Το κοινωνικό κράτος ως εισβολή στην προσωπική ζωή
Η ενεργοποίηση του κράτους προς όφελος της οικονομίας των αγορών, με την έννοια της αποτελεσματικότητας του στην ροή, με συγκεκριμένους τρόπους και πολιτικές, των πόρων από την κοινωνία στις αγορές, συνιστά, μεταξύ των άλλων, κατά τον Μ.Φρίντμαν, τον σκληρό πυρήνα της μεγιστοποίησης των κερδών του κεφαλαίου και της ενδυνάμωσης της ατομικής ελευθερίας. Αντίθετα, η διεύρυνση του κράτους και του ρόλου του με συγκεκριμένες πολιτικές και παρεμβάσεις στη παραγωγή και την αναδιανομή του πλούτου, περιορίζει, κατά τον Μ.Φρίντμαν, την ατομική ελευθερία, αποτελώντας κατά την αντίληψη του, εισβολή στη προσωπική ζωή του ατόμου.
Των Σάββα Γ. Ρομπόλη, Βασίλειου Γ. Μπέτση*
Όμως, οι νεοφιλελεύθερες αυτές υποθέσεις του Μ.Φρίντμαν, στη πραγματικότητα των συνθηκών της κεφαλαιακής συσσώρευσης (άνιση οικονομική και κοινωνική θέση του κεφαλαίου και της εργασίας στο σύστημα των παραγωγικών σχέσεων) αποδεικνύονται λανθασμένες, δεδομένου ότι το σύστημα της αγοράς δεν αποτελεί απλά ένα μέσο ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών. Αποτελεί ένα μηχανισμό διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου χωρίς ταυτόχρονα να φθείρεται η ελάχιστη φυσιολογική ικανότητα της εργατικής δύναμης, προσδιορίζοντας, μεταξύ των άλλων, τους όρους αναπαραγωγής της εργασίας, το πλαίσιο και τις προϋποθέσεις ως διαπραγματευόμενης κοινωνικο-οικονομικά παραγωγικής δύναμης τα εργασιακά, κοινωνικά, κ.λ.π. δικαιώματα.
Έτσι, επιχειρήσεις και νοικοκυριά αναπαράγονται άνισα, σ΄ένα όμως κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο συλλογικών και κοινωνικών ευθυνών, παρά την υπόθεση της ατομικότητας των κερδών και της συλλογικότητας των ζημιών του Μ.Φρίντμαν. Κι΄αυτό γιατί στη πραγματικότητα της κεφαλαιακής συσσώρευσης η ύπαρξη και η λειτουργία των μηχανισμών παραγωγής και κατανομής των πόρων, αποτυπώνουν ουσιαστικά τις ταξικές σχέσεις της αναπαραγωγικής διαδικασίας, προσδίδοντας σ΄αυτήν οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις.
Κατά συνέπεια στις συνθήκες αυτές, η σύσταση και η εξέλιξη του κοινωνικού κράτους αποδεικνύεται ότι δεν αποτελεί εισβολή στη προσωπική ζωή και απειλή της ατομικής ελευθερίας.
Αποτελεί, στον βαθμό που το αφορά, μία λειτουργία «οικονομικού ελέγχου» στην διαδικασία αναπαραγωγής και συσσώρευσης του κεφαλαίου και μία λειτουργία «κοινωνικού ελέγχου» στη διαδικασία διατήρησης της ελάχιστης φυσιολογικής ικανότητας της εργατικής δύναμης. Έτσι, η δημόσια και κοινωνική διαχείριση του κράτους-πρόνοιας διαμορφώνει έναν από τους όρους ύπαρξης και συσσώρευσης του παραγόμενου πλούτου (Ζ.Μπρυνόφ, 1983), επιδιώκοντας την ελαχιστοποίηση της υλικής ανασφάλειας και αβεβαιότητας τους και ταυτόχρονα τον περιορισμό της αμφισβήτησης της κυριαρχίας του κεφαλαίου.
Αντίθετα, στο βιβλίο του Μ.Φρίντμαν «Καπιταλισμός και Ελευθερία», ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι « το σημαντικότερο σύνολο μέτρων που αποσκοπούν στη προαγωγή της « πρόνοιας» είναι το πακέτο που ονομάζεται παραπλανητικά « κοινωνική ασφάλιση»…..
Παρά την αντιπαράθεση που προκάλεσε η δημιουργία της, θεωρείται πλέον τόσο δεδομένο ώστε σχεδόν δεν αμφισβητεί πια κανείς ότι είναι επιθυμητή.
Περιλαμβάνει ωστόσο μία μεγάλης κλίμακας εισβολή στη προσωπική ζωή μεγάλου τμήματος του έθνους, χωρίς εξ όσων μπορώ να δω, καμία δικαιολόγηση έστω και ελάχιστα πειστική, όχι μόνο βάσει των φιλελεύθερων αρχών, αλλά σχεδόν και όλων των άλλων».
Στο πλαίσιο αυτό, « θα μπορούσε να απαιτείται από κάθε άτομο να πληρώνει το ίδιο για τη πρόσοδο του. Θα μπορούσε να επιτρέπεται στο άτομο να αγοράζει πρόσοδο από ιδιωτικές εταιρείες, αλλά θα μπορούσε και να απαιτείται από το άτομο να αγοράζουν καθορισμένες προσόδους. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να δραστηριοποιείται στον τομέα της πώλησης προσόδων, χωρίς να αναγκάζει τα άτομα να αγοράζουν καθορισμένες προσόδους και να απαιτεί η πώληση προσόδων να είναι αυτοσυντηρούμενη δραστηριότητα. Και προφανώς, η κυβέρνηση μπορεί να κάνει αναδιανομή χωρίς να χρησιμοποιεί τη μέθοδο των προσόδων».
Οι αντιλήψεις αυτές του Μ.Φρίντμαν όπου εφαρμόστηκαν πειραματικά και βίαια στη Λατινική Αμερική και μετά το 1990 επεκτάθηκαν και σε άλλες χώρες (π.χ. Βαλτικές χώρες) με αρνητικά, από οικονομική και κοινωνική άποψη, αποτελέσματα, θα απαιτηθεί στο μείγμα κράτους-αγορών (π.χ. κράτη-μέλη Ευρωπαϊκής Ένωσης) το κοινωνικό κράτος να είναι περισσότερο προσανατολισμένο σε ρόλο συμπληρωματικής πηγής χρηματοδότησης, με διάφορους τρόπους, της διαδικασίας συσσώρευσης του κεφαλαίου και λιγότερο σε ρόλο διαρκούς και δυναμικής ικανοποίησης των κοινωνικο-ασφαλιστικών αναγκών του πληθυσμού.
Έτσι, η σχετική ισορροπία μεταξύ αγορών και πολιτικής ανατρέπεται με τις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις του Μ.Φρίντμαν σε βάρος της πολιτικής και του κοινωνικού κράτους, το οποίο συρρικνώνεται στην διευρυνόμενη και ενισχυόμενη από τις αγορές παγκοσμιοποίηση, εισβάλλει και απειλεί ανησυχητικά τη προσωπική ζωή, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την προοπτική αύξησης των ανισοτήτων και διεύρυνσης της φτωχοποίησης του πληθυσμού.
*Ομότ.Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου, Υποψ. Διδάκτορα Παντείου Πανεπιστημίου