Η αστυνομία στα Πανεπιστήμια: Τρεις πανεπιστημιακοί “συγκρούονται” για τα νέα μέτρα
Λες και έτοιμη από καιρό η κυβέρνηση, μετά το καταδικαστέο περιστατικό με την φασίζουσα επίθεση τον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, εξήγγειλε μέτρα στα Πανεπιστήμια, των οποίων η φύση τους έχει ως κυρίαρχο στοιχείο την αστυνομοκρατία.
Τα μέτρα θα κινούνται σε τρεις άξονες:
- 24ωρη αστυνόμευση των ιδρυμάτων μέσα από την ίδρυση ενός ειδικού σώματος που θα εδρεύει στις σχολές και θα ζητάει τη συνδρομή της Αστυνομίας.
- Αυστηροποίηση των ποινών για αδικήματα που τελούνται μέσα στα ακαδημαϊκά ιδρύματα.
- Αναβάθμιση των μέτρων ασφαλείας στα κτίρια των σχολών.
Ωστόσο, όπως συμβαίνει στις δημοκρατίες οι ανακοινώσεις της εκάστοτε διακυβέρνησης βρίσκουν τόσο πολέμιους όσο και υποστηρικτές.
Έχει όμως ξεχωριστό ενδιαφέρον να διαβάσουμε τι λένε τρεις άνθρωποι που βρίσκονται εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, τρεις πανεπιστημιακοί οι οποίοι μίλησαν στο sputniknews.gr. Πρόκειται για τους Θεόδωρος Φορτσάκης, Γιώργο Πλειό, Χρήστο Φραγκονικολόπουλο.
Ως άνθρωπος προς άνθρωπο αγαπητέ Θεόκλητε
«Τα μέτρα της κυβέρνησης είναι προς τη σωστή κατεύθυνση»
Ο Θεόδωρος Φορτσάκης, πρώην πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών και πρώην βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας είναι αναφανδόν υπέρ των μέτρων. Τα πράγματα για τον ίδιο είναι ξεκάθαρα: «H βία ενδημεί πολλά χρόνια στα ελληνικά πανεπιστήμια. Η εικόνα προπηλακισμού του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ είναι εξευτελιστική για τον ίδιο, για το Ελληνικό Πανεπιστήμιο ως θεσμό, για αυτούς που το έπραξαν, για το κράτος μας ολόκληρο, για την Πολιτεία. Όμως, βίαια επεισόδια είχαμε και πολύ παλιότερα.
Ο κ. Κίττας, πρύτανης, πριν από κάποια χρόνια, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ξυλοκοπήθηκε αγρίως με λοστό και παρέμενε στην εντατική για πολλές ημέρες. Εγώ ως πρύτανης δέχθηκα πάρα πολύ μεγάλη βία και όχι μόνο με ακατανόμαστες ύβρεις αλλά με ακινητοποίηση μέσα στο γραφείο μου, με επίθεση στο σπίτι μου, στο ιδιωτικό μου γραφείο. Πολλοί καθηγητές έχουν βιώσει bullying όλα αυτά τα χρόνια.
Είναι μια κατάσταση που δημιουργείται από πολύ λίγους, αλλά τελικά δεν επιτρέπει στο πανεπιστήμιο να λειτουργήσει. Βλέπουμε ακόμα και έντονη βία ανάμεσα σε φοιτητές από διαφορετικές παρατάξεις. Όταν εμείς όμως ως φοιτητές αποκαλούσαμε κάποιον “χουντικό” ή “φασίστα”, το λέγαμε σε ανθρώπους που ήταν αποδεδειγμένα τέτοιοι. Οι λέξεις είχαν το νόημά τους. Δεν χτυπούσαμε καθηγητές, δεν προπηλακίζαμε. Το φοιτητικό κίνημα εκφραζόταν από τους ίδιους τους φοιτητές, όχι από εξωπανεπιστημιακούς.
Πρέπει λοιπόν να υπάρξουν ρυθμίσεις.
Καταρχάς, ο έλεγχος εισόδου: να μπαίνουν μόνο φοιτητές, καθηγητές, προσκεκλημένοι. Το πανεπιστήμιο να έχει πόρτες ανοιχτές, αλλά μόνο σε αυτούς που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στη λειτουργία του. Στη Σορβόννη που έχω διδάξει επί 15 χρόνια δεν μπορούσα να πάνω ούτε σε διπλανό κτίριο από αυτό που δίδασκα χωρίς άδεια του πρύτανη. Ο έλεγχος μπορεί να γίνεται δειγματοληπτικά, αρκεί να είναι θεσμοθετημένος».
Σύμφωνα με τον κ. Φορτσάκη, αυτό που άλλαξε η τωρινή κυβέρνηση με την κατάργηση του ασύλου είναι η παρέμβαση της αστυνομίας όταν συμβαίνει ένα έγκλημα μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα. «Αυτό προκύπτει από τις ίδιες τις διατάξεις του δικαιϊκού μας συστήματος. Κατά τα άλλα, δεν είναι δουλειά της Αστυνομίας η φύλαξη των πανεπιστημίων. Προσωπικά, ουδέποτε ως πρύτανης κάλεσα την αστυνομία. Δεν είναι και ρεαλιστική εκ των πραγμάτων, η ενεργοποίησή της. Θα μπορούσε ο πρύτανης της ΑΣΟΕΕ να καλέσει την αστυνομία ενώ του κρεμούσαν την ταμπέλα στον λαιμό; Είναι πολύ πιο λογικό λοιπόν να ιδρυθεί ένα πανεπιστημιακό σώμα που θα είναι επιφορτισμένο με τη διατήρηση της ειρήνης στα ιδρύματα. Αυτό το σώμα θα πρέπει να ανήκει στο πανεπιστήμιο και να διασφαλίζει ότι καμία ομάδα κουκουλοφόρων δεν θα μπορεί να φτάνει μέχρι το γραφείο του πρύτανη.
Θα πρέπει επίσης να ενεργοποιηθούν οι κυρώσεις -όσοι προβαίνουν σε βανδαλισμούς κι άλλες πράξεις βίας, να περνούν από πειθαρχικό του πανεπιστήμιου. Όποιος κάνει τη ζημιά να την πληρώνει. Να μην μπορεί κάποιος να σπάει ατιμώρητος κάτι που οι Έλληνες πολίτες το έχουν πληρώσει με το αίμα και τον ιδρώτα τους.
Τέλος, πρέπει να υπάρξει αποκομματικοποίηση των παρατάξεων. Δηλαδή: ναι στην πολιτική δράση των φοιτητών, αλλά όχι στην κομματικοποιημένη ενσάρκωσή της. Θα πρέπει δηλαδή να ενεργοποιηθεί η διάταξη 16 παρ. 5 του Συντάγματος. Το άρθρο προβλέπει την ψήφιση ενός νόμου που να οργανώνει τη φοιτητική εκπροσώπηση. Ο λόγος που δεν ψηφίζεται ο νόμος είναι γιατί όλα τα κόμματα έχουν εγκαθιδρύσει τις κομματικές νεολαίες τους μέσα στο πανεπιστήμιο. Σε πολλές περιπτώσεις γίνονται αλισβερίσια ανάμεσα σε κομματικές νεολαίες καθηγητές και πολιτικά κόμματα».
Και πόσο εύκολο είναι να εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα; Για τον ίδιο, χρειάζεται η μέγιστη δυνατή συναίνεση στο πανεπιστήμιο και οι αποφάσεις που θα παρθούν για τα μέτρα να γίνουν προσεκτικά. «Μπορεί να ξεκινήσουν με έναν πειραματισμό στην αρχή και τμηματικά. Επίσης, δεδομένου ότι η βία είναι σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο, τα μέτρα πρέπει να ιδωθούν μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αναδιοργάνωσης της Παιδείας, να μη δούμε τα πανεπιστήμια απομονωμένα. Μεγάλο μέρος της βίας ξεκινάει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση».
«Μοιάζει σαν “λύση” έτοιμη από καιρό»
«Προκαλεί εντύπωση ότι σε μια περίοδο κατά την οποία η διά ζώσης παρουσία φοιτητών στα πανεπιστήμια είναι εξαιρετικά μειωμένη λόγω της από απόστασης εκπαίδευσης, με αφορμή ένα απεχθέστατο ακαδημαϊκά, ηθικά και πολιτικά περιστατικό, η κυβέρνηση σε χρόνο ρεκόρ, προτείνει επεξεργασμένη πρόταση για πανεπιστημιακή αστυνομία και συνοδευτικά μέτρα» μας λέει με τη σειρά του ο Γιώργος Πλειός, καθηγητής και πρόεδρος στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Για τον ίδιο, όσα ανακοίνωσε επί του θέματος ο Κυριάκος Μητσοτάκης μοιάζουν με «λύση» σαν «έτοιμη από καιρό», η οποία περίμενε την ευκαιρία της. Όπως το θέτει: «Η χρήση κρατικής βίας όπου εκδηλώνονται κοινωνικά προβλήματα ή αντιδράσεις είναι η ενδεδειγμένη κατά τους νεοσυντηρητικούς. Θεωρούν κακό εκ φύσεως τον άνθρωπο, ιδιαίτερα τον νέο, ο οποίος με αυστηρότητα, πειθαρχία, και πειθαναγκασμό θα μπει στον “δρόμο της αρετής” που ίδιοι πιστεύουν φανατικά ότι ακολουθούν.
Σε επίπεδο υπηρεσιακής διαχείρισης πάντως, εντύπωση προκαλεί και το γεγονός ότι οι δράστες του απεχθούς περιστατικού παρά το ότι πρέπει να άφησαν πλήθος ιχνών, ακόμα αναζητούνται».
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα προτεινόμενα μέτρα, ο ίδιος λέει ότι προβληματίζει και το γεγονός πως αντί η κυβέρνηση να κάνει χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει το άρθρο 64 και ειδικότερα το εδαφίου 3. του ν. 4623/2019 που η ίδια εισήγαγε (σ.σ. κατάργηση πανεπιστημιακού ασύλου) καταλήγει να ζητά μεγαλύτερη αστυνομικοποίηση. Όπως αναρωτιέται ο κος Πλειός: «Τελικά μήπως για κάποιους το ζητούμενο δεν είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων αλλά η διαρκώς μεγαλύτερη αστυνομικοποίηση (και) της πανεπιστημιακής ζωής; Το σκεπτικό που συνοδεύει την πρόταση αστυνομικοποίησης των πανεπιστημίων εκπορεύεται από πολιτικό φορέα του οποίου στελέχη συμμετείχαν και ενθάρρυναν απεχθείς πράξεις εντός πανεπιστημίων και σχολείων κατά το απώτερο αλλά και πιο πρόσφατο παρελθόν. Συνεπώς λίγο μεγαλύτερη αυτοκριτική είναι επιβεβλημένη».
«Πρέπει οι πανεπιστημιακοί να αναλάβουμε την ευθύνη μας»
Για τον Χρήστο Φραγκονικολόπουλο, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και ΜΜΕ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, τo ζητούμενο είναι τα ίδια τα πανεπιστήμια και οι διοικήσεις τους να απομονώσουν όσους αντιμετωπίζουν το πανεπιστήμιο ως… τσιφλίκι τους. Όπως εξηγεί: «Υπάρχουν πολλές προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι κατά καιρούς, όπως η διαγραφή φοιτητών/τριών, η υποχρεωτική εισόδου στο πανεπιστήμιο με κάρτα και η δημιουργία μηχανισμών ασφάλειας και προστασίας από τα ίδια τα πανεπιστήμια. Οι προτάσεις αυτές ενδέχεται να τροφοδοτήσουν και να νομιμοποιήσουν τον αυταρχισμό μέσα στα πανεπιστήμια.
Από την άλλη όμως, πώς αντιμετωπίζεις ομάδες που προσπαθούν να επιβάλλουν τη βία και την ανομία εντός των πανεπιστημίων; Η παθητική αποδοχή αυτής της κατάστασης είναι προβληματική και ειδικότερα σε μία περίοδο όπου οι κάθε είδους φανατικοί επιχειρούν με τη βία να επιβάλλουν την άποψή τους».
Το ενδιαφέρον είναι πως σύμφωνα με τον κ. Φραγκονικολόπουλο, το ΑΠΘ έχει καταφέρει, εδώ και έναν χρόνο, με τη χρήση των υφιστάμενων υπηρεσιών ασφάλειας, αλλά και με αποφασιστικότητα, να εκδιώξει από τους χώρους του πανεπιστήμιου τα παραβατικά άτομα.
«Εδώ, όμως, θέλω να επισημάνω και το ρόλο των ΜΜΕ. Τα κακά νέα (καταλήψεις, ταραχές, βία) συγκεντρώνουν τα φώτα της δημοσιότητας. Είναι καιρός να αντιληφθούμε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν μιλούσατε και για τα θετικά των πανεπιστημίων, όπως για παράδειγμα την έρευνα και την αξιολόγηση των καθηγητών, την παρουσία και τον σεβασμό που έχουν τα πανεπιστήμια μας στο εξωτερικό.
Είναι τυχαίο που ο κ. Μπουραντώνης είναι πρύτανης ενός από τα καλύτερα πανεπιστήμια που σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα και την Ευρώπη; Αυτό πού θα το συζητήσουμε, να το αναδείξουμε; Μήπως όταν αναδείξουμε τον αγώνα που κάνουμε καθημερινά για να αυξήσουμε και να ενισχύσουμε την ποιότητα των σπουδών και της έρευνας που προσφέρουμε, μήπως, ρωτάω, τότε απομονώσουμε όλες αυτές τις φωνές (πολιτικές, μιντιακές) που χαϊδεύουν τέτοιες πράξεις ως “προοδευτικές” και “ακτιβιστικές”;
Βέβαια, πρέπει κάποτε, κι εμείς οι πανεπιστημιακοί, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, να πολεμήσουμε τη διστακτικότητα με την οποία εδώ και δεκαετίες αντιμετωπίζουμε τις καταλήψεις και τους βανδαλισμούς εντός των πανεπιστημίων μας.
Αυτό απαιτεί αναστοχασμό και στη συνέχεια απάντηση στο ερώτημα “σε ποιο βαθμό και γιατί η δική μας ανοχή επέτρεψε την καλλιέργεια και εδραίωση τέτοιων συμπεριφορών;” Η διασφάλιση της ποιότητας των όσων κάνουμε απαιτεί και την απομόνωση όσων επενδύουν στη βία. Αυτό απαιτεί και τη δική μας και μόνο τη δική μας συμμετοχή στην προστασία των πανεπιστημίων».