Εργαζόμενοι στη μέγγενη: Υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών με πρόφαση τον κοροναϊό
Ολοένα και περισσότεροι εργοδότες επιβάλλουν 5ήμερες άδειες άνευ αποδοχών σε εργαζόμενους που επιστρέφουν από διακοπές, ενώ δεν λείπουν και αυτοί που ζητούν από τους εργαζομένους να υποβληθούν σε προληπτικό τεστ με δικά τους έξοδα πριν επιστρέψουν στην δουλειά.
Παράλληλα εντείνεται η ανησυχία ενός νέου κύματος απολύσεων για το ερχόμενο φθινόπωρο και όλοι φοβούνται το χειρότερο μετά την λήξη της συντομότερης και χειρότερης τουριστικής σεζόν των τελευταίων ετών.
«Μέρα με την μέρα οι καταγγελίες για αυθαίρετες πρακτικές εργοδοτών αυξάνονται. Ολοένα και περισσότεροι εργοδότες ζητούν από τους εργαζόμενούς τους να μπουν σε… ιδιότυπη καραντίνα επιστρέφοντας από τις διακοπές, με 5 μέρες άδεια άνευ αποδοχών. Επειδή ο εξαναγκασμός σε άδεια άνευ αποδοχών είναι παράνομος, υποχρεώνουν τους εργαζόμενους να υπογράψουν σχετικές δηλώσεις, πως δήθεν οι ίδιοι ζητούν την εν λόγω άδεια χωρίς αποδοχές», επισημαίνει ο Γραμματέας Τύπου της ΓΣΕΕ, Δημήτρης Καραγεωργόπουλος.
Αυτή όμως δεν είναι η μοναδική αυθαιρεσία που παρατηρείται. «Έχουμε καταγγελίες για εργοδότες που ζητούν από τους εργαζομένους τους να υποβληθούν σε προληπτικό τεστ Covid-19 με δικά τους έξοδα και να το προσκομίσουν, ώστε να μπορούν να επιστρέψουν στην θέση εργασίας τους», συνεχίζει ο κ. Καραγεωργόπουλος. Οι καταγγελίες για τις αυθαίρετες αυτές πρακτικές προέρχονται από πολλούς και διάφορους κλάδους – λένε οι συνδικαλιστές – όπως εμπορικά καταστήματα, βιοτεχνίες, χώρους γραφείων, callcenter κ.α., έχουν αυξητική τάση μέρα με την μέρα, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι το πρόβλημα θα γίνει πιο αισθητό όσο πλησιάζουμε στο τέλος του Αυγούστου.
Τα προληπτικά τεστ και η τηλεργασία τουλάχιστον μιας εβδομάδας έχουν μπει ήδη από τα μέσα Αυγούστου στη ζωή των εργαζομένων, αρχικά στις ιδιωτικές μονάδες υγείας και στη συνέχεια στις τράπεζες.
Μέχρι στιγμής πάντως δεν υπάρχει ένα γενικής εφαρμογής πρωτόκολλο επιστροφής στο γραφείο – με εξαίρεση τις ευπαθείς ομάδες – υπάρχουν, ωστόσο, συγκεκριμένοι κανόνες που προβλέπονται από την εργατική νομοθεσία. Οι ειδικοί, λένε ότι για την άδεια άνευ αποδοχών σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να την επιβάλλει ο εργοδότης μονομερώς, καθώς αυτό είναι παράνομο.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τον τυχόν εξαναγκασμό του μισθωτού να πάρει επιπλέον άδεια αναψυχής, μετά τις διακοπές του, κατά την περίοδο της «άτυπης καραντίνας». Πρόκειται για άλλη μια αυθαίρετη πρακτική καθώς υπάρχουν καταγγελίες πως εργοδότες ζητούν από μισθωτούς τους να πάρουν έξτρα άδεια αναψυχής για να καλύψουν τις μέρες της άτυπης καραντίνας.
Σε κάθε περίπτωση η λήψη μέτρων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων συνιστά σύμφωνα με το νόμο υποχρέωση του εργοδότη.
Στο πλαίσιο αυτό διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:
Οι εργαζόμενοι που διαγνωστούν θετικοί στον νέο κορονοϊό λαμβάνουν αναρρωτική άδεια, το εύρος της οποίας εξαρτάται από την προϋπηρεσία του μισθωτού. Ειδικότερα, η άδεια λόγω ασθένειας μπορεί να έχει διάρκεια 1 μήνα, για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη ως 4 συνεχόμενα έτη και έως 3 μήνες για υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη περισσότερο από 4 συνεχόμενα έτη. Επίσης η άδεια ασθενείας μπορεί να έχει διάρκεια έως 4 μήνες για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη περισσότερο από 10 συνεχόμενα έτη, ενώ για όσους εργάζονται στον ίδιο εργοδότη από 15 έτη και άνω η ίδια άδεια μπορεί να έχει διάρκεια έως 6 μήνες.
Για τους εργαζόμενους που θεωρούνται δυνητικοί ασθενείς και «ύποπτα περιστατικά» – για παράδειγμα στις διακοπές κάποιος νόσησε από την παρέα – δεν υπάρχει συγκεκριμένη πρόβλεψη. Κατά την άποψη των ειδικών κι εφόσον υπάρχει ιατρική σύσταση για 7ήμερη ή 14ήμερη αποχή από την εργασία, πρέπει να χορηγείται δικαιολογημένη απουσία με την μορφή «προληπτικής» άδειας ασθενείας. Παραδείγματα τέτοιας πρακτικής υπάρχουν. Πρόσφατα ο ΕΟΔΥ χορήγησε άδεια ασθενείας σε συνάδελφο γραμματέα που νόσησε από κορονοϊό, ενώ η ίδια δεν είχε νοσήσει, αλλά το γραφείο έκλεισε με εντολή του ΕΟΔΥ για απολύμανση. Με την ίδια φόρμουλα, οι ειδικοί προτρέπουν στην απομόνωση με άδεια ασθενείας, των συναδέλφων όσων νοσούν.
Όσον αφορά στο προληπτικό μοριακό τεστ, για τους ειδικούς είναι ξεκάθαρο πως το κόστος βαρύνει τον εργοδότη. «Το προληπτικό τεστ δεν μπορεί να γίνει χωρίς την συναίνεση του εργαζόμενου. Εφόσον ο εργαζόμενος συναινέσει, ο εργοδότης υποχρεούται να επιβαρυνθεί το κόστος, καθώς η διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων είναι στην απόλυτη ευθύνη του εργοδότη», παρατηρεί ο κ. Καρούζος και προσθέτει «το δικαίωμα εναντίωσης του εργαζόμενου στο τεστ ασφαλώς θα συνεκτιμηθεί αν η συμπεριφορά του εργοδότη οδηγήσει μέχρι και στην καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Θα συνεκτιμηθεί δηλαδή αν μια ενδεχόμενη απόλυση είναι καταχρηστική ή όχι». Σημαντική πτυχή είναι και τα ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συνδέονται με την ιατρική εξέταση, η διαχείριση των οποίων πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την νομοθεσία.
Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Εργασίας νομοθέτησε μέσω μιας νέας ΠΝΠ ειδικά μέτρα τα οποία ισχύουν οριζόντια για τις ευπαθείς ομάδες στον ιδιωτικό τομέα. Με την εν λόγω ΠΝΠ προβλέφθηκε πως οι εργαζόμενοι μπορούν να ζητήσουν εφαρμογή τηλεργασίας ακόμη και με ένα sms, ενώ οι εργοδότες που δεν συμμορφώνονται με τις νέες διατάξεις και βάζουν σε κίνδυνο την υγεία των εργαζομένων τους, όταν αυτοί ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, κινδυνεύουν με πρόστιμο – φωτιά ύψους 5.000 ευρώ ανά παράβαση.
Το νέο πλαίσιο προβλέπει:
- Εργαζόμενοι που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες μπορούν να εργάζονται με το σύστημα της εξ αποστάσεως εργασίας, κατόπιν αιτήματος τους, που διατυπώνεται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως μέσω τηλεφώνου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή γραπτού μηνύματος κινητού τηλεφώνου.
- Ο εργοδότης οφείλει να αποδεχθεί το αίτημα του εργαζόμενου, εφόσον η εργασία μπορεί να παρασχεθεί εξ αποστάσεως
- Σε περίπτωση που δεν καθίσταται εφικτή η εφαρμογή της εξ αποστάσεως εργασίας, ο εργοδότης λαμβάνει μέτρα, ώστε ο αιτών εργαζόμενος που ανήκει σε ευπαθή ομάδα να μην παρέχει εργασία για την εκτέλεση της οποίας έρχεται σε επαφή με κοινό.
- Αν δεν μπορεί να εφαρμοστεί ούτε αυτό, αν είναι δηλαδή απαραίτητο από την φύση της εργασίας ο εργαζόμενος να έρχεται σε επαφή με κοινό, τότε ο εργοδότης, ως ύστατο μέτρο προστασίας του εργαζόμενου-αιτούντα που ανήκει σε ευπαθή ομάδα, θέτει τη σύμβαση εργασίας του σε αναστολή έως τις 30 Σεπτεμβρίου.
- Για τους εργοδότες, οι οποίοι παρά το αποδεδειγμένο αίτημα του εργαζόμενου, δεν εφαρμόζουν το νέο θεσμικό πλαίσιο, προβλέπεται σημαντικό πρόστιμο, το οποίο ορίστηκε στις 5.000 ευρώ για κάθε παράβαση. Υπενθυμίζεται πως έχει παραταθεί μέχρι και τις 30 Σεπτεμβρίου η δυνατότητα του εργοδότη να εφαρμόζει με απόφασή του –μονομερώς– τηλεργασία.
Με πληροφορίες από ethnos.gr