Επί ξυρού ακμής- Τι διακυβεύεται τις επόμενες ώρες-Το παρασκήνιο
Επί ξυρού ακμής η κατάσταση στο Αiγαίο, με τα δεδομένα να αλλάζουν, δυνητικά, ανά πάσα στιγμή και κάθε πλευρά να προσπαθεί να φαντασθεί την επόμενη κίνηση του αντιπάλου. Ο νέος γύρος ελληνο-τουρκικής έντασης δεν ήταν, πάντως, κεραυνός εν αιθρία για την Αθήνα, καθώς βρίσκεται σε ευθεία γραμμή με την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία.
Με άλλα λόγια, η ελληνική κυβέρνηση, την ώρα που ο Νίκος Δένδιας μετέβαινε σε συνθήκες μυστικότητας στο Κάιρο για να υπογράψει τη συμφωνία με τον Αιγύπτιο ομόλογό του, ήξερε πολύ καλά ότι αυτή θα προκαλούσε την αντίδραση της Άγκυρας. Και όχι μόνο ήξερε, αλλά την είχε σταθμίσει κιόλας, όπως αποκαλυπτικά έλεγε χθες στην ΕΡΤ1 ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Κίνηση με ρίσκο σίγουρα, πλην όμως αναγκαία για την ακύρωση ή τον ισοσκελισμό εν πάση περιπτώσει με το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο, ιδίως για τη στιγμή εκείνη κατά την οποία Ελλάδα και Τουρκία θα βρεθούν απέναντι, όχι σε κάποια στρατιωτική επιχείρηση, αλλά στο τραπέζι του διαλόγου. Σενάριο που δεν διαγράφεται, παρά την ένταση της στιγμής.
Ρίσκο που γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν συνυπολογίσει κανείς ότι στους …θυμωμένους δεν είναι μόνο ο Ρ.Τ. Ερντογάν, αλλά και η Α. Μέρκελ, που είδε τους συνήθως συναινετικούς Έλληνες, να χύνουν τη φορά αυτή την καρδάρα του ελληνο-τουρκικού διαλόγου, που με τόση μαεστρία είχε προετοιμάσει το Βερολίνο το προηγούμενο διάστημα. Με τον …πιο σοβαρό συνομιλητή της άλλης πλευράς, τον εκπρόσωπο της τουρκικής Προεδρίας Ι. Καλίν να λέει στον τηλεοπτικό σταθμό CNN Turk, ότι επί 2,5 μήνες διεξάγονταν διαπραγματεύσεις με την Αθήνα, υποστηρίζοντας επίσης ότι τα δύο υπουργεία Εξωτερικών είχαν συμφωνήσει σε ένα κοινό κείμενο.
Όλα αυτά όμως, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε -σε μια εκ των προτέρων ζυγισμένη κίνηση, ας ειπωθεί ξανά- να τα αναποδογυρίσει, πράγμα που προκάλεσε τη δυσφορία του Βερολίνου αλλά και το θυμό της Άγκυρας, που λέει σε τρίτες χώρες ότι «οι Έλληνες δεν έχουν ….μπέσα».
Παρά ταύτα η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε μια ενέργεια με στρατηγικό βάθος -αυτήν της, τμηματικής έστω, οριοθέτησης των ζωνών με την Αίγυπτο-. Με τον τρόπο αυτό πληρώνει, άλλωστε, την απέναντι πλευρά με το ίδιο νόμισμα, αφού την προηγούμενη περίοδο -και ενώ ήταν σε εξέλιξη οι συζητήσεις, σύμφωνα με τον Ι. Καλίν- η Τουρκία προχωρούσε στην υπογραφή μνημονίου με το φύλαρχο της Τρίπολης αλλά και στη μεταβολή του χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας.
Υπάρχει όμως και μια ακόμη σοβαρή παράμετρος, που δεν έχει ειπωθεί: από τη στιγμή που ο αιφνιδιασμός είναι το μισό της νίκης σε μια «σύγκρουση», η Αθήνα έχει το πάνω χέρι στον εν εξελίξει γύρο έντασης.
Και τούτο γιατί από τη στιγμή που γνώριζε ότι η υπογραφή της συμφωνίας με την Αίγυπτο θα προκαλούσε ένα deja vu στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, θα πρέπει, θεωρητικώς, να ήταν από πριν έτοιμη για την έξοδο τουρκικού ερευνητικού σκάφους. Μια υπεροπλία που μένει να αποδειχθεί (αν και καλύτερα να μην χρειαστεί να αποδειχθεί).
Φθάνουμε όμως και στο κρίσιμο σημείο: τι θα γίνει αν το «Ορούτς Ρέις» ξεκινήσει τις έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα; Ως τώρα, αναφέρουν αρμόδιες πηγές, έχει μεν ποντίσει τα καλώδια, αλλά αδυνατεί να προχωρήσει σε έρευνες, λόγω του θορύβου που προκαλεί η πληθώρα σκαφών σε τόσο μικρό εμβαδό θάλασσας (οι έρευνες γίνονται μέσω της εκπομπής ραδιομηνυμάτων). Η λεπτομέρεια αυτή βοηθά προς το παρόν την ελληνική πλευρά, που δεν θα ήθελε, ασφαλώς, να πατήσει πρώτη το κουμπί της στρατιωτικής εμπλοκής, αλλά…
Κλείνοντας, το επόμενο, προγραμματισμένο, βήμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι το ελληνικό Κοινοβούλιο, από την πρώτη εβδομάδα της επαναλειτουργίας του, δηλαδή από τις 24 Αυγούστου, να επικυρώσει τις συμφωνίες με Ιταλία και με Αίγυπτο, έτσι ώστε χωρίς καμία καθυστέρηση να δηλωθούν οι συμφωνίες αυτές στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και να αναρτηθούν στους ναυτικούς χάρτες.
Ενώ στο συρτάρι των γραφείων των κ. Μητσοτάκη και Δένδια, είναι πάντα η οριοθέτηση των ζωνών με την Κυπριακή Δημοκρατία (με απρόβλεπτης έντασης αντίδραση από την άλλη πλευρά ωστόσο), αλλά, ακόμη, και η οριοθέτηση με την Τουρκία –σενάριο που τούτη τη στιγμή τουλάχιστον, μοιάζει εξαιρετικά μακρινό… Αλλά, όπως σημείωνε με έμφαση ο Γ. «Γεραπετρίτης, «επιμένουμε ότι ο διάλογος είναι η μόνη λύση».
Νίκος Παπαδημητρίου