Γιατί δεν πρέπει να αποκλειστούν σπασμωδικές κινήσεις από τον Ερντογάν
Ο Τούρκος πρόεδρος έχει συνηθίσει να λειτουργεί υπό πίεση. Στο εσωτερικό αρχικά αντιπαρατέθηκε με ένα σκληρό, κεμαλικό σύστημα, που κυριάρχησε για 80 χρόνια, ελέγχοντας όλες τις δομές εξουσίας, και το κατέβαλε. Εν συνεχεία, βρέθηκε αντιμέτωπος με το δίκτυο Γκιουλέν (ήδη από το 2011), το οποίο είχε απλώσει τα πλοκάμια του σε δικαστικό σύστημα και αστυνομία και κατάφερε, αφού πρώτα είχε αξιοποιήσει τη διείσδυση αυτού στον κρατικό μηχανισμό, να το υποτάξει.
Του Κωνσταντίνου Φίλη *
Μετερχόμενος μεθόδους ενός αυταρχικού ηγέτη, έχει διχάσει την τουρκική κοινωνία, τροφοδοτείται από τις εντάσεις, ωστόσο, έχοντας οικοδομήσει την πολιτική του κυριαρχία πρωτίστως στην οικονομία, σήμερα καλείται να διορθώσει τις αρρυθμίες.
Πιο συγκεκριμένα, το 2019 καταγράφηκαν 400 χιλιάδες επιπλέον άνεργοι, φτάνοντας τα 4,1 εκατ. συνολικά. Οι αυξήσεις στις συγκοινωνίες είναι της τάξης του 35%, η αντίστοιχη στους ναύλους πλοίων στο 95%, ενώ κατά 85% έχουν απογειωθεί οι τιμές των τροφίμων τα τελευταία 5 χρόνια. Ενδεικτικό της σταδιακής απώλειας εμπιστοσύνης είναι πως το 2019 οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) υποχώρησαν σε ιστορικό χαμηλό 15ετίας, ενώ οι ξένοι επενδυτές απέσυραν μόλις σε ένα έτος 3,3 δις δολάρια σε τουρκικά ομόλογα, προκειμένου να περιορίσουν τον βαθμό έκθεσης τους στην τουρκική οικονομία.
Δημοσκοπικά, η επέμβαση στη Συρία τον περασμένο Οκτώβριο βοήθησε αισθητά τον Ερντογάν να ανακάμψει. Όμως, έχει να αντιμετωπίσει ένα διπλό μέτωπο. Από τη μία, ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Ιμάμογλου είναι πιο δημοφιλής από τον τούρκο πρόεδρο και ενδεχόμενη μάχη τους για την προεδρία δείχνει αμφίρροπη.
Από την άλλη, πρώην στενοί του συνεργάτες, με προεξέχοντα τον Μπαμπατζάν, τον Γκιούλ σε δεύτερο ρόλο, ακόμη και τον Νταβούτογλου, προσπαθούν να εκφράσουν (και πολιτικά) την εκσυγχρονιστική εκδοχή του AKP (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης), βρισκόμενοι αντιμέτωποι με τον τούρκο πρόεδρο. Ο τελευταίος φέρεται να σχεδιάζει αλλαγές στο σύστημα διακυβέρνησης, συνειδητοποιώντας τις σοβαρές δυσλειτουργίες αλλά κάνοντας και άνοιγμα στους αμφιταλαντευόμενους ψηφοφόρους.
Η αναγκαστική ταύτιση του με τον Μπαχτσελί (εκπρόσωπο του βαθέος κεμαλικού κράτους) στερεί για την ώρα στον Ερντογάν τη δυνατότητα ευελιξίας με άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Η δε δαιμονοποίηση του HDP έχει κόψει τις γέφυρες προς το κουρδικό στοιχείο, πλην των βαθιά συντηρητικών που ψηφίζουν AKP. Όμως, είναι γνωστό ότι χάρη και στις κουρδικές ψήφους, οι ισλαμιστές απώλεσαν την Κωνσταντινούπολη μετά από 25 χρόνια.
Έτσι, διακινούνται σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες πριν το 2023. Επισημαίνεται πως κοινοβουλευτικές και προεδρικές πρέπει να διεξαχθούν ταυτόχρονα.
Οι λόγοι που ο τούρκος πρόεδρος φλερτάρει με την ιδέα να προκαλέσει εκλογές ανάμεσα στα τέλη του 2020 και το τέλος του 2021 είναι αρκετοί:
- α) ο Ιμάμογλου θα είναι μόλις στον 2ο χρόνο της δημαρχίας του και θα είναι δύσκολο, χωρίς μάλιστα να έχει παρουσιάσει έργο, να μεταπηδήσει στην κεντρική πολιτική σκηνή,
- β) η οικονομία δεν έχει -παρά τις τονωτικές ενέσεις- αντοχές ώστε να αποφευχθούν δυσάρεστες και αντιδημοφιλείς αποφάσεις, ενώ το τραπεζικό σύστημα δοκιμάζεται,
- γ) η έξαρση υπερ-πατριωτισμού έχει κορυφωθεί, με τον Ερντογάν να επενδύει στα εθνικιστικά αντανακλαστικά των συμπολιτών του, αλλά η αβέβαιη έκβαση των πολλαπλών μετώπων στο εξωτερικό συρρικνώνει τα χρονικά περιθώρια. Ανεξάρτητα από τον χρόνο των εκλογών, το εσωτερικό σκηνικό επηρεάζει σημαντικά την τουρκική εξωτερική πολιτική.
Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι πως ενώ στα υπόλοιπα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, όπως η Συρία και η Λιβύη, η αντιπολίτευση κατακεραυνώνει τον Ερντογάν, κατηγορώντας τον για ανεπανόρθωτα λάθη και εγκλωβισμό σε ατέρμονες διαμάχες, στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό υπάρχει ομοθυμία. Μάλιστα, συχνά υπερθεματίζουν όλα τα κόμματα, πλην του φιλοκουρδικού, σε εθνικιστικές κορώνες, με αποτέλεσμα όλοι να παγιδεύονται σε μία ατζέντα, όχι μόνο αναθεωρητική (πάγια τουρκική αντίληψη) αλλά και άκρως επιθετική.
Παρόλα αυτά, και με την προϋπόθεση ότι θα επιβληθούν αυστηροί όροι στην Άγκυρα, που θα συνδέονται με την τήρηση των συμφωνηθέντων, πρέπει να αποκαταστήσουμε σταδιακά τους διαύλους επικοινωνίας με την άλλη πλευρά για λειτουργικούς, επιχειρησιακούς και διπλωματικούς λόγους.
Άλλωστε, τώρα που η θέση μας είναι ξεκάθαρη και εφόσον διακοπούν οι προκλήσεις και η οπλοποίηση του προσφυγομεταναστευτικού από μεριάς Τουρκίας (προσώρας μοιάζει αμφίβολο), χρειάζεται να ξαναπιάσουμε, παρά τις γνωστές, μεγάλες δυσκολίες, το νήμα των διμερών σχέσεων.
Η στοχοποίηση της Ελλάδας και του έλληνα πρωθυπουργού από τον τούρκο πρόεδρο ενδέχεται να είναι παροδική. Για ένα ηγέτη, ωστόσο, με τον ιδιαίτερο ψυχισμό του Ερντογάν, που συχνά προσωποποιεί τις αντιπαραθέσεις του, και ενώ αισθάνεται την πίεση των πολλαπλών μετώπων που έχει ανοίξει, σπασμωδικές ενέργειες εκ μέρους του δεν πρέπει να αποκλειστούν.
*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων