Κουμής, Κανελλοπούλου, Καλτεζάς – Τρία αθώα θύματα αστυνομικής βίας σε επετείους του Πολυτεχνείου
«Κουμής, Κανελλοπούλου, Καλτεζάς». Μπορεί αυτά τα τρία πρόσωπα να μην δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη του 73, ωστόσο έχουν άρρηκτους δεσμούς με τις πορείες στη μνήμη των θυμάτων της εξέγερσης. Και αυτό διότι και οι τρεις τους δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια επεισοδίων στο περιθώριο των πορειών, πέφτοντας θύματα της υπέρμετρης αστυνομικής βίας.
Ιάκωβος Κουμής – Σταματίνα Κανελλοπούλου
Το 1980 η πορεία για το Πολυτεχνείο πραγματοποιήθηκε στις 16 Νοεμβρίου και κατά τη διάρκειά της σημειώθηκαν εκτεταμένα επεισόδια στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας. Εκείνο το απόγευμα η εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου αφήνει την τελευταία της πνοή και ενώ λίγο πριν είχε υποστεί άγριο ξυλοδαρμό από αστυνομικούς, έξω από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάνια». Η Κανελλοπούλου άφησε την τελευταία της πνοή στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο, ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση έφερε 18 σοβαρά τραύματα στο κεφάλι και είχε δεχθεί πολλαπλά χτυπήματα στο σώμα.
Το ίδιο απόγευμα μεταφέρθηκε κλινικά νεκρός στο νοσοκομείο ο Κύπριος φοιτητής Ιάκωβος Κουμής έχοντας πέσει και αυτός θύμα ξυλοδαρμού από αστυνομικούς. Μάλιστα σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες είχε χτυπηθεί πισώπλατα στην πλατεία Συντάγματος και ενώ καθόταν σε ένα καφενείο. Υπέκυψε μία εβδομάδα μετά ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση η αιτία θανάτου ήταν ένα καίριο πλήγμα αποκοπής του εγκεφάλου.
Μάλιστα η τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν σχολίασε τον θάνατο τους αλλά εξέφρασε την οργή της για τις «οργανωμένες ομάδες αναρχικών και εξτρεμιστικών στοιχείων» που «αμαύρωσαν τη μεγάλη λαϊκή επέτειο και προκάλεσαν βάναυσα τα δημοκρατικά και ειρηνικά αισθήματα του συνόλου του ελληνικού λαού».
Παράλληλα, διατάχθηκε ΕΔΕ χωρίς όμως να υπάρχει κάποιο απτό αποτέλεσμα. Στο μεταξύ οι οικογένειες των θυμάτων κατέθεσαν μηνύσεις χωρίς ωστόσο οι δολοφόνοι τους να εντοπίζονται. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνο το βράδυ είχαν τραυματιστεί περίπου 150 άτομα ενώ η κυβέρνηση Ράλλη κατόπιν συνεννοήσεως με την αστυνομία είχε απαγορεύσει η πορεία να φτάσει έξω από την αμερικάνικη πρεσβεία.
Η πλειονότητα των φοιτητικών παρατάξεων υπάκουσε τις εντολές. Όμως 2.000 μέλη αριστερών παρατάξεων κατευθύνθηκαν προς τη Βασιλίσσης Σοφίας με απώτερο σκοπό να φτάσουν στην πρεσβεία των ΗΠΑ. Στο ύψος της Βουλής υπήρχε αστυνομικός φραγμός. Εκεί ξεκίνησαν και τα επεισόδια που είχαν ως αποτέλεσμα τις δολοφονίες του Ιάκωβου Κουμή και της Σταματίνας Κανελλοπούλου.
Μιχάλης Καλτεζάς
17 Νοεμβρίου 1985. Η πορεία για τα 12 χρόνια από την Εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει ολοκληρωθεί έχοντας σημειωθεί μικρή έκτασης επεισόδια. Ωστόσο κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα επακολουθούσε αμέσως μετά. Μετά το τέλος της πορείας, μία κλούβα των ΜΑΤ παραμένει για λόγους ασφαλείας έξω από το Πανεπιστημιακό ίδρυμα. Ωστόσο, κάποια στιγμή τέσσερις αστυνομικοί φεύγουν από εκεί για να πάνε σε ένα σουβλατζίδικο στα Εξάρχεια.
Όταν έγιναν αντιληπτοί από ομάδα αναρχικών, οι τελευταίοι άρχισαν να τους φωνάζουν συνθήματα. Ένας εκ των αστυνομικών τους ζητάει τις ταυτότητές τους. Αφού ακούστηκαν μερικά «γαλλικά», το επεισόδιο θεωρήθηκε λήξαν. Αργότερα, μία ομάδα νεαρών κατευθύνθηκε προς την κλούβα που βρισκόταν στο Πολυτεχνείο. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς.
Οι αναρχικοί πετούν μολότοφ και οι αστυνομικοί βγαίνουν από την κλούβα και αρχίζουν να τους κυνηγούν προς την πλευρά των Εξαρχείων. Κάποιοι εκ των αστυνομικών πυροβολούν στον αέρα για εκφοβισμό. Όμως, ο Αθανάσιος Μελίστας καθώς πυροβολεί, βρίσκει τον άτυχο Καλτεζά στο κεφάλι. Το συμβάν σημειώθηκε στη συμβολή των οδών Στουρνάρη και Μποτάση. Ο Καλτεζάς θα αφήσει την τελευταία του πνοή λίγη ώρα αργότερα.
Ο τότε υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης Μένιος Κουτσόγιωργας και ο υφυπουργός Θανάσης Τσούρας υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους για λόγους ευθιξίας. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου δεν τις αποδέχεται. Αμέσως μετά τον θάνατο του Καλτεζά, καταλήφθηκε από αναρχικούς σε ένδειξη διαμαρτυρίας το παλιό Χημείο στη Σόλωνος και το Πολυτεχνείο. Το πρωί της 18ης Νοεμβρίου δόθηκε η άδεια από την Επιτροπή Πανεπιστημιακού Ασύλου, με πρόεδρο τον πρύτανη Μιχάλη Σταθόπουλο, να μπει η Αστυνομία στο Χημείο.
Η εισβολή έγινε με χρήση δακρυγόνων, για πρώτη φορά μετά το 1976, και οι αστυνομικοί συνέλαβαν 37 άτομα τα οποία ξυλοκόπησαν, ενώ λίγοι κατάφεραν να διαφύγουν και να φτάσουν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου μέσα από τους υπονόμους. Αυτή ήταν και η πρώτη άρση ασύλου από την επίσημη θεσμοποίησή του το 1982. Τα επεισόδια στην Αθήνα συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.
Ενδεικτική είναι η περιγραφή του δημοσιογράφου Γιάννη Κανελλάκη ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας στο περιστατικό. «Έτρωγαν σουβλάκια με τη στολή τους και με τα όπλα σαν καουμπόηδες. Είναι δυνατόν; Πάνε στην πλατεία Εξαρχείων σε σουβλατζίδικο και μάλιστα σε τέτοιες μέρες, τέτοιες ώρες;». Την επομένη της δολοφονίας, οι εφημερίδες δημοσιεύουν τη φωτογραφία με το άψυχο κορμί του Καλτεζά. Από πάνω του, ο Γιάννης Κανελλάκης, ο οποίος κοιτάει έντρομος τον άτυχο νεαρό.