Τι αλλάζει με τον Τζο Μπάιντεν: Καιρίδης – Κατρούγκαλος αρθρογραφούν στο libre για τη μετά Τραμπ εποχή
Το τι επέφερε η θητεία Τραμπ στις διεθνείς σχέσεις γενικά, στη γειτονιά μας ειδικότερα, λόγω και του δόγματος εθνικού απομονωτισμού που πρέσβευε ο απερχόμενος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, είναι ήδη γνωστό.
Αυτό, όμως, που είναι άγνωστο, είναι τι θα αλλάξει ο Τζο Μπάιντεν στα μεγάλα διεθνή μέτωπα που έχει η χώρα του. Τι θα αλλάξει όμως και στις ευαίσθητες, ούτως ή άλλως, ισορροπίες της ανατολικής Μεσογείου, στα ελληνοτουρκικά, για να έλθουμε και στα καθ’ ημάς.
Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δίνουν, μέσω του libre, δύο μέλη του ελληνικού Κοινοβουλίου, με άριστη γνώση των διεθνών θεμάτων:
- ο Δημήτρης Καιρίδης, βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος,
- και ο Γιώργος Κατρούγκαλος, βουλευτής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Δ. Καιρίδης: Η εκλογή Μπάιντεν θα δώσει τέλος στην αμηχανία των ΗΠΑ στη Μεσόγειο
Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν έγινε δεκτή με ανακούφιση στην Ευρώπη και οι περισσότεροι των Ευρωπαίων ηγετών έσπευσαν με ταχύτητα να τον συγχαρούν. Ο λόγος είναι απλός: ο Μπάιντεν θέλει τη συνεργασία με την Ευρώπη, υποστηρίζει την ευρωπαϊκή ενοποίηση και αντιτίθεται στον λαϊκιστικό αυταρχισμό που ανθεί στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Του Δημήτρη Καιρίδη*
Αρκετοί, άλλωστε, υποστηρίζουν ότι το ΝΑΤΟ ίσως να μην επιβίωνε μιας δεύτερης θητείας Τραμπ ενώ δεν μπορούσε να αποκλειστεί ένας μετωπικός εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δυο πλευρών του Ατλαντικού.
Πέραν του γενικού αυτού πλαισίου, ως προς τα ελληνο-τουρκικά, η αποχώρηση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο στερεί από τον Ταγίπ Ερντογάν έναν σύμμαχο και μια προσωπική σχέση, με την οποία είχε καταφέρει να μπλοκάρει τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας τόσο για τους S-400 όσο και για το σκάνδαλο της Halkbank, που εμπλέκει και τον ίδιο τον στενό κύκλο του με υποψίες για βρώμικες δοσοληψίες.
Σε αντίθεση με τον Τραμπ, ο Μπάιντεν δεν θα αγνοήσει τη γραφειοκρατία του Στέητ Ντιπάρτμεντ, θεωρώντας την μέρος ενός ύποπτου «βαθέος κράτους». Αντίθετα, θα ακολουθήσει, πιο εύκολα, τις προτάσεις της σε μια στρατηγική ανάσχεσης της τουρκικής επιθετικότητας, η οποία, άλλωστε, έχει προκαλέσει όλους τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή, όπως το Ισραήλ και τις περισσότερες αραβικές χώρες, επιπλέον της Ελλάδας και της Κύπρου.
Αντίστοιχα, ο Μπάιντεν, θα συνεργαστεί πιο στενά με το Κογκρέσο, από όπου προέρχεται, και στο οποίο η «ανάσχεση της Τουρκίας» κερδίζει διαρκώς έδαφος και για την οποία ο ίδιος έχει μιλήσει πολλές φορές στο παρελθόν.
Επιπλέον, ο Μπάιντεν είναι, κατά βάση, διεθνιστής και όχι απομονωτιστής όπως ο Τραμπ. Θέλει, με άλλα λόγια, τις ΗΠΑ να είναι ενεργά παρούσες στο διεθνές προσκήνιο, για να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους και, όπου είναι δυνατόν, και τις αρχές τους.
Η έμφαση αυτής της «αμερικανικής επιστροφής» θα δοθεί αναμφίβολα στην Ασία, όπου η άνοδος της Κίνας είναι η πιο μεγάλη πρόκληση για την αμερικανική εξωτερική πολιτική του 21 ου αιώνα. Όμως, και στη Μεσόγειο, η εκλογή Μπάιντεν θα δώσει ένα κάποιο τέλος στην παρατεταμένη γεωστρατηγική αμηχανία και σύγχυση των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.
Τη σύγχυση αυτή την πλήρωσαν πρώτα οι Κούρδοι (της Συρίας), που εγκαταλείφθηκαν στα χέρια των Τούρκων, και, πιο πρόσφατα, οι Αρμένιοι. Το τελευταίο διάστημα, ο Ερντογάν φάνηκε να ζυγίζει τις επιλογές του έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Μια δεύτερη θητεία Τραμπ ίσως να τον αποθράσυνε ακόμα περισσότερο. Τώρα, θα πρέπει να προσαρμοστεί σε μια εξέλιξη που σίγουρα δεν ήθελε. Άλλωστε, μόνο τυχαία δεν ήταν η ταχύτητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να συγχαρεί τον Μπάιντεν, σε αντίθεση με τη δυστοκία του Ερντογάν.
*Ο Δημήτρης Καιρίδης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και βουλευτής Βόρειου Τομέα Αθηνών, της Νέας Δημοκρατίας
Γ. Κατρούγκαλος: Η εκλογή Μπάιντεν σηματοδοτεί θετική ευκαιρία, υπό τον όρο ότι θα σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματά
Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τις ΗΠΑ και τη διεθνή κοινότητα. Όπως τόνισε και ο Αλέξης Τσίπρας στη συγχαρητήρια επιστολή του, υπάρχει βάσιμη ελπίδα για την ενδυνάμωση κατά την Προεδρία του της πολυμερούς διπλωματίας και του σεβασμού του διεθνούς δικαίου, ειδικά στο πεδίο της κλιματικής αλλαγής και του ελέγχου των εξοπλισμών, καθώς και για την επαναφορά των σχέσεων ΗΠΑ-ΕΕ σε πιο ισορροπημένη βάση.
Του Γιώργου Κατρούγκαλου*
Στην επιστολή τονίστηκε ότι σήμερα χρειαζόμαστε προοδευτικές ηγεσίες που να δίνουν προοδευτικές, αποφασιστικές λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. O ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα έχει στηρίξει σταθερά τις αριστερές δυνάμεις του Δημοκρατικού Κόμματος, όπως και τα κινήματα των ΗΠΑ, και για αυτό το λόγο ήδη πριν από τις εκλογές υποστήριξε ότι θα αποτελούσε θετική εξέλιξη η νίκη του Μπάιντεν, γνωρίζοντας ταυτόχρονα και τα όρια αυτής της επιλογής.
Ως Πρόεδρος ο Τζο Μπάιντεν είναι αναμενόμενο ότι θα συνεχίσει αρκετές από τις επιλογές της Προεδρίας Ομπάμα. Έχει δεσμευθεί ότι θα επανεντάξει τις ΗΠΑ στη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, από την οποία αποχώρησε και τυπικά στις 4/11. Έχει δηλώσει ότι βλέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «αναντικατάστατο εταίρο πρώτης κατηγορίας».
Φέρεται δε να είναι πιο «σκληρός» απέναντι στη Ρωσία από ό,τι ο Πρόεδρος Τραμπ και λιγότερο αντιπαραθετικός με την Κίνα. Ωστόσο η πορεία των αμερικανοκινεζικών σχέσεων θα αποτελέσει τη μεγάλη πρόκληση του μέλλοντος ανεξαρτήτως Administration, ενώ η επιστροφή σε αμερικανορωσικές διαπραγματεύσεις για έλεγχο συμβατικών και πυρηνικών εξοπλισμών πρέπει να θεωρείται πιθανή.
Έχει ασκήσει κριτική στα σχέδια προσάρτησης τμημάτων της Δυτικής Όχθης στο Ισραήλ, όπως και όλοι σχεδόν οι Δημοκρατικοί βουλευτές, με προεξάρχουσες την (παλαιστινιακής καταγωγής) Ράσιντα Τλιμπ και την Ιλχαν Ομάρ της «σκουάντ». Ωστόσο, η αναβάθμιση της διεθνούς θέσης του Ισραήλ, ιδίως στον Αραβικό κόσμο, δημιουργεί νέα δεδομένα που διαφέρουν ριζικά από την εποχή της πρωτοβουλίας Kerry.
Έχει επίσης αναγγείλει πρόσφατα ότι εάν το Ιράν επιστρέψει σε αυστηρή συμμόρφωση με την πυρηνική συμφωνία (JCPOA), οι ΗΠΑ θα επανέλθουν σε αυτή, «ως αφετηρία για επόμενες διαπραγματεύσεις», που θα καλύψουν ένα ευρύτερο φάσμα θεμάτων, όπως περιορισμούς στο πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων της Τεχεράνης.
Στα καθ’ ημάς, έχει ασκήσει κριτική στον Πρόεδρο Ερντογάν, αποκαλώντας τον μάλιστα τον περασμένο Δεκέμβριο «αυταρχικό». Ενδέχεται συνεπώς μια Προεδρία Μπάιντεν να δώσει πιο αποφασιστικά μηνύματα σε σχέση με τους S-400, τις τουρκορωσικές σχέσεις ή τον ρόλο της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή, αλλά είναι ασαφές ποια στάση θα πάρει στην Ανατολική Μεσόγειο, πέραν της φραστικής καταδίκης και των συμβολικών κινήσεων που έχουμε ήδη δει από το Στέιτ Ντηπάρτμεντ.
Για αυτόν τον λόγο, η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει τα κεκτημένα που εξασφάλισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (το στρατηγικό διάλογο, το πλαίσιο 3+1 με το Ισραήλ, την EastMed Act και γενικότερα την υποστήριξη του Κογκρέσου) πολύ καλύτερα απ’ ότι αξιοποίησε την αναθεώρηση της Συμφωνίας Στρατιωτικής Συνεργασίας, ούτως ώστε να διεκδικήσει μια πολύ πιο αποφασιστική στάση από τη Ουάσιγκτον απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, με στόχο να καθίσει η Τουρκία στο τραπέζι χωρίς εκβιασμούς.
Το πλαίσιο και η αναβάθμιση της διμερούς συνεργασίας με την υπερδύναμη εξασφαλίσθηκε κατά τη διακυβέρνηση μας στη βάση μιας λογικής σύγκλισης συμφερόντων και αμοιβαιότητας. Στη λογική αυτή και όχι εκείνη του «προκεχωρημένου φυλακίου» πρέπει να επιστρέψουμε, αξιοποιώντας βέβαια την παρουσία στον Προεδρικό θώκο ενός ανθρώπου που έχει όντως εργαστεί για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και γνωρίζει τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου.
Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας την παλαιά αντίληψη της νέας ελληνικής δεξιάς περί «πιστού και προβλέψιμου συμμάχου» που είδαμε πού οδήγησε: κατά την επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ παραχωρήσαμε διευκολύνσεις σε ελληνικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις χωρίς ανταλλάγματα, υπαναχωρήσαμε από πάγιες θέσεις της χώρας, ενώ την περίοδο που ακολούθησε ο Πρόεδρος Τραμπ άφησε στρατηγικό χώρο στην Τουρκία σε όλη την περιοχή, χωρίς να βάζει όρια στην επιθετικότητα της απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο.
Συμπέρασμα:
- η εκλογή Μπάιντεν σηματοδοτεί μια θετική ευκαιρία, τόσο στις διεθνείς εξελίξεις όσο και στα εθνικά μας θέματα. Για να την αξιοποιήσουμε όμως επαρκώς, πρέπει να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματά μας προσεκτικά και στο πλαίσιο μιας συγκροτημένης στρατηγικής, που αυτή τη στιγμή λείπει.
*Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, τομεάρχης Εξωτερικών και βουλευτής Βόρειου Τομέα Αθηνών, του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία