Μαγιορκίνης: Δεν χρειάζεται self test για εμβολιασμένους μαθητές
Κατά την ενημέρωση από το υπουργείο Υγείας, η οποία χτες έγινε μόνο από τον επίκουρο Καθηγητή επιδημιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, δόθηκαν εκτός από τα τελευταία επιδημιολογικά δεδομένα και σημαντικές διευκρινίσεις σχετικά με πρακτικά ζητήματα αλλά και για τα σημεία στα οποία πλεονεκτεί ένα εμβολιασμένο άτομο από ένα ανεμβολίαστο.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Ενόψει της έναρξης της σχολικής χρονιάς, ερωτώμενος ο κ. Μαγιορκίνης για το εάν χρειάζεται οι εμβολιασμένοι μαθητές να συνεχίσουν να κάνουν self-test όπως και οι ανεμβολίαστοι, ο επίκουρος Καθηγητής επιδημιολογίας εξήγησε τα εξής:
«Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι ο εμβολιασμός στους νεότερους έχει υψηλότερη αποτελεσματικότητα. Δηλαδή, δημιουργεί ισχυρότερη ανοσία. Και αυτό θα το δούμε σύντομα και από άλλες μελέτες.
Συγκρίνοντας, λοιπόν, έναν εμβολιασμένο με κάποιον ο οποίος είναι ανεμβολίαστος και έχει κάνει τεστ, οι πιθανότητες (για τον δεύτερο) να είναι φορέας είναι υψηλότερες ακόμα και αν έχει κάνει και το τεστ.
Δηλαδή, αν κάνουμε μια ανάλυση και πάρουμε 100 εμβολιασμένους θα βρούμε ότι η πιθανότητα να είναι φορείς είναι πολύ μικρότερη από ανεμβολίαστους που έκαναν πρόσφατα τεστ.
Άρα, λοιπόν, δεν υπάρχει κάποιος λόγος αυτή τη στιγμή να ζητάμε από τα εμβολιασμένα παιδιά να κάνουν self–test, εκτός και αν έχουν συμπτώματα.
Άλλο να έχουν συμπτώματα και άλλο να έχουμε παιδιά τα οποία δεν έχουν καθόλου συμπτώματα. Τα παιδιά που έχουν συμπτώματα πρέπει να έχουν πρόσβαση στο τεστ, σε όλα τα τεστ. Η πιθανότητά τους να είναι φορείς είναι πολύ μικρότερη από τα (ανεμβολίαστα) παιδιά που έχουν κάνει self-test», τόνισε ο κ. Μαγιορκίνης.
Στο περιθώριο της ενημέρωσης, για το ίδιο θέμα, ο επίκουρος Καθηγητής επιδημιολογίας πρόσθεσε: «Σίγουρα, ένα εμβολιασμένο άτομο από έναν ανεμβολίαστο βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, τουλάχιστον, ως προς δύο δεδομένα: Πρώτον, εάν και οι δύο έρθουν σε επαφή με τον ιό, οι πιθανότητες του ανεμβολίαστου να κολλήσει και να νοσήσει είναι πολλαπλάσιες από τον εμβολιασμένο. Κατά δεύτερον, ένα εμβολιασμένο άτομο είναι πολύ λιγότερο πιθανό να μεταδώσει τη λοίμωξη στους οικείους του και στην κοινότητα, επειδή μεταφέρει μικρότερο ιικό φορτίο, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για το σύνολο των πολιτών και το σύστημα υγείας».
Πόσο απέχουμε από ένα αποτελεσματικό θεραπευτικό σχήμα
Ερωτώμενος μήπως η επιστημονική έρευνα πρέπει να εστιάσει σε φάρμακα κατά του ιού, αφού εκδηλωθεί η ασθένεια, αντί για την πρόληψη, ο κ. Μαγιορκίνης απάντησε ότι είναι κάτι το οποίο εννοείται ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες και οι ερευνητικοί οργανισμοί προσπαθούν να βρουν, προσθέτοντας ότι: «Το βασικό στοιχείο που θα πρέπει να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, όσον αφορά τις θεραπείες, είναι ότι, στις οξείες λοιμώξεις, οι οποίες εκτυλίσσονται μέσα μέρες, προς το παρόν δεν έχουμε πολύ αποτελεσματικά θεραπευτικά σχήματα.
Ακόμα και για τη γρίπη, η θεραπεία πρέπει να δοθεί πολύ νωρίς για να είναι αποτελεσματική και αυτό οφείλεται σε μηχανισμούς ασθένειας, οι οποίοι εξελίσσονται πολύ γρήγορα.
Δε σημαίνει ότι δε θα βρεθεί ποτέ η θεραπεία, αλλά όσες θεραπείες έχουμε, σε οξείες λοιμώξεις, πρέπει να δοθούν πολύ νωρίς, ειδάλλως αργότερα δεν έχουν αποτελεσματικότητα.
Δεν έχουμε μεγάλες ελπίδες για θεραπευτικό σχήμα, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να συμβεί», κατέληξε.