Ασφαλιστικό: Νέα σφοδρή σύγκρουση – Υψηλότερες συντάξεις υπόσχεται η κυβέρνηση
Tέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου αναμένεται να ψηφιστεί το νέο επίμαχο νομοσχέδιο με τις αλλαγές στο ασφαλιστικό. Η κυβέρνηση επιλέγει να ψηφίσει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο στην καρδιά του καλοκαιριού προκειμένου να αποφύγει κοινωνικές αντιδράσεις, αφού εκτός από την αντιπολιτευση στο νομοθέτημα αντιτίθενται και τα συνδικάτα.
Η κυβέρνηση υιοθετεί μια επιθετική ρητορική για την υποστήριξη του νομοθετήματος που προωθεί την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην επικουρική ασφάλιση αντί του αναδιανεμητικού που ισχύει σήμερα. Ανάλογη με αυτή που χρησιμοποίησε για την ψήφιση του εργασιακού νομοσχέδιου. Άλλωστε και στα δύο νομοθετήματα εισηγητής υπουργός είναι ο Κωστής Χατζηδάκης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε δηλώσεις του ο υπουργός Εργασίας έφθασε στο σημείο να κατηγορήσει το σύνολο της αντιπολίτευσης, λέγοντας ότι η αντίθεσή της, συνιστά άρνηση του να πάρουν οι συνταξιούχοι του μέλλοντος μεγαλύτερες επικουρικές συντάξεις. Χαρακτηριστική ήταν η «ατάκα» σε ραδιοφωνικη συνέντευξη του Κωστή Χατζηδάκη όπου είπε ότι «απαιτώ εξηγήσεις από αυτήν την απίστευτη αντιπολίτευση που κλείνει τα μάτια της σε αυτά που γίνονται σε όλη την Ευρώπη και λέει στους νέους ανθρώπους να μείνουν στις σημερινές χαμηλές συντάξεις».
Μετά από τα παραπάνω έχει αυτοτελή αξία το να κωδικοποιήσει κανείς τις ενστάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης σε 5 βασικά σημεία που αποτελούν ταυτόχρονα τα κυριότερα κυβερνητικά επιχειρήματα για την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νόμου.
Σημείο πρώτο: Το νέο σύστημα θα οδηγήσει σε αυξήσεις των συντάξεων έως και 68%
Πρόκειται για ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης που αφορά τους νεώτερους ασφαλισμένους οι οποίοι θα συνταξιοδοτηθούν με το νέο σύστημα. Παράλληλα όμως πρόκειται και για ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, στο ότι συνιστά αποτέλεσμα εικασιών και μάλιστα παρακινδυνευμένων. Σε καμμία επίπεδα συνταξιοδοτικών παροχών που μπορούν να διασφαλιστούν.
Χαρακτηριστική ήταν η επισήμανση που είχε κάνει στην Βουλή στις 11 Μαρτίου όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά – κοινοβουλευτικά- το κυβερνητικό σχέδιο ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Διονύσης Καλαματιανός. Είπε ότι «το νέο ασφαλιστικό μοντέλο επιλέγει το σύστημα καθορισμένων εισφορών το οποίο εγγυάται μόνο τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και όχι το ποσό και μετακυλίειτον κίνδυνο χαμηλής και αναξιοπρεπούς σύνταξης στον μεμονωμένο εργαζόμενο. Ο εργαζόμενος ξέρει τι εισφορές θα δίνει όχι όμως και τι σύνταξη θα πάρει. Αυτό εξαρτάται από τις αποδόσεις των επενδυτικών προϊόντων που θα διαπραγματεύονται οι ιδιώτες στις εγχώριες και διεθνείς χρηματαγορές».
Αντίστοιχη ήταν επισήμανση που έκανε την περασμένη Πέμπτη και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΙΝ.ΑΛ Κώστας Σκανδαλίδης. Σημείωσε πως «τάζετε στους νέους μεγάλες επικουρικές συντάξεις που προκύπτουν από τις υποτιθέμενες υπεραποδόσεις του κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Ποιων αγορών; Στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό που έχει μεγαλύτερη απόδοση το κεφάλαιο; Πώς ευσταθεί το επιχείρημα ότι θα τροφοδοτήσετε την ανάπτυξη όταν οι εισφορές θα επενδύονται σε ξένες κεφαλαιαγορές;». Πρόσθεσε ότι «τάζετε συντάξεις χωρίς αντίκρισμα και παράλληλα εγκαθίσταται το αίσθημα της ανασφάλειας στους παλιούς. Τόσο στα θέματα της διαγενεακής αλληλεγγύης όσο και στα θέματα της ενδογενεακής αλληλεγγύης αυτές οι βασικές κατευθύνσεις που ανακοινώσατε είναι καταστροφικές».
Σημείο Δεύτερο: Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα ακολουθείται από τις περισσότερες χώρες
Πρόκειται για ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης που υποστηρίζει ότι το κεφαλαιοποιτικό σύστημα έχει υιοθετηθεί από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ή του ΟΟΣΑ. Την θέση αυτή όμως αμφισβητεί η αντιπολίτευση, υποστηρίζοντας ότι σε σειρά χωρών το κεφαλαιοποιητικό σύστημα απέτυχε με αποτέλεσμα να υπάρξουν αρκετές περιπτώσεις που «επέστρεψαν» στο αναδιανεμητικό.
Όπως είχε επισήμανε για το ζήτημα αυτό η αρμόδια τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου «σε 34 χώρες που έχει εφαρμοστεί, 18 επέλεξαν να κάνουν πίσω,γιατί είδαν μείωση συντάξεων, είδαν μια αβεβαιότητα ως προς το ύψος των συντάξεων και είχαν και πολύ έντονα κοινωνικά προβλήματα». Πρόσθεσε μάλιστα ότι πολλές από τις χώρες αυτές (Γαλλία, Ιταλία) έχουν το χαρακτηριστικό του να βρίσκονται στον ευρωπαϊκό νότο. Μια περιοχή με «ειδικά προβλήματα και ένα σύστημα κοινωνικού κράτους το οποίο με πολύ μεγάλη καθυστέρηση αναπτύχθηκε κυρίως από τη δεκαετία του 80 και μετά». Τόνισε παράλληλα ότι «στις άλλες χώρες που μπορεί να υπάρχουν τέτοια συστήματα υπάρχουν και κατοχυρωμένες συλλογικές διαπραγματεύσεις και κατοχύρωση των εργαζομένων».
Επίσης στο πλαίσο του κοινοβουλευτικού διαλόγου, έχει γίνει ειδική αναφορά στις προσπάθειες που έγιναν το 1998 στην Ουγγαρία, το 2002 στην Βουλγαρία, το 2004 στην Λιθουανία, στο 2005 στην Σλοβακία και το 2008 στην Ρουμανία. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει πλήρης κατάρρευση του συστήματος και να οδηγηθούν οι χώρες αυτές στην κυριαρχία της ιδιωτικής ασφάλισης.
Σημείο Τρίτο: Το κόστος μετάβασης δεν είναι απαγορευτικό
Το θέμα της επιβάρυνσης του προϋπολογισμού για την περίοδο κατά την οποία δεν θα υπάρχει κρατική χρηματοδότηση των επικουρικών συντάξεων είναι ένα από τα κομβικά ζητήματα που προβάλλει η αντιπολίτευση. Εκτιμά ότι το κόστος αυτό θα κυμανθεί από τα 55 δις εώς τα 75 δις.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι αυτό το κόστος θα καλυφθεί από την θετική επίδραση που θα έχει στην οικονομία η μεταφορά των πόρων των ταμείων σε παραγωγικές επενδύσεις που με την σειρά τους θα αυξήσουν τα δημοσιονομικά έσοδα. Η αντιπολίτευση όμως στον αντίίποδα πιστεύει ότι θα οδηγήσει σε μερικά χρόνια σε μείωση των επικουρικών συντάξεων εφόσον δεν θα υπάρχουν επαρκείς πόροι. Μάλιστα αμφισβητεί ευθέως το «μέρισμα ανάπτυξης» που επικαλείται η κυβέρνηση ότι θα αντισταθμίσει το κόστος εκτιμώντας ότι διανύουμε περιόδους ύφεσης, ενώ σενάρια ανάπτυξης διαψεύδονται διαρκώς από την πραγματικότητα. Μάλιστα η αντιπολίτευση επικαλείται ακόμη και τον ΟΟΣΑ και την σύσταση του σε τέτοιες περιόδους να μην προωθούνται αλλαγές στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και να επιλέγονται πιο σταθερές συνθήκες.
Σημείο Τέταρτο: Οι αλλαγές είναι μονόδρομος γιατί τα ταμεία συνεχώς «χάνουν» από το δημογραφικό πρόβλημα
Στο ζήτημα αυτό η αντιπολίτευση για να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση επικαλείται την …ίδια την κυβέρνηση. Ιδίως τις διαβεβαιώσεις του πρώην υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση που όταν τον Ιανουάριο του 2020 προχώρησε στην ψήφιση του νόμου 4670 για την κοινωνική ασφάλιση διαβεβαίωνε πως με τις υφιστάμενες μελέτες έχει διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έως και το 2070.
Γίνεται μάλιστα επίκληση στην αυστηρή δήλωση του Γιάννη Βρούτση κατά την ψήφιση του νόμου στην οποία ανέφερε πως «όλο αυτό το σύστημα μπορεί πλέον κάποιος να το εμπιστευτεί μέχρι το 2070 και να το δει με προοπτική ελπίδας και εγγύησης. Επίσης όλοι πρέπει, στο τέλος αυτής της διαδικασίας, να νιώθουμε την ικανοποίηση μιας εμπιστοσύνης σε ένα ασφαλιστικό σύστημα το οποίο εγγυάται την προοπτική μέχρι το μέλλον, με τις πιο δύσκολες παραδοχές, δημογραφικές μερικής απασχόλησης, απασχόλησης γενικά στην Ελλάδα».
Επίσης από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνεται ότι έχουν υπάρχει παρεμβάσεις βιωσιμότητας όπως αυτή με τον νόμο Κατρούγκαλου το 2016.
Σύμφωνα με αναλυτικά στοιχεία που έχουν κατατεθεί από τις εκθέσεις βιωσιμότητας το 2018 η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν 15,6% του ΑΕΠ, δηλαδή, 28 δις και η κρατική χρηματοδότηση 8,3% του ΑΕΠ. Μετά την ψήφιση του ν.4670 το 2070 η συνταξιοδοτική δαπάνη θα είναι 11,9% με ευρωπαϊκό μέσο όρο 12,2%, και η κρατική δαπάνη 4,8% με ευρωπαϊκό μέσο όρο 5%.
Επίσης από κόμματα της αντιπολίτευσης επισημαίνεται ότι η λύση πρέπει να αναζητηθεί στην αναστροφή των δημογραφικών τάσεων μέσω πολιτικών ενίσχυσης της απασχόλησης και ουσιαστικής προστασίας της οικογένειας. Μάλιστα ασκείται κριτική για το γεγονός ότι οι δημογραφικές συγκρίσεις κυρίως αφορούν την σχέση πολιτών άνω των 65 ετών με τους νεώτερους ενώ η πραγματική σύγκριση πρέπει να αφορά τον λόγο εργαζομένων προς συνταξιούχους.
Σημείο Πέμπτο: Δεν πρόκειται για ιδιωτικοποίηση
Στο σημείο αυτό υπάρχει μια κομβική διαφορά κυβέρνησης αντιπολίτευσης. Η πρώτη θεωρεί ότι ο εποπτικός φορέας των επενδύσεων των αποθεματικών των ταμείων που θα δημιουργηθεί θα έχει δημόσιο χαρακτήρα.
Η αντιπολίτευση όμως αντιτείνει πως η ιδιωτικοποίηση συνίσταται στην διάθεση των αποθεματικών των ταμείων σε ασφαλιστικές εταιρίες τονίζοντας πως έτσι δημιουργείται ένας ιδιωτικός πυλώνας, μια αγορά, εντός του ασφαλιστικού συστήματος. Μάλιστα εκτιμάται ότι στην πλειοψηφία τους αυτές οι εταιρίες θα είναι πολυεθνικού χαρακτήρα αφού το μερίδιο της αγοράς των εγχώριων εταιριών δεν ξεπερνάει το 5%.
Πηγή: news247.gr