“Βάζει φωτιά” στις προεδρικές εκλογές ο θάνατος της Γκίνσμπεργκ- Στο στόχαστρο Τραμπ το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ
Ο θάνατος της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, μέλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έδωσε νέο περιεχόμενο στην προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές αλλά και την ανάδειξη του ενός τρίτου των μελών της Γερουσίας, η οποία είναι το σώμα που επικυρώνει τους διορισμούς του προέδρου. Σχετική είναι η ανάλυση του Αποστόλη Ζουπανιώτη στην έγκυρη ομογενειακή εφημερίδα και ιστοσελίδα Greek News.
Ο συσχετισμός δυνάμεων στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι 5 – 4 υπέρ των συντηρητικών, όμως φορές ο πρόεδρος Τζον Ρόμπερτ συντάσσεται με την προοδευτική πτέρυγα σε θέματα που σχετίζονται με προηγούμενες αποφάσεις του τις οποίες υπερσυντηρητικοί επιχειρούν να ανατρέψουν μόνο με ιδεολογικά επιχειρήματα. Αν – όπως ήδη ανακοίνωσε ότι θα πράξει – ο πρόεδρος Τραμπ διορίσει ακόμη ένα υπερσυντηρητικό μέλος και η Γερουσία επικυρώσει τη8ν επιλογή, θα σημειωθεί μία τεράστια ανατροπή (ή εκτροπή) με διαστάσεις επανάστασης στην αμερικανική κοινωνία. Βεβαίως αν και όλοι βλέπουν το προφανές – εκτρώσεις – Obamacare – το σοβαρότερο είναι οι αλλαγές που θα γίνουν υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων – του 1% του λαού – και σε βάρους της πλειοψηφίας των μκρών και μεσαίων.
Το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν 50 μέρες πριν τις εκλογές δραματοποιεί τα πράγματα και επικαλύπτει οποιοδήποτε άλλο θέμα στην πολιτική ατζέντα.
Πριν τέσσερα χρόνια, όταν απεβίωσε το μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αντονίν Σκαλία, ο Μπαράκ Ομπάμα έστειλε στη Γερουσία τον Μάρτιο του 2016 την υποψηφιότητα του Μέρικ Γκάρλαντ. Ωστόσο, ο επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ πάγωσε την υποψηφιότητα, λέγοντας ότι δεν είναι σωστό να επιλέγει ο πρόεδρος μέλη του Ανωτάτου σε έτος εκλογών. Τελικά την θέση πλήρωσε επιλογή του προέδρου Τραμπ.
Αυτή τη φορά όμως για τον ρεπουμπλικανό επικεφαλής της πλειοψηφίας ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Ετσι, το βράδυ της Παρασκευής σημείωσε ότι θα προωθήσει την διαδικασία επικύρωσης του υποψηφίου τον οποίο θα παρουσιάσει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.
«Είχαμε υποσχεθεί να συνεργαστούμε με τον πρόεδρο Τραμπ και να υποστηρίξουμε το πρόγραμμά του», συμπεριλαμβανομένων «των εξαίρετων επιλογών του για την πλήρωση θέσεων ομοσπονδιακών δικαστών. Για άλλη μια φορά, θα τηρήσουμε την υπόσχεσή μας», είπε ο γερουσιαστής Μακόνελ, διευκρινίζοντας ότι προτίθεται να στείλει την υποψηφιότητα στην ολομέλεια της Γερουσίας πριν τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.
Από την άλλη ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι θα προτείνει υποψήφιο πιθανόν την προσεχή εβδομάδα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα είναι γυναίκα.
«Θα έχουμε μια υποψηφιότητα πολύ γρήγορα. Θέλουμε να τηρήσουμε τη διαδικασία και νομίζω ότι θα ολοκληρωθεί πολύ γρήγορα.
Όταν του επισημάνθηκε πως το 2016 η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Γερουσία αρνήθηκε να εξετάσει τον υποψήφιο του προέδρου Ομπάμα, ο Τραμπ είπε αυτό παθαίνεις όταν χάνεις τις εκλογές, προφανώς ξεχνώντας ότι ο Μπαράκ Ομπάμα δεν ήταν υποψήφιος καθώς είχε ολοκληρώσει τις δύο θητείες του.
Οι πληροφορίες φέρουν τον πρόεδρο Τραμπ να έχει στην κορυφή του καταλόγου 45 υποψηφίων για τη θέση, τις ομοσπονδιακές εφέτες Amy Coney Barrett και Barbara Lagoa, που θα ανατρέψουν την απόφαση για τις εκτρώσεις και θα ακυρώσουν το Obamacare.
Οι επιλογές των δημοκρατικών ως μειοψηφία στη Γερουσία περιορίζονται στο να καθυστερήσουν όσο περισσότερο μπορούν τη διαδικασία, καθώς το 2017 οι Ρεπουμπλικανοί επικαλούμενοι αλλαγή των κανονισμών και κατάργηση του filibuster από τον Τζακ Ριντ, το 2013, για την εκλογή ομοσπονδιακών δικαστών, το εφάρμοσαν καθολικά για όλους τους διορισμούς. Ετσι, για να μπορέσουν οι δημοκρατικοί να σταματήσουν την διαδικασία χρειάζονται 4 ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές. Υπάρχουν αρκετοί Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές που είναι μετριοπαθείς, θέλουν να φανούν συνεπείς με τη στάση που τήρησαν το 2016 που εμπόδισαν την εξέταση του υποψηφίου του Ομπάμα, όμως όσοι από αυτούς είναι υποψήφιοι στις 3 Νοεμβρίου, έχουν να συνυπολογίσουν πολλά υπέρ και κατά για την τελική τους στάση. Ιδίως όταν κινδυνεύουν ούτως ή άλλως να χάσουν την έδρα από τους δημοκρατικούς αντιπάλους τους.
Για την ώρα, η γερουσιαστής του Μέιν Σούζαν Κόλινς, δήλωσε την Παρασκευή ότι θα πρέπει η σημερινή Γερουσία να επικυρώσει για την πλήρωση της θέσης της Γκίνσμπουργκ, λίγες μέρες πριν τις εκλογές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα συνταχθεί με τους Δημοκρατικούς στην ψηφοφορία.
Ακόμη μία ευάλωτη γερουσιαστής, η Τζόνι Έρνστ από την Άιοβα, είχε δηλώσει πριν το θάνατο της Γκίνσμπεργκ ότι σε περίπτωση κένωσης θέσης στο Ανώτατο, αυτή θα έπρεπε να πληρωθεί μετά τις εκλογές.
Άλλα μέλη της Γερουσίας που θα μπορούσαν να επηρεαστούν είναι η Lisa Murkowski από την Αλάσκα, ο Chuck Grassley από την Αϊόβα κι ο Μιτ Ρόμνεϊ. Ενώυ ενδιαφέρουσες είναι και οι περιπτώσεις των γερουσιαστών Λαμάρ Αλεξάντερ (Τενεσί) και Πατ Ρόμπερτς (Κάνσας) οι οποίοι δεν είναι ξανά υποψήφιοι και θεωρούνται ως «θεσμικά» πρόσωπα.
Ωστόσο, οι πιέσεις που θα δεχθούν και από τον Λευκό Οίκο, αλλά και την βάση του κόμματός τους, θα είναι πολύ μεγάλη. Ήδη, πολλοί Ρεπουμπλικανοί υποστηρίζουν δημόσια πως θα πρέπει η κενή θέση στο Ανώτατο Δικαστήριο να πληρωθεί από τον πρόεδρο Τραμπ, γιατί αυτό θα κρίνει το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεβρίου.
Όπως ήταν φυσικό, η στάση των Ρεπουμπλικανών προκάλεσε την έντονη αντίδραση της ηγεσίας των δημοκρατικών. Ο επικεφαλής της μειοψηφίας Τσάρλς Σούμερ, από τη Νέα Υόρκη, σε τηλεδιάσκεψη με τους δημοκρατικούς της Γερουσίας είπε πως αν ο Μιτς Μακόνελ κι οι ρεπουμπλικανοί προχωρήσουν με την πλήρωση της θέσης της Ρούθ Γκίνσμπεργκ, όλες οι επιλογές μας θα παραμείνουν ανοιχτές το 2021, αν οι δημοκρατικοί κερδίσουν την πλειοψηφία στη Γερουσία και επιστρέψουν στο Λευκό Οίκο.
Το ίδιο δήλωσε με ανάρτηση στο Τουίτερ, την Παρασκευή, ο γερουσιαστής από τη Μασαχουσέτη Έντ Μέρκι, υπονοώντας ότι θα ανακληθεί το φίλιμπαστερ και θα αυξηθεί ο αριθμός των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Σε δήλωσή του ο δημοκρατικός υποψήφιος για την προεδρία, Τζο Μπάιντεν είπε: «Δεν χωράει καμία αμφιβολία – επιτρέψτε μου να γίνω σαφής – ότι οι ψηφοφόροι θα πρέπει να επιλέξουν τον πρόεδρο και ο (σ.σ. επόμενος) πρόεδρος θα πρέπει να επιλέξει τον δικαστικό που η Γερουσία θα κληθεί να εγκρίνει».
Πηγή: Greek News