Editorial Libre: Η πιθανή παγίδα της γερμανικής διαμεσολάβησης
Η εν εξελίξει γερμανική διαμεσολάβηση, ώστε Ελλάδα και Τουρκία να βρεθούν στο ίδιο τραπέζι διαπραγματεύσεων το επόμενο διάστημα, δεν αποτελεί “προσκύνημα” στο γράμμα και το πνεύμα του Διεθνούς Δικαίου. Υποκινείται, κυρίως, από τα ίδια τα γερμανικά συμφέροντα και την βούληση της Άγκελα Μέρκελ να διαδραματίσει γεωπολιτικό ρόλο, για πρώτη φορά και στο κενό που αφήνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το Βερολίνο έχει, άλλωστε, εμπλακεί ενεργά το τελευταίο διάστημα στα μεγάλα ανοιχτά μέτωπα της Συρίας και της Λιβύης, ενώ αναβαθμίζει τις στρατιωτικές συνεργασίες και τις εξαγωγές στρατιωτικού υλικού σε αρκετές χώρες.
Για την Γερμανία η Τουρκία είναι ένας γεωπολιτικός “παίκτης” μεγάλου ενδιαφέροντος, η δε αγορά των 80.000.000 Τούρκων είναι από τις πιο σημαντικές για τις εξαγωγές της.
Ως εκ τούτου, η επιμονή της Γερμανίδας καγκελαρίου –στας δυσμάς του πολιτικού βίου της στο ανώτατο αξίωμα- για έναν απευθείας ελληνοτουρκικό διάλογο/διαπραγμάτευση δεν είναι διόλου βέβαιο πως θα λάβει υπόψη της τα όρια των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων όπως αυτά απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες και το Διεθνές Δίκαιο.
Παρατηρούνται, μάλιστα, αρκετές ανησυχητικές ενδείξεις: το Ινστιτούτο του Κιέλου (που συμβουλεύει την Καγκελαρία) συνιστά συνεκμετάλλευση των φυσικών πόρων στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, η δε (σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης) Suddeutsche Zeitung παροτρύνει την Ελλάδα να υποχωρήσει από τις “μαξιμαλιστικές” θέσεις της σχετικά με τα δικαιώματα 3.000 νησιών στο Αιγαίο (!) και κάνει λόγο για “αδιαμφισβήτητη νίκη Ερντογάν” στην πρόσφατη κρίση με το Oruc Reis. Όλα αυτά διαμορφώνουν την κοινή γνώμη στη Γερμανία, την οποία, όπως έχει αποδειχθεί, η Άγκελα Μέρκελ λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της.
Αυτό διαπιστώθηκε και στο πρόσφατο παρελθόν. Μεσούσης της ευρωτουρκικής προσφυγικής κρίσης (2016-2017), ο πρώην πρωθυπουργός είχε ζητήσει από την Γερμανίδα καγκελάριο να αναθεωρήσει τις σκληρές απόψεις της σχετικά με τις σχέσεις Ε.Ε-Τουρκίας προκειμένου να βρεθεί modus operandi που θα εξομάλυνε το μεταναστευτικό ζήτημα.
“Πως θα πω κάτι τέτοιο στον γερμανό φορολογούμενο και στους εταίρους μου (σ.σ εννοοούσε τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας)”, απάντησε, σύμφωνα με πληροφορίες, η Άγκελα Μέρκελ.
Τώρα, τα πράγματα είναι ίσως ακόμα δυσκολότερα. Το Βερολίνο δεν επιθυμεί να εξετάσει οιαδήποτε διευκόλυνση στα τουρκικά αιτήματα (τελωνειακή ένωση, βίζες, διπλή υπηκοότητα γερμανών πολιτών τουρκικής καταγωγής κ.ά), κάτι που θα επηρέαζε θετικά το κλίμα.
Τούτων δοθέντων, παραμένει αναπάντητο το ερώτημα: τι ακριβώς διάλογο/διαπραγμάτευση έχει κατά νου η Γερμανία (ως διαμεσολαβούσα χώρα) μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, όταν η πρώτη θεωρεί πως δεν τίθεται κανένα θέμα προς συζήτηση πλην της υφαλοκρηπίδας (και της ΑΟΖ), ενώ η δεύτερη βάζει τα πάντα στο τραπέζι;
Αναμφίβολα, οι καιροί ου μενετοί (όπως είπε ο Περικλής και κατέγραψε ο Θουκυδίδης) και η στασιμότητα δημιουργεί τετελεσμένα και δυσχεραίνει τα πράγματα, από την άλλη, όμως, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αποσαφηνίσει ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές της και να εξαντλήσει κάθε μέσο πίεσης προς τους εταίρους ώστε να αποφευχθεί μια διαπραγματευτική παγίδα.