Επίθεση με βιτριόλι: Οι τέσσερις μαρτυρίες που ρίχνουν “φως” στην υπόθεση – Συγκλόνισε η κατάθεση της Ιωάννας
Μέσα από τις μαρτυρίες των ανθρώπων που βρίσκονται δίπλα στην Ιωάννα Παλιοσπύρου αλλά και εκείνες όσων αποτέλεσαν, χωρίς να το επιλέξουν, μέρος της συγκλονιστικής ιστορίας συμπληρώνεται το πάζλ στην υπόθεση για την επίθεση με το βιτριόλι.
Έντονα αντέδρασε ο δικηγόρος της Ιωάννας Παλιοσπύρου στην τοποθέτηση της κατηγορούμενης Έφης για την επίθεση με βιτριόλι, τον Μάιο του 2020.
Ο κ. Λύτρας απευθύνθηκε προς την έδρα λέγοντας: «Πληροφορήθηκα ότι η κατηγορούμενη ζήτησε το λόγο για να απευθυνθεί στο δικαστήριο σας και είπε προς το θύμα ότι γνωρίζεις το λόγο της επίθεσης. Πώς είναι δυνατόν να έχει καταστρέψει μια ανθρώπινη ζωή και να λέει τέτοια πράγματα και να μην την επαναφέρετε στη θέση της; Και να μην τη ρωτήσετε τι εννοεί;».
Στην τοποθέτηση του Απόστολου Λύτρα αντέδρασε η κατηγορούμενη λέγοντας: «Σας παρακαλώ πολύ».
Οι καταθέσεις
Η οδηγός ταξί που φυγάδευσε χωρίς να το γνωρίζει την κατηγορούμενη από την Καλλιθέα αμέσως μετά το «χτύπημα» περιέγραψε στο δικαστήριο πως η κατηγορούμενη «ήταν ευδιάθετη…φιλική, ήρεμη» και δεν αντιλήφθηκε να είναι ταραγμένη.
Η οδηγός αναφέρθηκε στις δυο συνεχόμενες ημέρες που μετέφερε στο σημείο της επίθεσης την κατηγορούμενη η οποία έλεγε πως είναι ελληνοαμερικανίδα και για το λόγο αυτό δεν λειτουργούσε το κινητό της.
«Ήταν φιλική, ήρεμη, δεν αντιλήφθηκα ταραχή»
«Δεν ήθελε να απομακρυνθώ από το σημείο, ήθελε να το σιγουρέψει ότι θα μείνω…» ανέφερε και περιέγραψε τις κινήσεις της κατηγορούμενης την μοιραία ημέρα.
«Μου είπε “καλημέρα, περίμενε με , δεν θα αργήσω πολύ”. Εκεί κατάλαβα ότι πέρασε τον δρόμο απέναντι, δεν είδα αν κρατούσε κάτι στα χέρια της, θυμάμαι ξεκάθαρα ότι είχε τσάντα και πορτοφόλι, δεν θυμάμαι αν κρατούσε κάτι άλλο…Σε δέκα λεπτά ήρθε τρέχοντας και μου ζήτησε να την πάω στο ίδιο σημείο από όπου την είχα παραλάβει, μπήκε από την πόρτα πίσω μου αυτή τη φορά, από την πλευρά του δρόμου. Όταν φτάσαμε, μου είπε, καλή συνέχεια και ίσως να σε ξαναχρειαστώ, έχω και το τηλέφωνο σου. Δεν με πήρε ποτέ τηλέφωνο. Κατά τη διάρκεια της κούρσας ήταν ένας πολύς σύντομος διάλογος, ήταν φιλική, ήρεμη, δεν αντιλήφθηκα ταραχή…
Όταν επέστρεψε τρέχοντας, νόμιζα ότι έχει πολλά ραντεβού για δουλειά και βιαζόταν. Και τις δύο φορές κάθισε ακριβώς πίσω μου στο ταξί, τη μία δεξιά και την άλλη αριστερά, δεν την έβλεπα ξεκάθαρα από τον καθρέφτη. Αγχώθηκα εγώ (όχι εκείνη) επειδή άνοιξε την πόρτα που ήταν πίσω μου,από την πλευρά του δρόμου. Κάποια στιγμή της είπα: δεν ζεσταίνεσαι; εγώ ήμουν με κοντομάνικο και εκείνη φόραγε πολλά ρούχα. Αλλά μου είπε ότι προστατεύεται από τον ήλιο. Θυμάμαι να φόραγε κάτι σαν καπαρντίνα, γυαλιά, γάντια, μάσκα . Για αυτό τη ρώτησα αν σκάει…Δεν ήταν μια συνηθισμένη εμφάνιση για τη ζέστη που είχε εκείνες τις μέρες, ήταν πολύ φορτωμένη με ρούχα. Δεν μπορούσα να καταλάβω ούτε αν είναι μελαχρινό ή λευκό το δέρμα της. Επειδή φόραγε τη μάσκα και δεν έβλεπα αν χαμογελούσε, μπορώ να πω ότι ήταν ευδιάθετη».
«Το κινητό ήταν της κατηγορούμενης»
Στις κινήσεις της αστυνομίας προκειμένου να ρίξουν φως στο έγκλημα αναφέρθηκε καταθέτοντας στο δικαστήριο ο αστυνομικός ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την άρση απορρήτου.
Όπως είπε από το υλικό που είχαν στη διάθεση τους είδαν τις πινακίδες του ταξί που χρησιμοποίησε η κατηγορούμενη και έτσι άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης. Ακολούθησαν οι κλήσεις που εντοπίστηκαν σε τηλεκάρτα . “Είδαμε ότι η συγκεκριμένη τηλεκάρτα επικοινώνησε και με κάποιον πακιστανικής καταγωγής. Είδαμε ότι υπήρχε και ένα κινητό σε αυτές τις κλήσεις και ήταν της κατηγορούμενης» κατέθεσε ο μάρτυρας
«Έχει πολλά βασανιστήρια μπροστά της»
Το προφίλ της Ιωάννας περιέγραψε καταθέτοντας στο δικαστήριο η φίλη της η οποία βρίσκεται από την πρώτη στιγμή στο πλευρό της.
«Η Ιωάννα είχε μια φυσιολογική ζωή, δεν δημιουργούσε ίντριγκες και αντιπαλότητες, δεν γνωρίζω την κατηγορούμενη…» είπε ενώ αναφερόμενη στις ημέρες που ακολούθησαν της επίθεσης είπε πως «πολλές φορές μας λέγανε πηγαίνετε να τη δείτε γιατί δεν ξέρουμε τι θα γίνει έπειτα, δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε μαζί της, δεν μπορούσε καν να μιλήσει.
Ήμασταν εκεί για να μας βλέπει, όσο μπορούσε να δει.»
Η μάρτυρας περιέγραψε πως τα μέτρα ασφαλείας στο νοσοκομείο ήταν αυστηρά καθώς φοβούνταν για νέα επίθεση.
«Θέλω να είμαι αισιόδοξη ότι θα γίνει όσο το δυνατόν καλύτερη δουλειά αλλά είναι πολύ δύσκολες οι συνθήκες, παίρνει πάρα πολλά φάρμακα, έχει πολλά χειρουργεία μπροστά της, έχει πολλά βασανιστήρια θα πω εγώ…Σας μιλάω και μου βγαίνουν με το ζόρι τα λόγια, δεν έχω βιώσει κάτι χειρότερο. Δεν θα γίνει ποτέ όπως ήταν πριν…» είπε απευθυνόμενη στους δικαστές.
«Το χρώμα της παρέπεμπε σε λείψανο»
Για το πρώτο σοκ που υπέστη όταν αντίκρισε την είσοδο της πολυκατοικίας όπου στεγάζονται τα γραφεία της εταιρείας που εργαζόταν η Ιωάννα μίλησε ο διευθυντής της.
«Κατεβαίνοντας μετά την επίθεση, είδα το υγρό ήταν μέχρι την είσοδο. Οι τοίχοι άφριζαν. Υπάρχουν ακόμα σημάδια. Διαβρώθηκε η επιφάνεια, φαινόταν σκαμμένο και το μάρμαρο και οι τοίχοι» ανέφερε χαρακτηριστικά και συνέχισε λέγοντας πως πήγε στο φαρμακείο για να πάρει τα πράγματα της Ιωάννας και τα πάει στο νοσοκομείο. «Ανοίγοντας την τσάντα διαπίστωσα ότι κρατάω τα γυαλιά της και είναι λιωμένα. Εκεί κατάλαβα ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. Προσπάθησα να μάθω πως ήταν για να ενημερώσω τους οικείους της. Όταν μπήκα στην εντατική αυτό που αντίκρισα ήταν ένας άνθρωπος χωρίς τις αισθήσεις τους με ένα χρώμα καφέ – μαύρο σε όλο το πρόσωπο και το χρώμα παρέπεμπε σε λείψανο. Άκουσα να ψελλίζει «καίγομαι και κρυώνω» και οι νοσοκόμοι της έδιναν σκευάσματα για να διαχειριστούν το σοκ. Μου είπαν ότι το βιτριόλι ακόμα διάβρωνε τους μύες της. Δεν μπορούσαν να με διαβεβαιώσουν για την κατάσταση της υγείας της, μόνο ότι η ζωή της είναι σε κίνδυνο.»
Ο μάρτυρας περιέγραψε τη μητέρα της Ιωάννας να κλαίει στο διάδρομο του νοσοκομείου. «Θυμάμαι τη μητέρα της να κλαίει στο διάδρομο και να μπαίνει μετά στο δωμάτιο χωρίς να προσπαθεί να το δείξει. Η Ιωάννας επίσης προσπαθούσε να μη δείχνει τί ένιωθε. Κατά τη νοσηλεία της ζητούσε συνέχεια τη μαμά της και προς το τέλος δεν ήθελε να φύγει από το νοσοκομείο γιατί ένιωθε ασφάλεια εκεί.» είπε και σημείωσε: «Το φθινόπωρο, η Ιωάννα με είχε καλέσει στο τηλέφωνο κάποια στιγμή και μου είχε ζητήσει αναστατωμένη να την επισκεφτώ. Μου είπε για την τηλεφωνική επικοινωνία της ξαδέλφης της και της κατηγορουμένης. Κάλεσε την ξαδέλφη της σε ανοιχτή ακρόαση γιατί δεν μπορεί να πλησιάσει το κινητό στο αυτί της και άκουγα. Εκείνη της ανέφερε ότι η κατηγορουμένη ρώτησε για το τί κάνει η Ιωάννα και αν μπορεί κάποιος να μπει στο νοσοκομείο να τη δει. Εκεί άκουσα την ξαδέλφη της να της λέει ότι η κατηγορούμενη σχολίασε πως «δεν έγινε και τίποτα. Και να μην μπορεί να δουλέψει θα πάρει μια αποζημίωση ως εργατικό ατύχημα και θα κάθετε σπίτι». Φαίνεται πως δεν έχει ανθρώπινη εμπάθεια, ενσυναίσθηση… μόνο ψυχρή δολοφονική πρόθεση απέναντί της.
Πολ. Αγωγής: τί γνωρίζετε για αυτά τα άτομα δύο άτομα που φέρονται εμπλεκόμενοι στην υπόθεση;
Μάρτυρας: Από δημοσιεύματα στο διαδίκτυο και στην τηλεόραση, άκουσα ότι η κατηγορούμενη κάλεσε σε ένα νούμερο πάρα πολλές φορές την ημέρα της επίθεσης, ενώ σε προγενέστερο χρόνο είχε ζητήσει να της προμηθεύσει κάτι χωρίς να διευκρινίζεται ακριβώς τί. Διάβασα ότι ο δικηγόρος της έκανε δήλωση ότι εκείνη είχε ζητηθεί στον εντολέα του να κάνει κάποιες ενέργειες και ότι όταν άκουσε για την επίθεση φοβήθηκε για τη ζωή του και δεν μίλησε για τη δράστη.
Είναι ένα έγκλημα πρωτοφανές που όταν μας ρωτούσαν ποιος μπορεί να το έκανε, δεν πήγαινε πουθενά το μυαλό μας.
Συνήγορος Ιωάννας: “Γιατί δεν ρωτήσατε την κατηγορούμενη τι εννοεί…”
Το λόγο πήρε και ο συνήγορος της Ιωάννας Παλιοσπύρου, Απόστολος Λύτρας, λίγο πριν από τη διακοπή, και είπε προς τους δικαστές: «Πληροφορήθηκα ότι η κατηγορούμενη ζήτησε το λόγο για να απευθυνθεί στο δικαστήριο σας και είπε προς το θύμα ότι ‘γνωρίζεις το λόγο της επίθεσης‘».
«Πώς είναι δυνατόν να έχει καταστρέψει μια ανθρώπινη ζωή και να λέει τέτοια πράγματα και να μην την επαναφέρετε στη θέση της. Και να μην τη ρωτήσετε τι εννοεί!» σημείωσε. Στην τοποθέτηση του Απόστολου Λύτρα αντέδρασε η κατηγορούμενη λέγοντας: «Σας παρακαλώ πολύ».
“Εσύ ξέρεις γιατί έγινε όλο αυτό” – Η ατάκα της κατηγορούμενης προς την Ιωάννα
Η κατάθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου στο δικαστήριο, ήταν πραγματικά συγκλονιστική, περιγράφοντας πως ανεβαίνει το δικό της Γολγοθά.
Καταλήγοντας στην κατάθεσή της η Ιωάννα Παλιοσπύρου είπε: «Θέλω να πω ότι από εκείνη την ημέρα το μεγαλύτερο συναίσθημα που νιώθω είναι φόβος. Φόβος γιατί δεν γνωρίζω το λόγο της επίθεσης, αλλά και γιατί δε γνωρίζω ποιοι άλλοι είχαν συμμετάσχει σε αυτή τη επίθεση εναντίον μου. Είμαι βέβαιη ότι αν είχε καταφέρει να μου επιτεθεί στο σπίτι μου, όπως αρχικά σχεδίαζε, αν είχε γίνει η επίθεση εκεί που είμαι μόνη μου και βράδυ που συνήθως γυρίζω στο σπίτι, εγώ σήμερα δε θα ήμουν εδώ. Θα είχε πετύχει το σκοπό της».
Τότε η κατηγορούμενη ζήτησε το λόγο.
Κατηγορούμενη: Θα ήθελα να απευθυνθώ προς το θύμα…
Αδελφός θύματος: Μη ξανά κοιτάξεις από εδώ!
Κατηγορούμενη: Ξέρω ότι αυτό που έχει γίνει δεν είναι αποδεκτό, αλλά εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να της αφαιρέσω τη ζωή.
Ξέσπασε η οικογένεια της Ιωάννας: Φίδι… σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας μας διέλυσες
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης της Ιωάννας δεν έλειψαν, πάντως, και οι στιγμές έντασης. Κάποια στιγμή ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Απόστολος Λύτρας τη ρωτήσε αν η κατηγορούμενη σήμερα που ήρθε στο δικαστήριο της είπε κάποια κουβέντα η αν της ζήτησε συγνώμη
Τότε η 36χρονη κατηγορούμενη που βρισκόταν στην θέση, κάτι πήγε να μουρμουρήσει, προκαλώντας την έκρηξη της οικογένειας.
«Σήμερα η κατηγορούμενη σας είπε κάτι;» ρώτησε ο Απόστολος Λύτρας, για να απαντήσει η Ιωάννα Παλιοσπύρου: «Όχι. Με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα…».
«Σκάσε μωρή, που θα μιλήσεις κιόλας! Φίδι ε φίδι μιλάς. Γ@@@ το @@@!» άρχισε να φωνάζει, εκτός εαυτού, ο αδερφός του θύματος, ενώ η μητέρα της Ιωάννας φώναξε: «Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας! Μας διέλυσες»…
Ο αδελφός της, μετά το επεισόδιο οδηγήθηκε εκτός της αίθουσας.
Συγκλόνισε η Ιωάννα: Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου
Οπως ειπώθηκε παραπάνω, η Ιωάννα Παλιοσπύρου συγκλόνισε με την κατάθεσή για όσα έχει βιώσει. Η περιγραφή της είναι ανατριχιαστική. Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι «σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου».
Όπως είπε η Ιωάννα «στις 29 Μαΐου λοιπόν, σηκώθηκα ντύθηκα ετοιμάστηκα για να πάω στη δουλειά μου. Φτάνοντας στην είσοδο της πολυκατοικίας του γραφείου που εργάζομαι. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ. Ήμουν αφηρημένη. Άκουσα κάποιους θορύβους στο υπόγειο και δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι ήταν η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος επειδή έχει συμβεί και στο παρελθόν» και προσέθεσε: «Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου Κια γυναίκα. Στάθηκε μπροστά. Δεν πέρασα τρέχοντας. Σήκωσε το βλέμματα με κοίταξε στα μάτια και μου έριξε το υγρό. Έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό που μου έριξε. Το ένιωσα παντού πάνω μου. Στα Μάλια μου στο πρόσωπο μου. Κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Καταφέρω να τρέξω για βοήθεια επειδή θυμήθηκα το φαρμακείο. Πήγα τρέχοντας. Πέρασα το δρόμο χωρίς να κοιτάξω καθόλου. Δεν έβλεπα καταρχάς από το ένα μάτι καθόλου.
Μπήκα ουρλιάζοντας μέσα στο φαρμακείο. Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν. Επειδή άρχισα να ου παίζω «βοήθεια κάποιος μου έριξε κάτι καυστικό, δώστε μου λίγο νερό». Με πήγαν στο πίσω μέρος του φαρμακείο που υπήρχε ένας νιπτήρας. Τα μαλλιά μου έπεφταν μέσα στο νιπτήρα.
Έπιανα το πρόσωπο μου και ένιωθα ότι καίγομαι, ότι λιώνω. Από το βλέμμα στα μάτια των ανθρώπων που με κοίταζαν, ένιωθα ότι κάτι χάνω».
Ξέσπασε σε κλάματα
Περιγράφοντας τα όσα βίωσε η Ιωάννα τόνισε: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουν να ουρλιάζω να πονάω να ξανακοιμάμαι να ξανά ξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεσιά στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε «Θεέ μου» και κατάλαβα ότι το είπε για μένα κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα κ απλά παρακαλούσα να επιβιώσω.
Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Για να αντέξω προσπαθούσα να κοροϊδέψω εαυτό μου. Στο σημείο αυτό ξέσπασε σε κλάματα.
Προσπαθούσε να κοροϊδέψω τον εαυτό μου ότι ζω ένα όνειρο. Το βράδυ μετά τις 9 αφού περνούσαν όλοι οι γιατροί έλεγα «Ιωάννα θα ξυπνήσεις». Προσπαθούσα να με πείσω για να αντέξω ότι τα όνειρα μου είναι η πραγματικότητα και η πραγματικότητα είναι ο εφιάλτη».
“Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου”
«Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως για τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου» είπε η Ιωάννα και σοκάρει.
Συνεχίζει δε λέγοντας ότι «για όσο διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσουν αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε . δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν. Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη»
Σύμφωνα με την ίδια, «οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια. Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόντων. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι».
Η Ιωάννα τόνισε ότι «είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τα ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω κορονοϊού. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο. Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Έφη οκ αν δε μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μου είπε ότι κάποιο ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελα πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά».
Η Ιωάννα συμπλήρωσε ότι «όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει. ¨Έμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιαναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δε κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι πάλι σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστατωθεί όλος κόσμος για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζα. Αντί να πει τι πήγα και έκανα ενθαρρύνεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα ..Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται που γίνεται ακόμη χειρότερος. Αυτό είναι που με φοβίζει. Και δε ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».