Στράτος Χατζηξηρός: Μιλά αποκλειστικά στο libre o ειδικός σύμβουλος του ΠΟΥ
Το ξέσπασμα της πανδημίας του SARS-COV-2 άλλαξε σε μία στιγμή κάθε προγραμματισμό στα συστήματα υγείας όλων των χωρών, επιβαρύνοντας τα με ένα δυσβάσταχτο φορτίο με άγνωστες διαστάσεις και συνέπειες, οδηγώντας συχνά σε αναπόφευκτες αρνητικές επιδράσεις στην αντιμετώπιση άλλων νοσημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, ο τομέας των μεταμοσχεύσεων συμπαγών οργάνων υπέστη σημαντικό πλήγμα, σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς άλλαξαν άρδην τα δεδομένα στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), από όπου, όπως είναι γνωστό, προσφέρονται τα μοσχεύματα από αποβιώσαντες δότες.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας –το δραματικό 3μηνο από το Μάρτιο έως το Μάιο του 2020– οι μεταμοσχεύσεις συμπαγών οργάνων τόσο στη χώρα μας, όσο και στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, μειώθηκαν δραματικά, σχεδόν μηδενίστηκαν. Αυτό αφορούσε, όχι μόνο στις μεταμοσχεύσεις από αποβιώσαντες αλλά και από ζώντες δότες, προκειμένου να προφυλαχθούν λήπτες και δότες από ενδεχόμενη νόσηση από τον ιδιαίτερα μεταδοτικό κοροναϊό, για τον οποίο τα δεδομένα σχετικά με την προφύλαξη και την αντιμετώπιση ήταν αρχικά θολά και συγκεχυμένα.
1 Χρόνος Πανδημίας Κοροναϊού: Πλήρης η ανάκαμψη των μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα
Με τη συμπλήρωση ενός έτους από την εμφάνιση της πανδημίας, ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων έκανε τον απολογισμό του κρίσιμου αυτού διαστήματος, ο οποίος ήταν θετικός, παρά τη δύσκολη συγκυρία:
«Σήμερα έχοντας κλείσει ένα χρόνο εντατικών προσπαθειών διατήρησης της μεταμοσχευτικής δραστηριότητας, ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ) βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει ότι, κατά το 12μηνο Μαρτίου 2020 με Μάρτιο 2021, ο συνολικός αριθμός τόσο των δοτών οργάνων, όσο και των πραγματοποιηθεισών μεταμοσχεύσεων δεν υστέρησε σε σχέση με τη δραστηριότητα ενός οποιουδήποτε άλλου έτους», ανέφερε σχετική ανακοίνωση του ΕΟΜ.
«Το γεγονός αυτό δείχνει ότι το Σύστημα Μεταμοσχεύσεων (ΜΕΘ, ΕΟΜ, Μονάδες Μεταμοσχεύσεων) έδειξε γρήγορα ανακλαστικά προσαρμογής στη νέα κατάσταση. Ειδικότερα οι ΜΕΘ και το προσωπικό τους υπερέβαλαν εαυτόν, διατηρώντας τη δωρεά οργάνων στο προσκήνιο των ιατρικών–ανθρωπιστικών πράξεων, παρά τη νέα δυσχερή καθημερινότητα που επέβαλαν τα μέτρα κατά του κορωνοϊού και η δραματική αύξηση του φόρτου εργασίας τους.
Παράλληλα, και ο τομέας των μεταμοσχεύσεων αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων (μυελός των οστών, ομφαλιοπλακουντιακό αίμα) δεν υστέρησε στο ελάχιστο, παρά το γεγονός ότι η μεταμόσχευση κυττάρων έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις, τόσο ως προς τον επαναλαμβανόμενο έλεγχο και την προετοιμασία των δοτών, όσο και ως προς την απρόσκοπτη και έγκαιρη διασυνοριακή μεταφορά μοσχευμάτων, ιδιαίτερα από ξένους δότες. Τα Κέντρα Εθελοντών Δοτών Μυελού των Οστών, τα Κέντρα Συλλογής Κυττάρων και οι Μονάδες Μεταμόσχευσης, εργάστηκαν αδιάλειπτα και συντονισμένα, σε συνεργασία με τον ΕΟΜ και τις Δεξαμενές Εθελοντών Δοτών του εξωτερικού, ούτως ώστε κανένας ασθενής, με ανάγκη μεταμόσχευσης μυελού των οστών τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό να μην στερηθεί της θεραπείας του, στο κρίσιμο για την επιβίωσή του χρονικό διάστημα.
Η επισφράγιση των προσπαθειών αυτού του έτους ήρθε από την Επιτροπή Εμβολιασμών και το υπουργείο Υγείας, με την προτεραιοποίηση στον πανελλήνιο εμβολιασμό κατά του κοροναϊού των μεταμοσχευμένων, αλλά και των υπό μεταμόσχευση ασθενών, που ήδη έχουν εμβολιασθεί και εμβολιάζονται. Ο έγκαιρος εμβολιασμός του πληθυσμού αυτού, που επιβιώνει με ένα τεχνηέντως εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, ήταν απαραίτητος προκειμένου να διατηρήσει το «δώρο ζωής» που έλαβε από τον συνάνθρωπο».
Το libre με τον ειδικό σύμβουλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) σε θέματα πολιτικής και διαχείρισης μεταμοσχεύσεων, κ. Στράτο Χατζηξηρό, σχετικά με τις προκλήσεις που αναδείχτηκαν τον καιρό της πανδημίας και έπληξαν τον τομέα των μεταμοσχεύσεων, παγκοσμίως, αλλά και τον τρόπο διαχείρισής τους.
«Από τις σχετικές καταγραφές που έχουμε κάνει στον ΠΟΥ, είναι φανερό ότι ο τομέας των μεταμοσχεύσεων έχει πληγεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην αρχή, η κατάσταση ήταν ασαφής, καθώς δεν γνωρίζαμε ούτε την επίδραση που μπορούσε να έχει η Πανδημία ούτε πόσο θα διαρκέσει.
Ήταν φυσικό ο τομέας των μεταμοσχεύσεων να επηρεαστεί για βασικούς λόγους.
Πρώτα από όλα, μας απασχόλησε η ασφάλεια από τη νόσηση ληπτών και δοτών, διότι δε γνωρίζαμε αν μεταδίδεται ο ιός μέσω των οργάνων, μέσω της αιμοδοσίας κλπ. Έτσι, βρισκόμασταν σε αναμονή για να δούμε ποια στοιχεία θα προκύψουν.
Επίσης σημαντικό ήταν το θέμα της έκθεσης των ασθενών των ληπτών των οργάνων, οι οποίοι είναι οι ανοσοκατασταλμένοι και κατ’ επέκταση, πιο ευάλωτοι. Σε πρώτη φάση, θεωρήθηκε απαραίτητο από αρκετές χώρες να ανασταλούν οι οποίες επεμβάσεις. Αυτό το αποφάσισαν οι υπεύθυνοι γιατροί που διενεργούν τις μεταμοσχεύσεις και αφορούσε κυρίως τις μεταμοσχεύσεις από ζώντες δότες.
Σε αυτό συνέβαλε και το πρόβλημα που προέκυψε με τη διαχείριση της πανδημίας και τον τρόπο που λειτούργησαν τα νοσοκομεία, καθώς μετατράπηκαν σχεδόν όλα σε κλινικές Covid, έτσι πολλές χειρουργικές επεμβάσεις αναβλήθηκαν. Επίσης, επηρέασε και η μετακίνηση του προσωπικού, νοσηλευτικού και ιατρικού, που αποδυνάμωσε τις υπόλοιπες κλινικές και αυτό ήταν ένα παγκόσμιο φαινόμενο.
Πρέπει να αναφέρουμε ότι ήταν και διαφορετική η ανταπόκριση από τις διάφορες χώρες. Η Ισπανία, για παράδειγμα, που είναι πρωτοπόρος στις μεταμοσχεύσεις (είναι η πρώτη χώρα, στατιστικά, στη δωρεά οργάνων) κατέγραψε μία μείωση γύρω στο 80% συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά. Στην Αμερική, επίσης, υπήρξε σημαντική μείωση, αλλά σε μικρότερο βαθμό. Η Γερμανία κατάφερε και αντεπεξήλθε σχετικά καλύτερα. Η Ελλάδα, σύμφωνα με στατιστικά του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων*, διαχειρίστηκε ικανοποιητικά την πρόκληση.
Και άλλες αιτίες επηρέασαν πολύ αρνητικά τις μεταμοσχεύσεις τον καιρό της πανδημίας. Υπήρχε ο φόβος από τους ζώντες δότες για την ασφάλεια στα νοσοκομεία και την υγεία και των ίδιων και των συγγενών (γιατί οι ζώντες δότες είναι συνήθως οικεία ή συγγενικά πρόσωπα του ασθενή-λήπτη). Αλλά ακόμα και αν ήθελαν, οι κλινικές δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις μεταμοσχεύσεις εκείνο το διάστημα, και πάγωσαν πολλά χειρουργεία, και αυτό δεν αφορά μόνο στις μεταμοσχεύσεις, δυστυχώς. Σχετικά με τους πτωματικούς δότες, η δυσκολία σχετιζόταν με το ότι πολλά περιστατικά από ατυχήματα ή από θανάτους δεν μπορούσαν να φτάσουν στις ΜΕΘ λόγω Covid. Για παράδειγμα, κάποιος που είχε υποστεί μία βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, πολλές φορές, δεν έμπαινε καν στη ΜΕΘ και χανόταν η ευκαιρία να ληφθούν όργανα και να δοθούν σε κάποιους που περίμεναν για μεταμόσχευση.
Για όλους αυτούς τους λόγους, οι γιατροί των μεταμοσχεύσεων αποφάσιζαν να αναστείλουν τις ζώσες μεταμοσχεύσεις με το δεδομένο βέβαια ότι αυτές μπορούσαν να περιμένουν διότι μιλάμε κυρίως για μεταμοσχεύσεις νεφρού και ήπατος, οπότε δεν τίθεται τόσο το θέμα του άμεσα επειγόντως. Τις περισσότερες φορές, συνέχιζαν τις αιμοκαθάρσεις και προσπαθούσαν να συντηρούν τους ασθενείς μέχρι να βελτιωθεί η γενικότερη κατάσταση Δημόσιας Υγείας μέχρι να προγραμματιστεί η ζώσα μεταμόσχευση σε έναν εύλογο χρόνο.
Στις περιπτώσεις μεταμόσχευσης καρδιάς, εξαρτώνται πολλά από τον πτωματικό δότη, οπότε εκεί η κατάσταση ήταν δυσχερέστερη λόγω του ότι ΜΕΘ πλέον δεν έδιναν όργανα από περιστατικά που θα κατέληγαν λόγω του κοροναϊού. Υπήρξαν ωστόσο πολλές περιπτώσεις όπου το σύστημα μπόρεσε και λειτούργησε έστω και με λιγότερα περιστατικά.
Σε παγκόσμια κλίμακα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διαχείριση των μεταμοσχεύσεων στην περίοδο της πανδημίας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις δυνατότητες και τους χειρισμούς και κάθε χώρας. Έχουμε δει πολύ διαφορετικά δεδομένα. Η Ευρώπη είχε λάβει πολύ αυστηρότερα μέτρα όσον αφορά τον έλεγχο. Το ECDC είχε εκδώσει σχετικές οδηγίες σχετικά με τα θέματα της ασφάλειας και της ποιότητας όλων των προϊόντων ανθρώπινης προέλευσης, όπως το αίμα, ο μυελός των οστών όπου εκεί υπήρχε επιπλέον θέμα καθώς οι δότες για τα προϊόντα αυτά καταγράφονται σε παγκόσμια λίστα δεδομένων και συχνά έπρεπε να σταλούν με ειδικές πτήσεις σε άμεσο χρόνο από το ένα μέρος της γης σε άλλο απομακρυσμένο σημείο, και όλα αυτά με ειδικές άδειες πτήσης και του ιατρικού προσωπικού που μετέφερε τα μοσχεύματα. Εκεί υπήρξε ένα μεγάλος αγώνας όχι μόνο σε ιατρικό επίπεδο αλλά και με τις διαδικασίες και με το χρόνο».
· Υπήρξαν ειδικές οδηγίες για τον εμβολιασμό των ατόμων που επρόκειτο να εμβολιαστούν για την ασφάλειά τους;
«Δεν υπήρξε από τον ΠΟΥ κάποια ιδιαίτερη οδηγία για αυτό. Ίσχυσε και εδώ η γενική οδηγία για την προστασία των ευπαθών ομάδων. Ό,τι δηλαδή, θα ίσχυε για τους ογκολογικούς ασθενείς, για τους ανοσοκατασταλμένους, για τους οροθετικούς, το ίδιο ισχύει και για τους μεταμοσχευμένους και όσους επρόκειτο να υποβληθούν σε μεταμόσχευση. Φυσικά, δεν αποτρέψαμε τον εμβολιασμό, απλώς έπρεπε να εξετάσουμε κάθε περίπτωση και να συμφωνηθεί ποιο συγκεκριμένο σκεύασμα θα πάρει κάθε ασθενής, με βάση το ιστορικό του ή άλλα συνοδά νοσήματα που τυχόν υπήρχαν και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του. Αυτό υπήρξε ως προτροπή ήταν για αυτές τις ευπαθείς ομάδες να εμβολιαστεί και το οικογενειακό τους περιβάλλον, ώστε να μην κινδυνεύει να νοσήσει ο ασθενής εξαιτίας των οικείων του, ώστε να υπάρχει μία συνολική προστασία», κατέληξε ο κ. Χατζηξηρός.
*Ελλάδα: Η συνολική μεταμοσχευτική δραστηριότητα ενός έτους πανδημίας: Μάρτιος 2020 – Μάρτιος 2021
Αξίζει να αναφερθούν στο σημείο αυτό τα δεδομένα του ΕΟΜ για τις μεταμοσχεύσεις στη χώρα μας το κρίσιμο 12μηνο της πανδημίας:
«Κατά την περίοδο της πανδημίας πραγματοποιήθηκαν 134 μεταμοσχεύσεις συμπαγών οργάνων (87 νεφρού, 31 ήπατος, 12 καρδιάς, 4 πνευμόνων), προερχόμενες από 52 αποβιώσαντες δότες οργάνων. Άξιο αναφοράς είναι το «ρεκόρ» μεταμοσχεύσεων νεφρού από ζώντες δότες, που διενεργήθηκαν κατά το 9μηνο Μάιου 2020 με Μάρτιο 2021, αγγίζοντας τις 90, αριθμός μεταμοσχεύσεων που ποτέ κατά το παρελθόν δεν είχε διενεργηθεί ακόμα και σε διάστημα ενός έτους.
Ιδιαίτερη αναφορά, ωστόσο, θα πρέπει να γίνει στο Πρόγραμμα Μεταμόσχευσης Πνευμόνων, το οποίο ξεκίνησε από τον Ιούλιο του 2020 ξανά στην Ελλάδα, μετά από 10 χρόνια. Χάρη στις συντονισμένες προσπάθειες του Υπουργείου Υγείας, του ΕΟΜ και του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου (ΩΚΚ), αλλά και χάρη στη συμβολή του Προγράμματος Υποτροφιών του Ιδρύματος Ωνάση, για τη μετεκπαίδευση Ελλήνων ιατρών στο εξωτερικό, το Πρόγραμμα Μεταμόσχευσης Πνεύμονα άρχισε και πάλι, πραγματοποιώντας τις 4 πρώτες μεταμοσχεύσεις και αποτελώντας ένα ορόσημο στον τομέα της Υγείας στη χώρα μας, σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία.
Παράλληλα το ίδιο χρονικό διάστημα, εν μέσω της πανδημίας, διενεργήθηκαν 121 μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών, περισσότερες μάλιστα από τον μέσο ετήσιο αριθμό της τελευταίας 5ετίας (107 μεταμοσχεύσεις). Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και υπό αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, εξακολουθούν να αυξάνουν σταθερά τα μοσχεύματα μυελού που προέρχονται από Έλληνες δότες, λόγω της συνεχούς ενίσχυσης του Εθνικού Μητρώου Εθελοντών Δοτών Αρχέγονων Αιμοποιητικών κυττάρων (μυελού των οστών), αποτέλεσμα της αδιάλειπτης δραστηριοποίησης των Κέντρων Δοτών ως προς την ενημέρωση και προσέλκυση των εθελοντών. Είναι αξιοσημείωτο ότι, χάρη στην αμείωτη αυτή προσπάθεια, το Εθνικό Μητρώο Εθελοντών αυξήθηκε κατά 25% το κρίσιμο αυτό έτος και ανέρχεται πλέον στους 195.000 δότες μυελού των οστών, διευρύνοντας έτσι τις πιθανότητες των Ελλήνων ασθενών να βρουν συμβατό δότη».
Ο Πρόεδρος του ΕΟΜ, Καθ. Γεώργιος Παπαθεοδωρίδης, αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Το πολύπαθο πεδίο των μεταμοσχεύσεων μας εξέπληξε θετικά αυτή τη δύσκολη περίοδο, καθώς είναι από τους τομείς που μάλλον ενδυναμώνονται με αφορμή την πανδημία του κοροναϊού και δείχνει ότι μπορεί να ενδυναμωθεί περαιτέρω με τον αναμενόμενο περιορισμό των κρουσμάτων του κοροναϊού. Λόγω της ιδιαίτερης πολυπλοκότητας των μεταμοσχεύσεων, αλλά και του μέγιστου ανθρωπιστικού οφέλους που προσφέρουν, οι φορείς και το ανθρώπινο δυναμικό του συστήματός μας υπερέβαλαν εαυτόν, με αποτέλεσμα η δωρεά και οι μεταμοσχεύσεις οργάνων να ανακάμψουν ανεπηρέαστες. Σε αυτό φάνηκε να μας ακολουθούν και οι πολίτες της χώρας μας που δήλωσαν Δωρητές Οργάνων κατά το διάστημα αυτό, ίσως γιατί αντιληφθήκαμε οι περισσότεροι πλέον, το πόσο αλληλεξαρτώμενες είναι οι ζωές και η υγεία μας. Η επόμενη μέρα του ενός έτους πανδημίας, μας βρίσκει έτοιμους να υποδεχτούμε το Εθνικό Σχέδιο Μεταμοσχεύσεων, που εκπονείται από τον Καθ. κ. Ηλία Μόσιαλο και μία διεθνή ομάδα με την καθοριστική στήριξη του Ιδρύματος Ωνάση, το οποίο θα συμβάλλει στην περαιτέρω οργάνωση και ανάπτυξη των μεταμοσχεύσεων στη χώρα μας».