη βεβαιότητα πως «η εδραίωση της τεχνολογίας mRNA αποτελεί ένα σημείο καμπή για φαρμακοβιομηχανία», συγκρίνοντας την τεχνολογία με εκείνη που έδωσε τη δυνατότητα να χρησιμοποιούμε την ινσουλίνη στο σώμα μας. «Αυτό ήταν πριν από 40 χρόνια. Η ανάπτυξη των εμβολίων με mRNA για την καταπολέμηση του κορονοϊού απόδειξε την αποτελεσματικότητά τους. Και όχι μόνο είναι εντυπωσιακό ότι ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο μπόρεσε να αναπτυχθεί σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, αλλά επίσης το γεγονός ότι οι εταιρίες μας, η Pfizer και η BioNTech μπόρεσαν να παράγουν δισεκατομμύρια δόσεις και να τις διανείμουν σε όλον τον κόσμο, είναι κάτι απίστευτο που ξεπέρασε όλες τις προσδοκίες μας».
«Από το επόμενο έτος η χρήση εμβολίων mRNA για άλλες νόσους»
Σχετικά με τον ρόλο που θα έχουν τα εμβόλια mRNA στο μέλλον ο κ. Σαχίν τόνισε πως θα αξιοποιηθούν στην αντιμετώπιση των πανδημιών «γι’ αυτόν τον λόγο βρίσκονται υψηλά στην ατζέντα των κυβερνήσεων παγκοσμίως» και εκτίμησε ότι «περιμένουμε μια επιτάχυνση της δημιουργίας, ανάπτυξης και εξέλιξης των εμβολίων mRNA», κάτι που αποτελεί «ευκαιρία για όλους μας ώστε τα εμβόλια αυτά να γίνουν πιο αποτελεσματικά».
«Πιστεύουμε ότι η τεχνολογία αυτή θα μας δώσει τη δυνατότητα να καταπολεμήσουμε ανίατες μέχρι τώρα ασθένειες και νόσους, όπως η ελονοσία, η φυματίωση και το AIDS, που προκαλούν πολλούς θανάτους ιδίως σε χώρες που δεν είναι τόσο αναπτυγμένες. Θα χρησιμοποιήσουμε αυτά τα εμβόλια για να καταπολεμήσουμε όλες τις μάστιγες της ανθρωπότητας. Το εμβόλιο αυτό είναι το αποτέλεσμα της ομορφιάς της συνεργασίας μεταξύ πολλών εμπλεκομένων όπως του ΠΟΥ και άλλων χρηματοδοτικών οργανισμών».
Ο σχεδιασμός αυτός, όπως διευκρίνισε ο κ. Σαχίν «υποστηρίζεται από ειδήμονες που μελετούν αυτές τις νόσους εδώ και πολλά χρόνια» και η χρήση των εμβολίων mRNA για αυτές τις νόσους αναμένεται να ξεκινήσει την επόμενη χρονιά «και τότε θα έχουμε τις πρώτες δοκιμές με τους πρώτους υποψηφίους να συμμετέχουν», και «πρόκειται για ιστορικά επιτεύγματα που έχουν σημειωθεί στην έρευνα της Ιατρικής».
«Ταυτόχρονα αντιμετωπίζουμε πολλές προκλήσεις παγκοσμίως όπως χρόνιες νόσους στις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες, καθώς και προβλήματα άλλα στις χώρες που δεν είναι τόσο αναπτυγμένες και είναι κυρίως προβλήματα που αφορούν την πρωτοβάθμια περίθαλψη. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις ανάγκες και προκλήσεις χρησιμοποιώντας την τεχνολογία mRNA. Θα πρέπει όχι μόνο να εγκρίνουμε τα φάρμακα mRNA, αλλά και να αυξήσουμε το χαρτοφυλάκιο αυτών των φαρμάκων. Χρειάζεται περισσότερο έρευνα για να προχωρήσουμε στο μέλλον, έτσι ώστε να μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία mRNA σε διαφορετικά όργανα και κύτταρα του ανθρώπινου σώματος. Θα χρησιμοποιείται η τεχνολογία αυτή για την αντιμετώπιση ασθενειών όπως αυτοάνοσων ασθενειών, του HIV», επισήμανε ο επιστήμονας.
«Η μάχη της εξατομικευμένης θεραπείας του καρκίνου»
Σχετικά με την αξιοποίηση της τεχνολογίας mRNA για την αντιμετώπιση του καρκίνου, ο κ. Σαχίν εξήγησε ότι «μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε εξατομικευμένες θεραπείες, και αυτό είναι το κλειδί για να αντιμετωπίσουμε τον καρκίνο, γιατί ο κάθε καρκίνος είναι τελείως διαφορετικός από τους άλλους».
«Το mRNA μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μεταφέρει τα μηνύματα στο ανθρώπινο σώμα, και μας δίνει τη δυνατότητα να επικοινωνούμε με τα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος και να χρησιμοποιούμε τους δικούς τους βιολογικούς μηχανισμούς για να αποτρέψουμε τις ασθένειες. Αυτό είναι το καταπληκτικό με αυτή τη μέθοδο, αυτή είναι η προοπτική της τεχνολογίας, αλλά είναι ο ανθρώπινος παράγοντας που μετράει ακόμη περισσότερο. Ας είμαστε γενναίοι και αισιόδοξοι, τα όρια της εφαρμογής του mRNA αφορούν τα όρια της βιολογίας. Αυτή τη στιγμή έχουμε κάποια όρια στη γνώση μας για τους βιολογικούς μηχανισμούς. Μόλις τους κατανοήσουμε θα μπορούμε να προχωρήσουμε περαιτέρω. Ας κατανοήσουμε πλήρως την ιστορική μας ευθύνη κι ας σκεφτούμε σε παγκόσμια κλίμακα», διευκρίνισε ο κ. Σαχίν.
«Η διαδρομή μέχρι το πρώτο εμβόλιο κατά του κορονοϊού»
Την διαδρομή από τις πρώτες μελέτες για την τεχνολογία mRNA μέχρι την ανάπτυξη του εμβολίου της Pfizer/BioNTech αφηγήθηκε η Εζλέμ Τουρετσί, παρατηρώντας ότι «η επιστήμη πραγματικά κάνει τη διαφορά σε παγκόσμια κλίμακα» αλλά και προτρέποντας «να μην περιμένουμε την επόμενη παγκόσμια κρίση για να δημιουργήσουμε αυτήν την αίσθηση του επείγοντος».
«Ας μην περιμένουμε τη φωτιά να φτάσει στην πόρτα μας, ας αντιληφθούμε τη δυναμική που έχει η συνεργασία και η επιστήμη και το πώς μπορούμε όλοι να συμβάλουμε για το καλό της ανθρωπότητας, για τη διατήρηση του πλανήτη μας και την αντιμετώπιση όλων των παγκόσμιων προκλήσεων της εποχής μας», επισήμανε και θέλησε να μοιραστεί τη βράβευση «με τους ερευνητές και τους επιστήμονες της ομάδας μας, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα στην κατανόηση του mRNA, στη βελτίωση του mRNA και στην εφαρμογή του».
Η κ. Τουρετσί μίλησε τα τρία συστατικά που ορίζουν το πώς η επιστήμη τίθεται στην υπηρεσία της ανθρωπότητας.
«Ως επιστήμονες στηριζόμαστε κυρίως στην ακαδημαϊκή γνώση και τη βασική έρευνα. Αλλά ως επιχειρηματίες και ως ιδρυτές εταιρειών στη φαρμακευτική βιομηχανία και στον ιδιωτικό τομέα εργαστήκαμε και σε νοσοκομειακές πτέρυγες και οι δύο αναγκαστήκαμε να πούμε στους ασθενείς μας με καρκίνο ότι δεν υπήρχαν θεραπευτικές επιλογές για αυτούς. Ως επιστήμονες γνωρίζαμε ότι υπάρχουν τεράστιες πιθανότητες και δυνατότητες για την επιστήμη να κάνει τη διαφορά. Καινοτόμες τεχνολογίες, όπως το mRNA, μπορούν να βοηθήσουν. Θέλαμε λοιπόν να φέρουμε αυτές τις νέες θεραπείες, αυτές τις καινοτομίες και τεχνολογίες στα χέρια των ασθενών που παρακολουθούσαμε», ανέφερε η επιστήμονας για το συστατικό της ανθρωποκεντρικής επιστημονικής προσέγγισης.
«Ξεκινήσαμε λοιπόν να ασχολούμαστε με τον ιδιωτικό τομέα, καταλάβαμε όμως ότι η έρευνα δεν αρκεί, γιατί η έρευνα δε χρηματοδοτούνταν. Ήταν πολύ δύσκολο, υπήρχαν πολλά ρίσκα και υπήρχαν πολλές αντιδράσεις με τις οποίες ήλθαμε αντιμέτωποι. Ωστόσο υπήρξαν άνθρωποι που τους πείσαμε και πίστεψαν στις δυνατότητές μας. Τα επόμενα χρόνια καταφέραμε να εμβαθύνουμε την κατανόησή μας στην ανοσολογία, κάναμε έρευνες για το mRNA, δημιουργήσαμε ένα μάστερ της τεχνολογίας του mRNA, και καταφέραμε να ξεκινήσουμε κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με καρκίνο με τη χρήση τεχνολογίας mRNA. Τον Ιανουάριο του 2020 αποδείξαμε τη χρήση και τη χρησιμότητα του mRNA. Στηριχθήκαμε στις δεξιότητες συνεργατών και ερευνητικής μας ομάδας και το 2020 ήλθε η στιγμή να υιοθετήσουμε και να χρησιμοποιήσουμε όλες τις γνώσεις που είχαμε αποκτήσει για το mRNA έναντι σε έναν νέο εχθρό. Καταλάβαμε ότι χρειαζόμαστε νέα γενιά επιστημόνων που θα στηριχθούν στην έρευνα και θα καταφέρουν να την εξελίξουν και θα προχωρήσουν περαιτέρω τη φαρμακευτική έρευνα και θα τη φέρουν σε νέα μονοπάτια, χωρίς ωστόσο να ξεχάσουν ποιο είναι το κύριο μέλημά μας, οι ασθενείς και οι άνθρωποι», επισήμανε.
Το δεύτερο συστατικό, συνέχισε η κ. Τουρετσί, «είναι η χρονική βιώσιμη λύση και η βιώσιμη επιστημονική πρόοδος». «Χρειαζόμαστε κουράγιο γιατί μας δίνει την αγάπη για το μέλλον, μας δίνει τη δύναμη να συνεχίσουμε για το μέλλον. Ο κορονοϊός ήταν άγνωστο πεδίο για εμάς, δεν ξέραμε τα αποτελέσματα. Το να αναπτύξουμε κάτι τελείως νέο ήταν ο στόχος μας, γιατί θέλαμε να βοηθήσουμε την ανθρωπότητα. Έπρεπε να πάρουμε τα ρίσκα μας, να μπούμε σε αχαρτογράφητα μονοπάτια και ήταν κάτι πολύ δύσκολο. Χρειάστηκε πραγματικό κουράγιο, το οποίο πάντα συμβαδίζει με την ταπεινότητα. Ταπεινότητα σημαίνει το να μένεις και να μάθεις, να είσαι πρόθυμος να μάθεις πέρα από αυτά που γνωρίζεις», επισήμανε.
Ως τρίτο συστατικό της επιστήμης στην υπηρεσία της ανθρωπότητας περιέγραψε τη συνεργασία. «Η συνεργασία με τον Άλμπερτ και τη Pfizer ήταν ένα εξαιρετικό παράδειγμα διμερούς συνεργασίας ανθρώπων με εξαιρετικές δεξιότητες και ικανότητες, η οποία δημιούργησε δεσμούς καρδιάς. Αυτή είναι η πραγματική ουσία της συνεργασίας. Δεν ήταν μόνο η συνεργασία μόνο μεταξύ εταιρειών, ρυθμιστών, κυβερνήσεων. Η συνεργασία ήταν απόλυτα εντατική ιδίως εδώ στην Ευρώπη. Θυμάμαι ότι είχαμε πολυάριθμες τηλεφωνικές συνομιλίες και τα σαββατοκύριακα, online συνομιλίες και συναντήσεις, μια συνεχή ροή συνεργασίας. Αυτό ξέρουμε ότι για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτά με τα οποία είμαστε αντιμέτωποι χρειαζόμαστε συμμαχίες. Κι εγώ και ο Ούγκουρ πιστεύουμε ότι ήταν μία εξαιρετική εμπειρία για εμάς, επειδή ιδρύσαμε την BioNTech πριν πολλά χρόνια με το όραμα να αλλάξουμε την πραγματικότητα και τα επιστημονικά παραδείγματα και να συμβάλλουμε σε ένα πιο σύγχρονο τρόπο συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, προκειμένου να υπηρετήσουμε καλύτερα το κοινό καλό», τόνισε η επιστήμονας.