Το 40% των μικρών εταιρειών στην Ελλάδα δεν χρησιμοποιεί ψηφιακά εργαλεία
Σημαντικό τεχνολογικό έλλειμμα, αλλά και έλλειμμα σε επίπεδο καινοτομίας, έχουν σήμερα οι ελληνικές μικρές επιχειρήσεις, γεγονός που τους στερεί πολύτιμα “όπλα” ανταγωνιστικότητας τόσο έναντι των μεγάλων εταιρειών, όσο και των παγκόσμιων ανταγωνιστών τους.
Σε επίπεδο ψηφιοποίησης, η τεχνολογία δεν εντάσσεται στη στρατηγική του 40% των μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Το αντίστοιχο ποσοστό στις μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας είναι μόλις 20%.
Μάλιστα, οι μικρές εταιρείες στην Ελλάδα υστερούν στη χρήση πολύτιμων ψηφιακών εργαλείων, ειδικά όσον αφορά εξειδικευμένα συστήματα εσωτερικής λειτουργίας, που θα μπορούσαν να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους (ERP, CRM, data analytics).
Ταυτόχρονα, οι μικρότερες επιχειρήσεις εκφράζουν μικρότερη επιθυμία για ψηφιακές επενδύσεις: μόνο το 24% των μικρών εταιρειών έναντι 37% των μεγάλων εκφράζουν επενδυτικές προθέσεις για την τεχνολογία.
Παράλληλα, βάσει της Έρευνας Συγκυρίας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της Εθνικής Τράπεζας, οι μικρότερες επιχειρήσεις στην Ελλάδα φαίνεται να μην αναγνωρίζουν την τεχνολογία ως πηγή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Μόνο το 60% δηλώνει ότι βλέπει την τεχνολογία ως πηγή ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις μεγάλες είναι 80%.
Αυτή η στάση είτε υπαγορεύεται από έλλειψη γνώσης και εξειδίκευσης, είτε από την αδυναμία υλοποίησης σχετικών επενδύσεων. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας, της οποίας η σημασία αυξάνεται παγκοσμίως (ενώ επιταχύνθηκε και λόγω της πανδημίας) αλλάζοντας τα δεδομένα του ανταγωνισμού.
Ψηφιακά εργαλεία
Στη χρήση των ψηφιακών εργαλείων, οι μικρές εταιρείες στην Ελλάδα χρησιμοποιούν σχεδόν στον ίδιο βαθμό με τις μεγαλύτερες τα τυπικά εξ αυτών για την επικοινωνία με τους πελάτες τους (πχ. Ιστοσελίδα). Ωστόσο, η απόκλιση αυξάνεται όσον αφορά τη χρήση εσωτερικών ψηφιακών συστημάτων, που θα μπορούσε να αυξήσει την παραγωγικότητά τους.
Μόλις το 23% των μικρών εταιρειών στην Ελλάδα χρησιμοποιεί ERP ή CRM, έναντι 66% των μεγάλων. Ακόμη χαμηλότερα είναι τα ποσοστά σε χρήση data analytics: 8% για τις μικρές επιχειρήσεις έναντι 44% αντίστοιχα για τις μεγάλες.
Περί καινοτομίας
Υστέρηση των μικρότερων επιχειρήσεων εντοπίζεται μέσω της έρευνας της ΕΤΕ και σε όρους καινοτομίας. Σχεδόν οι μισές μικρές εταιρείες προχωρούν σε σχετικές επενδύσεις έναντι 88% των μεγάλων. Επίσης, μόνο το 31% αναπτύσσει νέα ή σημαντικά βελτιωμένα προϊόντα, έναντι 50% των μεγάλων.
Εξάλλου, μόλις το 6% των μικρών εταιρειών προχωρά σε κατοχύρωση πατέντας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις μεγάλες είναι 23%. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα κανάλια στα οποία καταφεύγουν οι ΜμΕ, προκειμένου να καινοτομήσουν.
Ειδικότερα, κυρίαρχη είναι η εισαγωγή τεχνολογίας από το εξωτερικό, που προτιμάται από το ¼ των ΜμΕ, ποσοστό αντίστοιχο με τις μεγάλες. Στο μεταξύ, μόνο το 20% διατηρεί ειδικό τμήμα (ή προσωπικό) για έρευνα και ανάπτυξη εντός της επιχείρησης, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για τις μεγάλες είναι 43%, με τις δεύτερες να αντέχουν – προφανώς – σε μεγαλύτερο βαθμό τις αντίστοιχες δαπάνες.
Αποκλίσεις
Σημαντική απόκλιση εντοπίζεται και στις συνεργασίες με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα. Περίπου το 10% των ΜμΕ έναντι 25%-30% των μεγάλων έχει σχετικές συνεργασίες, οι οποίες θα μπορούσαν να “ξεκλειδώσουν” δυνατότητες καινοτομίας στις μικρότερες επιχειρήσεις, που αδυνατούν να αντέξουν το κόστος εσωτερικής ανάπτυξης.
Πάντως, η βελτίωση των υποδομών ερευνητικών κέντρων και η καλύτερη διασύνδεση με αυτά αναγνωρίζεται από τις ΜμΕ ως βασικός παράγοντας ενίσχυσης της καινοτομίας (περίπου 1/4 των ΜμΕ, έναντι 12% των μεγάλων), μετά από την διαθεσιμότητα χρηματοδότησης και στοχευμένων προγραμμάτων, η οποία είναι βασικό ζητούμενο σε όλα τα μεγέθη.
Να σημειωθεί ότι οι απαντήσεις των εταιρειών αφορούν τη χρονική περίοδο πριν από την έναρξη της πανδημίας, ενώ δεν έχουν ληφθεί υπόψη και οι προγραμματισμένες δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης.
Πηγή: ΣΕΠΕ