“Κενό” επικοινωνίας μεταξύ Αθήνας και Βερολίνου- Γιατί δεν βιάζεται να παρέμβει η Μέρκελ;
Θεωρητικώς, μια χώρα που επιθυμεί να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή στην ελληνοτουρκική κρίση θα έπρεπε να σπεύσει από την πρώτη στιγμή να παρέμβει προς την Τουρκία για να αποτρέψει την εκδήλωση ακραίας παραβατικότητας που θα μπορούσε να προκαλέσει ακόμα και “πολεμικό επεισόδιο” μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας συνδεδεμένης χώρας, όταν, μάλιστα, είναι και οι δύο μέλη του ΝΑΤΟ.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, η Άγκελα Μέρκελ θα συνομιλήσει με τον Ταγίπ Ερντογάν εντός της εβδομάδας, αρκετές, δηλαδή, ημέρες μετά την “εισβολή” του Oruc Reis σε ελληνική υφαλοκρηπίδα, κι ενώ η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη διεθνοποιήσει το νέο εξαιρετικά επικίνδυνο κρούσματα τουρκικής επιθετικότητας.
Οι ανακοινώσεις της Κομισιόν και της γερμανικής καγκελαρίας συγκλίνουν στην προτροπή προς τις δύο χώρες να καθήσουν στο τραπέζι του διαλόγου και των διαπραγματεύσεων, κάτι που επανέλαβε ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ που δρα καθ΄ υπόδειξη της Μέρκελ και εκφράζει φλύαρα τις ανησυχίες του για τις εξελίξεις δίχως, όμως, να ψέγει επί της ουσίας τον Ερντογάν για την κλιμάκωση των προκλήσεών του.
Είναι πασιφανές πως η Γερμανία αντιδρά αργά και ίσως δύσθυμα έναντι της Τουρκίας, ενώ ο Ερντογάν σε μια κίνηση τακτικής πρότεινε να πραγματοποιηθεί Σύνοδος των Μεσογειακών Χωρών (υπό γερμανική αιγίδα πιθανώς) με αντικείμενο εμμέσως πλην σαφώς τον διαμοιρασμό των φυσικών πόρων. Σε ανάλογο κλίμα (υπέρ του διαλόγου και της ενεργειακής ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο) κινήθηκε, άλλωστε, και η ανακοίνωση του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ αλλά και η δήλωση του Αμερικανού πρέσβη Τζέφρι Πάϊατ.
Για τους έμπειρους παρατηρητές, ο τόνος και το ύφος των δηλώσεων των συμμάχων και των εταίρων κινούνται αρκετά επίπεδα κάτω από την κρισιμότητα των περιστάσεων και το “πολεμικό” κλίμα που περιγράφουν τα διεθνή ΜΜΕ (μεταξύ των οποίων και τα γερμανικά) σχετικά με όσα συμβαίνουν στο νοτιοανατολικό άκρο του Αιγαίου.
Διπλωματικοί αναλυτές γράφουν πως το Βερολίνο δυσαρεστήθηκε για την συμφωνία που υπέγραψε η Ελλάδα και η Αίγυπτος αιφνιδιαστικά και χωρίς προηγούμενη ενημέρωση της καγκελαρίου. Δεν έχει γίνει γνωστό πόσο ακριβές είναι κάτι τέτοιο, ωστόσο ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας παραδέχθηκε πως δεν …πρόλαβε να ενημερώσει την γερμανική πλευρά καθώς δεν γνώριζε ούτε ο ίδιος πως θα υπέγραφε την συμφωνία! Εκ των υστέρων, βεβαίως, όπως επιβεβαιώνουν κυβερνητικές πηγές υπήρξε ενημέρωση της Μέρκελ από τον πρωθυπουργό, όμως οι πληροφορίες αναφέρουν πως ο δίαυλος επικοινωνίας δεν είναι εσχάτως τόσο …εύκολος όπως πριν λίγο καιρό.
Πολλά θα φανούν από την αποδοχή του αιτήματος της κυβέρνησης για την σύγκληση έκτακτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, κάτι που πρέπει να γίνει άμεσα και όχι μετά τις διακοπές των ευρωπαίων αξιωματούχων. Εάν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο αποδέχονται την κρισιμότητα των στιγμών και την προκλητική παραβίαση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων πρέπει να δράσουν άμεσα και να μην δώσουν χρόνο στον Ερντογάν να υλοποιήσει τον πλήρη σχεδιασμό για έρευνες και δοκιμαστικές εξορύξεις όπως προανήγγειλε ήδη ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου αλλά και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος.
Εάν επιβεβαιωθούν φήμες (προς το παρόν) περί ναρκοθέτησης με προσχηματικό τρόπο της σύγκλησης του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και οι εταίροι αρκεστούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με θέμα την Τουρκία στα τέλη Αυγούστου, το μήνυμα δεν θα είναι καθόλου θετικό για την Αθήνα. Όταν, μάλιστα, βρίσκει τοίχο στην προσπάθειά της να επαναφέρει -μετά από κωλυσιεργία πολλών μηνών- το αίτημα για κυρώσεις κατά της Τουρκίας.
Όλα αυτά περιγράφουν ένα σκηνικό μάλλον θολό για τις πραγματικές προθέσεις των Ευρωπαίων (ας σημειωθεί και η ηχηρή απουσία της Γαλλίας τις τελευταίες ημέρες) σχετικά με την Τουρκία αλλά και μια επαμφοτερίζουσα στάση έναντι της Ελλάδας, κάτι που στις κρίσιμες ώρες προσβολής των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, με το Oruc Reis να “αλωνίζει” εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας, υποδηλώνει πως τα διπλωματικά ερείσματα δεν είναι πια τόσο ισχυρά όσο παλαιότερα.
Ειδικότερα για την Γαλλία πολλά διατυπώνονται στο παρασκήνιο. Το ελληνογαλλικό αμυντικό σύμφωνο που ήταν έτοιμο να υπογραφεί (μετά το ελληνοαιγυπτιακό σύμφωνο) παραπέμφθηκε στις καλένδες- λέγεται κατόπιν πιέσεων του Βερολίνου που δεν βλέπει καθόλου θετικά την επέκταση της γεωπολιτικής ισχύος του Παρισού στην ανατολική Μεσόγειο (πολιτικά, στρατιωτικά και ενεργειακά δια της Total). Εάν κάτι τέτοιο είναι ακριβές, τότε η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί με δυσαρεστημένους και τους δυο σημαντικούς ευρωπαίους “παίκτες”.
Ψύχραιμοι παρατηρητές επισήμαιναν πως η γερμανική διαμεσολάβηση δεν μπορεί να είναι επιτυχημένη, καθώς οι προθέσεις του Βερολίνου έναντι του Ερντογάν είναι από “φοβικές” έως φιλικές, ενώ την ίδια ώρα η πρωτοβουλία εκδηλώνεται ανερμάτιστα και χωρίς γνώση των γεωπολιτικών παραμέτρων. Μοναδικός στόχος της Γερμανίας, όπως φάνηκε από την πρώτη στιγμή, δεν ήταν η επίλυση των πραγματικών και ουσιωδών προβλημάτων (οριοθετηση υφαλοκρηπίδας), αλλά να φέρουν όπως-όπως στο τραπέζι τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Ταγίπ Ερντογάν με σχεδόν ομολογημένο (σχετική ανάλυση από τον Ινστιτούτο του Κιέλου είναι σε γνώση της Άγκελα Μέρκελ) στόχο την συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο.
Στο εσωτερικό της χώρας, η κυβέρνηση κερδίζει τις επικοινωνιακές μάχες λόγω της μιντιακής υπεροπλίας της, όμως στο πεδίο της γεωπολιτικής και της πραγματικής διπλωματίας τα πράγματα φαίνεται να γίνονται δυσκολότερα…