Κυρ. Μητσοτάκης: Θα ανοίξουμε για τις χώρες που έχουν παρόμοια επιδημιολογικά δεδομένα με την Ελλάδα
Για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα κατάφερε να περιορίσει την πανδημία του κοροναϊού, για το κυβερνητικό σχέδιο ασφαλούς επανεκκίνησης και ανοίγματος της χώρας σε επισκέπτες από το εξωτερικό, αλλά και για τις συνέπειες της κρίσης στην οικονομία μίλησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Bild».
Στο επίκεντρο βρέθηκαν και τα μέτρα της κυβέρνησης για τη στήριξη της εργασίας, το σχέδιο Μέρκελ – Μακρόν και οι αντιδράσεις που προκαλεί ενόψει και της επικείμενης Συνόδου Κορυφής.
Στη συνομιλία του με τους δημοσιογράφους Λιάνα Σπυροπούλου και Paul Ronzheimer, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι η Ελλάδα διακρίνεται, για πρώτη φορά μετά από μεγάλο διάστημα, για την υψηλή αξιοπιστία της. «Αποτελούμε θετικό παράδειγμα και αυτό δημιουργεί στον κόσμο αίσθημα σιγουριάς και εμπιστοσύνης στη δυνατότητα του κράτους να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά» σημειώνει.
«Σκοπεύουμε να ανοίξουμε την τουριστική δραστηριότητα για τις χώρες που έχουν παρόμοια επιδημιολογικά δεδομένα με την Ελλάδα» υπογραμμίζει ο κ. Μητσοτάκης και προσθέτει: «Η Γερμανία θα περιλαμβάνεται σ’ αυτές με βάση τα δεδομένα που έχουμε δει έως τώρα και, βεβαίως, οι Γερμανοί τουρίστες θα είναι ευπρόσδεκτοι στην Ελλάδα από την 1η Ιουλίου όσον αφορά τις απευθείας πτήσεις προς τα νησιά και από τις 15 Ιουνίου εάν θέλουν να έρθουν στην Αθήνα».
Όπως διευκρινίζει ο πρωθυπουργός, στο επόμενο στάδιο δεν θα εξετάζονται υποχρεωτικά όλοι οι αφιχθέντες στη χώρα μας, αλλά θα γίνονται δειγματοληπτικά τεστ ώστε να προληφθεί τυχόν έξαρση της επιδημίας. Τα τεστ, θα συνοδεύονται από την αξιοποίηση ηλεκτρονικής εφαρμογής, η οποία θα παρέχει πολύτιμες υγειονομικές πληροφορίες στους ταξιδιώτες, αλλά και από την ενίσχυση των εξεταστικών δυνατοτήτων στα νησιά.
«Οι επισκέπτες θα έχουν πρόσβαση σε μία εφαρμογή (application) που θα τους παρέχει βασικές πληροφορίες και οδηγίες και θα μαθαίνουν που βρίσκεται η πλησιέστερη υγειονομική μονάδα. Επίσης, θα φροντίσουμε να υπάρχουν επαρκή τεστ σε όλα τα νησιά, ακόμη και στα μικρά, σε περίπτωση που θα χρειαστεί κάποιος να υποβληθεί σε τεστ. Θα υπάρχει η δυνατότητα, αν συμβεί οτιδήποτε, να διακομιστεί κάποιος σε ένα από τα βασικά νοσοκομεία της Αθήνας. Συνεπώς, μελετάμε προσεκτικά την κατάσταση, για να διασφαλίσουμε ότι θα οργανώσουμε τις υπηρεσίες υγείας κατά τρόπο ώστε να αισθάνονται ασφαλείς τόσο οι επισκέπτες όσο και οι κάτοικοι», υπογραμμίζει ο πρωθυπουργός.
Προσθέτει επίσης πως αξιοποιώντας τη μέχρι τώρα εμπειρία μας «θα εφαρμόζουμε και βασικούς κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης» και εξηγεί πως πρόκειται για «πράγματα απλά όπως το να τηρούνται οι αποστάσεις, να προστατεύεται το προσωπικό στις ταβέρνες και τα ξενοδοχεία φορώντας μάσκα. Βλέπετε, εδώ, όλοι φορούν τις μάσκες τους. Θέλουμε να απολαμβάνουν όλοι μία όσο το δυνατόν καλύτερη εμπειρία. Δεν γνωρίζουμε τι θα κάνουμε ακόμη με τα νυχτερινά κέντρα, ίσως να υπάρξουν εδώ κάποιοι περιορισμοί, αλλά όσον αφορά στη βασική εμπειρία, δηλαδή να πάει κάποιος στην παραλία, να πάει σε μια ωραία ταβέρνα, σε ένα εστιατόριο, θα είναι όλα ακριβώς ίδια, απλώς με μερικές πρόσθετες προφυλάξεις. Οι παραλίες άνοιξαν ουσιαστικά πριν από περίπου δέκα ημέρες. Επικράτησε τάξη, τηρήθηκαν οι αποστάσεις για τις ομπρέλες και τις ξαπλώστρες και όλα έγιναν με πολύ οργανωμένο τρόπο. Προσδοκούμε λοιπόν ότι το ίδιο θα συμβεί και όταν ανοίξουμε τις πύλες μας για τον τουρισμό» αναφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει επίσης πως «ουσιαστικά, η ζωή στη Ελλάδα το καλοκαίρι είναι έξω. Άρα θέλουμε να περιορίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τις δραστηριότητες εσωτερικού χώρου, αλλά όπως αντιλαμβάνεστε θα είναι εύκολο, διότι κανείς δεν θέλει να έρθει στην Ελλάδα για να μένει μέσα σε εσωτερικούς χώρους το καλοκαίρι, θέλει να έρθει στην Ελλάδα επειδή μπορεί να είναι έξω διαρκώς. Εκτός από τις ώρες ύπνου, ουσιαστικά μπορεί να είναι κανείς έξω όλες τις υπόλοιπες ώρες».
«Το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο»
Αναφορικά με τις συνέπειες της κρίσης του κοροναϊού στην οικονομία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημειώνει: «Πρόκειται για μία παγκόσμια κρίση και βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. Το ίδιο ισχύει για την Ελλάδα, τη Γερμανία, τη Γαλλία, για όλες τις χώρες. Γνωρίζουμε ότι θα αντιμετωπίσουμε μία βαθιά ύφεση. Ελπίζουμε ότι θα είναι μεν βαθιά αλλά σύντομη και ότι το 2021 θα καλύψουμε σε μεγάλο βαθμό το χαμένο έδαφος. Σωστά επισημάνατε ότι τα πηγαίναμε πολύ καλά πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Είμαστε μια νέα κυβέρνηση, εκλεγήκαμε τον περασμένο Ιούλιο, θέσαμε σε εφαρμογή ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που προσέλκυσε το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών για την Ελλάδα, αλλά νομίζω ότι το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο».
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός στέκεται ιδιαίτερα στο σχέδιο της κυβέρνησης για τη στήριξης της εργασίας στη διάρκεια του καλοκαιριού: «Δώσαμε στις επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, πρόσθετη ευελιξία, ώστε να προσλάβουν όσο το δυνατόν περισσότερους εργαζομένους και το κράτος θα καλύψει τον υπόλοιπο “ λογαριασμό”, όπως έχει κάνει έως τώρα και όπως θα πρέπει να κάνει σε περιόδους κρίσης».
Φιλόδοξη πρόταση το σχέδιο Μέρκελ-Μακρόν και σημαντικό πρώτο βήμα
Σε ερώτηση σχετικά με το σχέδιο Μέρκελ – Μακρόν για ένα ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο θα παρέχει επιχορηγήσεις και όχι δάνεια, ο κ. Μητσοτάκης σημειώνει ότι «είναι μια φιλόδοξη πρόταση που αποτελεί ένα πολύ σημαντικό πρώτο βήμα για την επίδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στη διάρκεια μίας κρίσης που μας πλήττει όλους. Και ελπίζω ότι και η Επιτροπή θα κινηθεί σε παρόμοια κατεύθυνση».
Όπως εξηγεί: «Πρόκειται για μία πανδημία που μας έχει πλήξει όλους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη δυνατότητα να δανειστεί, η Επιτροπή μπορεί να δανειστεί με πολύ χαμηλά επιτόκια και να στηρίξει τις χώρες που χρειάζονται βοήθεια. Θα είναι για το καλό της Ευρώπης συνολικά. Θα είναι για το καλό όλων των κρατών μελών και είναι βέβαιος ότι θα καταφέρουμε να πείσουμε τις μικρότερες χώρες, τις λεγόμενες “ 4 φειδωλές” χώρες, πώς αυτός είναι ο σωστός τρόπος να δράσουμε».
Ερωτηθείς σχετικά, ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι η καγκελάριος Μέρκελ «αντιμετωπίζει την παρούσα περίσταση ως μία ιστορική στιγμή για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Νομίζω μάλιστα ότι είναι σημαντικό και για τη δική υστεροφημία το γεγονός ότι προβαίνει σε μία τομή και προτείνει κάτι που δεν ήταν ιδιαιτέρως δημοφιλές στη Γερμανία μέχρι πρότινος, εξηγώντας ταυτόχρονα για ποιους λόγους το κάνει. Πιστεύω ότι αυτή η πρόταση θέτει τα θεμέλια για κάτι σημαντικό και είμαι βέβαιος ότι θα επιτευχθεί συμφωνία στον επόμενο Συμβούλιο Κορυφής».
Παίρνοντας θέση απέναντι στις απόψεις όσων (στη Γερμανία και αλλού) επισείουν το κίνδυνο της διαφθοράς, ότι τα χρήματα προς την Ελλάδα ενδέχεται «να διοχετεύονταν στη λάθος κατεύθυνση», ο πρωθυπουργός τονίζει ότι η κυβέρνηση έχει «θέσει τον πήχη πολύ υψηλά όσον αφορά στην ακεραιότητα και τη διαφάνεια».
Και τονίζει: «Θα σας δώσω ένα παράδειγμα σχετικά με το πώς διατίθενται τα χρήματα σήμερα. Το υφιστάμενο πρόγραμμα SURE, το οποίο αφορά την στήριξη της προσωρινής απασχόλησης, θα διατεθεί για την στήριξη νέων ανθρώπων», αναφέροντας ως παραδείγματα αξιοποίησης των χρήματων την υλοποίηση σημαντικών έργων υποδομής και τη διασφάλιση της πράσινης μετάβασης.
«Με ρωτήσατε πού θα διοχετευτούν τα χρήματα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι ότι κλείνουμε όλα τα ανθρακωρυχεία μας στη βόρεια Ελλάδα, νωρίτερα από τη Γερμανία. Συνεπώς, μέρος των χρημάτων θα διατεθεί για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης σε μια ολόκληρη περιφέρεια της Ελλάδας, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα και θα πρέπει πλέον οι κάτοικοί της να βρουν κάτι άλλο να κάνουν. Και, βεβαίως, θα επωφεληθούν και γερμανικές εταιρείες. Η RWE σύναψε συμφωνία με τη ΔΕΗ για την εγκατάσταση ενός πολύ μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου στη θέση όπου υπήρχε μια παλιά λιγνιτική μονάδα. Συνεπώς είναι και προς το συμφέρον γερμανικών εταιρειών, επειδή θέλω να αλλάξω το αφήγημα. Δεν είναι πλέον θέμα αποπληρωμής χρέους προς την ΕΕ, αλλά επενδυτικών ευκαιριών που θα είναι επωφελείς για ελληνικές εταιρείες, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, αλλά ταυτόχρονα θα ωφελήσουν και γερμανικές εταιρείες. Η τελευταία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε πριν την εμφάνιση του κορονοϊού ήταν ένα φόρουμ στο Βερολίνο. Ήταν η τελευταία δημόσια εκδήλωση στην οποία παραβρέθηκα και νομίζω ότι ήταν η τελευταία δημόσια εκδήλωση και για την Καγκελάριο Μέρκελ. Ήμασταν μαζί στο φόρουμ, στις 9 Μαρτίου όπου μιλήσαμε με γερμανικές εταιρείες και τις παροτρύναμε να έρθουν να επενδύσουν στην Ελλάδα, κάτι το οποίο συνεχίζει να ισχύει. Έχουμε τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, μια σημαντική εμπορική έκθεση, όπου φέτος η Γερμανία θα είναι η τιμώμενη χώρα. Ελπίζω ότι τον Σεπτέμβριο θα μπορέσω να υποδεχτώ εκεί την Καγκελάριο στη ΔΕΘ και ότι θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε την επιχειρηματολογία εξηγώντας για ποιους λόγους είναι προς το συμφέρον και των γερμανικών εταιρειών να τα πάει καλά η Ελλάδα».
Η Ελλάδα θα προστατεύσει τα σύνορά της που είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ξεκάθαρο μήνυμα στέλνει επίσης ο πρωθυπουργός κληθείς να σχολιάσει δηλώσεις από την πλευρά της Τουρκίας περί νέας απόπειρας να προωθηθούν πρόσφυγες και μετανάστες ώστε να περάσουν τα σύνορα προς την Ελλάδα και την ΕΕ:
«Καταστήσαμε πολύ σαφές ότι η Ελλάδα θα προστατεύσει τα σύνορά της και ότι τα ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν υπήρξε συστηματική προσπάθεια από πλευράς της Τουρκίας να προωθήσει πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα, είπαμε όχι, αυτό δεν μπορεί να γίνει και υπερασπιστήκαμε τα σύνορά μας. Τρεις ημέρες αργότερα, η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήρθε την βόρεια Ελλάδα και προσέφερε στην Ελλάδα απόλυτη πολιτική στήριξη, καθώς ενεργούσαμε και για λογαριασμό της Ευρώπης. Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε το ίδιο. Θέλω να είμαι ειλικρινής μαζί σας, πρέπει να συνεργαστούμε με την Τουρκία στο προσφυγικό ζήτημα. Η Τουρκία φιλοξενεί σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια πρόσφυγες και δικαιούται να λάβει βοήθεια από την Ευρώπη. Αυτό το είπα στον Πρόεδρο Ερντογάν εξαρχής, αλλά είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει υπό καθεστώς εκβιασμού. Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει σε συνθήκες εκβιασμού. Ας κάνουμε, λοιπόν, μια ειλικρινή συζήτηση για το πώς μπορεί η Ευρώπη να βοηθήσει την Τουρκία. Όπως γνωρίζετε, είχαμε μια συμφωνία, την κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, η οποία λειτούργησε σχετικά καλά και μπορούμε να τη βελτιώσουμε. Ας αφήσουμε λοιπόν κατά μέρος τις απειλές και τις κινήσεις που ενθαρρύνουν απεγνωσμένους ανθρώπους να επιχειρήσουν να διασχίσουν τα σύνορα παρόλο που ξέρουν ότι θα αποτύχουν. Ας συζητήσουμε ειλικρινά με την Τουρκία το προσφυγικό ζήτημα, και είμαι βέβαιος ότι θα καταλήξουμε σε μια κοινά αποδεκτή λύση. Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει με απειλές ή ακόμα και εκβιασμούς. Έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να υπερασπιστούμε τα σύνορά μας και, εφόσον χρειαστεί, θα το ξανακάνουμε».